Η όσφρηση με την ανίχνευση και αναγνώριση των οσμών ή μυρωδιών, που επιτρέπει έχει καθοριστικό ρόλο στην ποιότητα ζωής, στη διατροφή, αλλά και στην επιβίωση των ανθρώπων.
Οι άνθρωποι που χάνουν τις δυνατότητες αναγνώρισης των διαφόρων οσμών, λόγω αδυναμίας της αίσθησης της όσφρησης τους, διατρέχουν διάφορους κινδύνους.
Η όσφρηση επιτρέπει την ανίχνευση επικίνδυνων καταστάσεων. Η οσμή καπνού ή καμένου, μας προειδοποιεί ότι κάτι καίγεται. Η οσμή χαλασμένου φαγητού, μας αποτρέπει να φάμε κάτι που είναι επικίνδυνο για την υγεία μας.
Στους ηλικιωμένους, η απώλεια της όσφρησης μειώνει την όρεξη και είναι αιτία υποσιτισμού.
Το τι συμβαίνει στην όσφρηση με την αύξηση της ηλικίας ενδιαφέρει τους γιατρούς. Εκτός από τις περισσότερες ασθένειες που συνοδεύουν τη γήρανση, τα φάρμακα ή το κάπνισμα, συμβάλλουν στην επιδείνωση της σημαντικής αυτής αίσθησης.
Για να κατανοήσουν καλύτερα το τι συμβαίνει στην όσφρηση, Αυστραλοί γιατροί, εξέτασαν σε περίπου 1000 άνδρες και γυναίκες όλων των ηλικιών, την ικανότητα ανίχνευσης και αναγνώρισης μιας σειράς από διάφορες μυρωδιές σε διαφορετικές συγκεντρώσεις. Ανάλογα με τα αποτελέσματα του κάθε συμμετέχοντα έγινε μια βαθμολογία σχετικά με τις δυνατότητες της όσφρησης του.
Τα αποτελέσματα μας δίνουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την όσφρηση στους ανθρώπους:
- Η όσφρηση επιδεινώνεται μόνο με αργό ρυθμό λόγω της αύξησης της ηλικίας σε ανθρώπους που δεν καπνίζουν, δεν παίρνουν φάρμακα ή δεν έχουν ιστορικό ασθενειών της μύτης όπως για παράδειγμα ιγμορίτιδα.
- Σε ηλικιωμένους που παίρνουν φάρμακα, οι δυνατότητες της όσφρησης επιδεινώνονται πολύ πιο γρήγορα σε σύγκριση με ηλικιωμένους που δεν παίρνουν φάρμακα. Το γεγονός ότι παίρνουν φάρμακα είναι ένδειξη ότι παρουσιάζουν κάποια ασθένεια. Η αίσθηση της όσφρησης επηρεάζεται αρνητικά τόσο από τις δράσεις των φαρμάκων όσο και από αλλοιώσεις, που προκαλούνται από διάφορες νευροεκφυλιστικές ασθένειες. Η αύξηση της ηλικίας συνοδεύεται από μεγαλύτερη συχνότητα προσβολής από ασθένειες και από τη λήψη περισσότερων φαρμάκων.
- Τα φάρμακα που μειώνουν τη χοληστερόλη στο αίμα και αυτά που χορηγούνται για την θεραπεία της ψηλής πίεσης, ήταν μεταξύ των φαρμάκων που επηρέαζαν με τη μεγαλύτερη συχνότητα την όσφρηση.
- Η όσφρηση ήταν καλύτερη σε υγιείς γυναίκες απ' ότι σε υγιείς άνδρες. Όμως η επίδραση του φύλου εξαφανιζόταν σε άτομα που κάπνιζαν, που λάμβαναν φάρμακα ή που είχαν ιστορικό παθήσεων που επηρεάζουν τη μύτη.
Οι άνθρωποι που έχουν διαταραχές της όσφρησης, μπορεί να παρουσιάζουν υποσμία ή ανοσμία. Στην υποσμία μειώνονται οι δυνατότητες ανίχνευσης οσμών. Στην ανοσμία, ο ασθενής δεν μπορεί να ανιχνεύσει καμία μυρωδιά.
Υπάρχουν επίσης διαταραχές στην αντίληψη των οσμών. Μερικοί ασθενείς, αντιλαμβάνονται ότι συνηθισμένες γνωστές μυρωδιές, γίνονται διαφορετικές. Μπορεί επίσης, μυρωδιές που συνήθως είναι ευχάριστες, να γίνονται για τον ασθενή δυσάρεστες. Υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις ανθρώπων που μυρίζονται οσμές που δεν υπάρχουν.
Οι συνηθέστερες αιτίες πρόκλησης διαταραχών της όσφρησης είναι οι μολύνσεις του άνω αναπνευστικού συστήματος (ρινίτιδα, κρυολόγημα, γρίπη) και οι τραυματισμοί στο κεφάλι.
Άλλες αιτίες που προκαλούν διαταραχές της όσφρησης είναι: Πολύποδες των ρινικών κοιλοτήτων, μολύνσεις των ιγμορείων, ορμονικές διαταραχές, παθήσεις των δοντιών, έκθεση σε ορισμένες χημικές ουσίες (διαλύτες, εντομοκτόνα), φάρμακα, ακτινοθεραπεία σε ασθενείς με καρκίνο της κεφαλής και του λαιμού.
Κάποτε, ορισμένες γενικευμένες παθήσεις συνοδεύονται και από προβλήματα της όσφρησης. Στις παθήσεις αυτές συμπεριλαμβάνονται η παχυσαρκία, ο διαβήτης, η ψηλή πίεση (υπέρταση), ο υποσιτισμός, η ασθένεια Πάρκινσον, η ασθένεια Αλτσχάιμερ, η κατά πλάκας σκλήρυνση και η ψύχωση του Κορσακώφ.