Ο χαμηλός σίδηρος στον οργανισμό μπορεί να επηρεάζει αρνητικά τη μνήμη, την προσοχή, την ικανότητα συγκέντρωσης και άλλες διανοητικές λειτουργίες.
Οι γυναίκες που βρίσκονται στην αναπαραγωγική φάση της ζωής τους λόγω της έμμηνου ρύσης τους δηλαδή λόγω της περιόδου τους, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να παρουσιάσουν έλλειψη σιδήρου.
Επίσης μεγαλύτερο κίνδυνο για έλλειψη σιδήρου διατρέχουν τα παιδιά και τα βρέφη, λόγω των γρήγορων ρυθμών ανάπτυξης που έχουν.
Το γεγονός ότι η έλλειψη σιδήρου μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για τη μνήμη και άλλες πνευματικές λειτουργίες, πρέπει να λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη στις ομάδες του πληθυσμού, που παρουσιάζουν συχνότερα έλλειψη σιδήρου.
Η μείωση της μνήμης, της προσοχής και της μάθησης, δημιουργούνται ακόμη και όταν η μείωση των επιπέδων σιδήρου στον οργανισμό είναι μέτριου βαθμού.
Είναι πολύ σημαντικό να τονίσουμε ότι όταν δοθεί θεραπεία με σίδηρο και διορθωθεί η έλλειψη σιδήρου, τότε οι εγκεφαλικές λειτουργίες που μειονεκτούσαν λόγω της έλλειψης αυτής, διορθώνονται.
Οι σημαντικές αυτές διαπιστώσεις προκύπτουν από έρευνα που έγινε από γιατρούς του πανεπιστημίου της Πενσυλβανίας. Παρουσίασαν τα αποτελέσματα της εργασίας τους που έγινε σε 113 γυναίκες ηλικίας από 18 έως 35 ετών.
Οι γυναίκες διαχωρίστηκαν ανάλογα με τα επίπεδα σιδήρου και αιμοσφαιρίνης στον οργανισμό τους. Ακολούθως υποβλήθηκαν σε διάφορα τεστ τα οποία αξιολογούσαν τις ικανότητες τους στον τομέα της προσοχής, της μάθησης, της μνήμης και της ταχύτητας επίλυσης προβλημάτων.
Οι ερευνητές βρήκαν ότι οι γυναίκες που είχαν χαμηλά επίπεδα σιδήρου ακόμη και πριν από την εγκατάσταση αναιμίας εξ αιτίας της έλλειψης σιδήρου, είχαν μειωμένη απόδοση στα εν λόγω τεστ. Οι γυναίκες με μειωμένα επίπεδα σιδήρου αλλά και χαμηλή αιμοσφαιρίνη είχαν μειωμένη απόδοση και παράλληλα χρειαζόντουσαν περισσότερο χρόνο να συμπληρώσουν τα προτεινόμενα τεστ.
Στη συνέχεια οι ερευνητές χορήγησαν στις γυναίκες με έλλειψη σιδήρου, με βάση τυχαιοποιημένη επιλογή, θεραπεία με σίδηρο ή εικονικό φάρμακο. Μετά από τη θεραπεία αυτή και την αποκατάσταση σε φυσιολογικά επίπεδα των επιπέδων σιδήρου, οι ερευνητές υπόβαλαν ξανά τις γυναίκες σε νέα τεστ αξιολόγησης των πνευματικών τους δεξιοτήτων και της μνήμης τους.
Η δεύτερη αυτή αξιολόγηση έδειξε ότι στις γυναίκες που διορθώθηκε η έλλειψη λόγω της θεραπείας που δόθηκε, η μνήμη, οι γνωστικές λειτουργίες τους όπως και η ταχύτητα επεξεργασίας των προβλημάτων βελτιώθηκαν.
Πιστεύουμε ότι τα στοιχεία αυτά είναι πολύ σημαντικά, εάν ληφθεί υπόψη και το γεγονός, ότι από 15% έως 18% των γυναικών υπολογίζεται ότι έχουν έλλειψη σιδήρου κατά την αναπαραγωγική τους ηλικία.
Στα βρέφη και παιδιά που είναι περισσότερο επιρρεπή στο να υποστούν έλλειψη σιδήρου, έρευνες μέχρι σήμερα έδειξαν ότι επηρεάζεται η ανάπτυξη των νεύρων λόγω προβλημάτων σύνθεσης της μυελίνης που περιβάλλει τα νευρικά κύτταρα. Η μεταφορά των νευρικών μηνυμάτων σε παιδιά με έλλειψη σιδήρου βρέθηκε να είναι μειωμένη.
Είναι γνωστό ότι η έλλειψη σιδήρου στα βρέφη μπορεί να βλάψει την ανάπτυξη και τις γνωστικές λειτουργίες. Σε όλες τις ηλικίες προκαλεί κούραση, αδιαθεσία και ληθαργία. Φαίνεται ότι η έλλειψη σιδήρου έχει αρνητικές συνέπειες στον εγκέφαλο λόγω του ότι βλάπτει το σύστημα των νευροδιαβιβαστών της ντοπαμίνης και της σεροτονίνης.
Η διάγνωση και στη συνέχεια η θεραπεία της έλλειψης σιδήρου μπορούν να αποκαταστήσουν τη μνήμη, την προσοχή, τις δυνατότητες προσοχής και συγκέντρωσης τη μάθηση και άλλες γνωστικές δεξιότητες.
Πρέπει όμως να τονίσουμε ότι δεν είναι ορθό να παίρνει κάποιος σίδηρο από μόνος του. Σε μια τέτοια περίπτωση, εάν δεν υπάρχει έλλειψη σιδήρου, ο οργανισμός κινδυνεύει να φορτωθεί με αχρείαστο σίδηρο γεγονός που έχει σοβαρές αρνητικές συνέπειες.
Θεραπεία με σίδηρο πρέπει μόνο να χορηγείται όταν ο γιατρός με βάση τις κλινικές και εργαστηριακές εξετάσεις που θα κάνει στον ασθενή του, αποδείξει ότι πράγματι υπάρχει έλλειψη σιδήρου στον οργανισμό. Τότε μόνο θα χορηγήσει θεραπεία με σίδηρο και θα πρέπει να παρακολουθεί τον ασθενή του για να διαπιστώσει ότι η έλλειψη αυτή έχει διορθωθεί.