Για
παιδιά που πάσχουν από αποφρακτική άπνοια του ύπνου, η χειρουργική
επέμβαση με αφαίρεση των αμυγδαλών και των αδενοειδών αποφύσεων, προσφέρει
δραστική ανακούφιση και επίλυση των προβλημάτων του ύπνου σε 80% έως 90%
των παιδιών.Το σημαντικό αυτό συμπέρασμα προκύπτει από τη
μεγαλύτερη έρευνα που έγινε ποτέ στο είδος της. Συμπεριέλαβε παιδιά με
διαφόρους βαθμούς σοβαρότητας της αποφρακτικής άπνοιας ύπνου. Τα παιδιά
αξιολογήθηκαν πριν και μετά από την επέμβαση με ειδικές μελέτες ύπνου
(πολυυπνογραφία).
Τα παιδιά που υποφέρουν από αποφρακτική άπνοια του ύπνου, σταματούν
να αναπνέουν περιοδικά κατά τη διάρκεια της νύχτας και ροχαλίζουν πολύ
δυνατά. Σε παιδιά που έχουν κανονικό βάρος σώματος, η πάθηση
προκαλείται από μεγέθυνση των αμυγδαλών και των αδενοειδών αποφύσεων. Το
γεγονός αυτό επιδεινώνει την απόφραξη των άνω αναπνευστικών οδών στον
ύπνο. Έτσι παρενοχλείται η κανονική αναπνοή.
Η αποφρακτική άπνοια του ύπνου, έχει σοβαρές επιπτώσεις στην
ποιότητα ζωής του παιδιού. Η χειρουργική επέμβαση μπορεί να βοηθά πάρα
πολύ στη βελτίωση της ζωής των παιδιών.
Περίπου 2% έως 4% των παιδιών ηλικίας 4 έως 6 ετών, πάσχουν από
αποφρακτική άπνοια. Η πάθηση επηρεάζει εξίσου αγόρια και κορίτσια.
Εκτιμάται ότι ο πραγματικός αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος διότι οι γονείς
δεν αναγνωρίζουν ή δεν λένε το πρόβλημα στους γιατρούς.
Στην έρευνα που έγινε από γιατρούς της Ιατρικής Σχολής του
πανεπιστημίου
Saint Louis των Ηνωμένων
Πολιτειών, συμπεριλήφθηκαν 79 παιδιά. Όλα παρουσίασαν βελτίωση μετά την
επέμβαση. Ωστόσο μερικά συνέχισαν να έχουν την πάθηση. Οι ερευνητές
διαπίστωσαν ότι οι πιθανότητες επιτυχίας της επέμβασης είχαν άμεση σχέση
με τη σοβαρότητα της κατάστασης πριν από την επέμβαση.
Οι γιατροί θεώρησαν ότι η πάθηση είχε υποχωρήσει στις περιπτώσεις που
τα παιδιά είχαν μετεγχειρητικά, λιγότερα από 5 επεισόδια νυκτερινής
αποφρακτικής άπνοιας του ύπνου. Η πάθηση υποχώρησε πλήρως σε όλα τα παιδιά
που είχαν προεγχειρητικά ήπια μορφή της νόσου με 5 έως 9 επεισόδια άπνοιας
κάθε νύκτα.
Σε παιδιά που προεγχειρητικά είχαν μέτριας σοβαρότητας πάθηση, δηλαδή
10 έως 19 επεισόδια άπνοιας κάθε νύκτα, το 88% παρουσίασε πλήρη υποχώρηση
της νόσου μετά την επέμβαση. Σε παιδιά με σοβαρή μορφή της νόσου, δηλαδή
που είχαν πέραν των 20 επεισοδίων άπνοιας κάθε νύχτα, η πλήρης υποχώρηση
της πάθησης μετεγχειρητικά παρατηρήθηκε μόνο σε 64% των παιδιών.
Ακόμη και στα παιδιά που δεν είχαν πλήρη υποχώρηση της νόσου, τα
αποτελέσματα της επέμβασης ήταν εξαιρετικά. Η μείωση των επεισοδίων
διακοπής της αναπνοής από 40 ή περισσότερα κάθε νύχτα σε μόνο 5 ή 6,
δείχνει μια δραστική βελτίωση του ύπνου τους και κατά συνέπεια της
ποιότητας της ζωής τους.
Επειδή τα παιδιά με αποφρακτική άπνοια του ύπνου δεν
κοιμούνται καλά, επηρεάζεται αρνητικά σε μεγάλο βαθμό η συμπεριφορά, η
υγεία, η ανάπτυξη, η προσοχή, η μνήμη και η σχολική τους απόδοση.
Επίσης η πάθηση σχετίστηκε και με χαμηλότερο δείκτη νοημοσύνης. |
Σημειώνεται ότι δεν είναι όλα τα παιδιά με προβλήματα ύπνου που έχουν
διαταραχές της συμπεριφοράς πριν από την επέμβαση. Επίσης όλα τα
προβλήματα συμπεριφοράς δεν επιλύονται μετά από την επέμβαση. Ωστόσο
παιδιά που έχουν μεγάλες διαταραχές συμπεριφοράς προεγχειρητικά,
επωφελούνται το περισσότερο από την επέμβαση.
Το πρόβλημα της αποφρακτικής άπνοιας του ύπνου στα παιδιά, άρχισε να
γίνεται καλύτερα κατανοητό στα τελευταία χρόνια. Οι μελέτες του ύπνου
των παιδιών, προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες.
Στις μελέτες του ύπνου, καταγράφονται δεδομένα σχετικά με πολλά όργανα
του σώματος όπως ο εγκέφαλος, η καρδία, οι πνεύμονες, τα μάτια και τα
βλέφαρα. Καταγράφονται οι κινήσεις, οι ρυθμοί και οι λειτουργία τους κατά
τον ύπνο.
Η μελέτη του ύπνου, η πολυυπνογραφία, είναι η μόνη αντικειμενική μέθοδος μέτρησης της
αποφρακτικής άπνοιας του ύπνου. Συστήνεται να γίνεται πριν από τη
διενέργεια χειρουργικής επέμβασης με στόχο τη θεραπεία της πάθησης.
Επισημαίνεται ότι στην έρευνα φάνηκε ότι αυτά που ανέφεραν οι γονείς ή
αυτοί που φρόντιζαν τα παιδιά, σχετικά με τα επεισόδια άπνοιας τη νύκτα,
δεν αντιστοιχούσαν με τη σοβαρότητα της πάθησης. Μόνο το μέγεθος των
αμυγδαλών είχε σχέση με το πόσο σοβαρή ήταν η πάθηση πριν από την
επέμβαση.
Οι ερευνητές τονίζουν ότι απαιτείται παρακολούθηση και θεραπεία των
παιδιών που είχαν αρχικά σοβαρή μορφή της νόσου και που μετά από την
επέμβαση συνέχιζαν να έχουν πρόβλημα. Εάν τα παιδιά αυτά δεν λαμβάνουν την
κατάλληλη θεραπεία, θα συνεχίζουν να έχουν προβλήματα συμπεριφοράς και
μάθησης.
Οι Αμερικανοί γιατροί αναφέρουν ότι με τον καιρό, μερικά παιδιά που δεν
είχαν άμεση υποχώρηση της νόσου μετά από την επέμβαση, μπορούσαν χάρις στη
θεραπευτική προσέγγιση που ακολουθούσε, να κερδίσουν μια κανονική
κατάσταση ύπνου.
Υπάρχουν διάφορες θεραπευτικές επιλογές εκτός από την επέμβαση, για
την επίμονη αποφρακτική άπνοια του ύπνου: Χορήγηση κορτικοστεροειδών
φαρμάκων από τη μύτη, θεραπευτικά μέτρα κατα της αλλεργίας,
επιπρόσθετη χειρουργική προσέγγιση, τοποθέτηση μάσκας με συνεχή θετική
πίεση στις αναπνευστικές οδούς (CPAP). Επίσης τα
παιδιά που είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα, πρέπει να να χάσουν το περιττό
βάρος σώματος για να επιτευχθεί η ίαση τους.