Κατά
τη δεκαετία του 1980, όταν άρχισε η επιδημία του AIDS,
λόγω του κινδύνου μετάδοσης του ιού HIV
από το αίμα, υπήρξε έντονο ενδιαφέρον για ανάπτυξη εναλλακτικών λύσεων για
την αλλογενή μετάγγιση.Η αλλογενής μετάγγιση ονομάζεται η
μετάγγιση αίματος που γίνεται με αίμα που έχει ληφθεί από ένα αιμοδότη και
προσφέρεται προς ένα ασθενή που το χρειάζεται.
Η αυτόλογη μετάγγιση είναι η μετάγγιση αίματος που γίνεται με
αίμα που έχει ληφθεί προηγουμένως από τον ίδιο τον ασθενή.
Η μέθοδος της αυτόλογης μετάγγισης, διασφαλίζει ότι ο ασθενής δεν θα
πάρει πιθανούς μολυσματικούς παράγοντες από το αίμα που θα του
μεταγγισθεί, εκτός εάν είναι ο ίδιος που έχει τέτοιους παράγοντες.
Παράλληλα με τη μέθοδο αυτή δεν υπάρχουν προβλήματα συμβατότητας.
Σε ορισμένες χώρες ένα ακόμη σοβαρό επιχείρημα υπέρ της αυτόλογης
μετάγγισης, είναι το γεγονός ότι η αιμοδοσία είναι περιορισμένη με
αποτέλεσμα να μην υπάρχει διαθέσιμο αρκετό αίμα σε περίπτωση
ανάγκης.
Οι λόγοι που έχουν σχέση με την ασφάλεια της
μετάγγισης όπως επίσης η ανάγκη της ύπαρξης αίματος οποτεδήποτε
χρειαστεί για ένα ασθενή, έχουν ωθήσει κατά τα τελευταία χρόνια την
ανάπτυξη των διαφόρων μεθόδων που εφαρμόζονται για σκοπούς αυτόλογης
μετάγγισης. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, το 5% του συνόλου του
αίματος που προσφέρεται στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε μερικές
Ευρωπαϊκές χώρες, έχει σχέση με τις αυτόλογες μεταγγίσεις. |
Υπάρχουν βασικά 3 τρόποι με τους οποίους μπορεί να γίνει η αυτόλογη
μετάγγιση.
Ο πρώτος τρόπος είναι, ο ασθενής προτού παρουσιαστεί η ανάγκη, δίνει
αίμα το οποίο φυλάγεται ειδικά για αυτόν όταν θα προκύψει η ανάγκη για
μετάγγισή του.
Για παράδειγμα εάν προγραμματίζεται μια επέμβαση, είναι δυνατόν ο
ασθενής, αρκετό χρονικό διάστημα πριν από την επέμβαση, να δώσει
αίμα το οποίο θα φυλαχτεί.
Οι συλλογές αίματος από τον ασθενή μπορεί να αρχίζουν και μερικές
εβδομάδες πριν από μια προγραμματισμένη επέμβαση.
Όταν θα γίνει η επέμβαση, θα υπάρχει δικό του αίμα το οποίο θα του
μεταγγισθεί, εάν χρειασθεί.
Στη μέθοδο αυτή, η οποία γίνεται κυρίως όταν πρόκειται για
προγραμματισμένη επέμβαση, μπορούν να γίνουν επαναληπτικές συλλογές
αίματος από τον ασθενή. Μπορούν να ληφθούν μέχρι και 2 λίτρα αίματος.
Η επέμβαση θα γίνει όταν ο ασθενής θα είναι έτοιμος μετά από τις
επαναληπτικές αιμοδοσίες που θα έχει κάνει.
Ο δεύτερος τρόπος είναι η αφαίρεση αίματος από τον ασθενή μόλις πριν
από την επέμβαση. Η μέθοδος αυτή, εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που
υπάρχει η πιθανότητα μεγάλης απώλειας αίματος κατά τη χειρουργική
επέμβαση.
Παράλληλα, ο ασθενής μεταγγίζεται με τεχνητά υποκατάστατα (μακρομόρια
όπως τα colloid και
crystalloid) τα οποία στόχο έχουν να διατηρήσουν το συνολικό όγκο
αίματος και πλάσματος που υπάρχει στο κυκλοφορικό σύστημα και έτσι να μην
υπάρξουν αιμοδυναμικά προβλήματα.
Το αίμα του ασθενούς μεταγγίζεται σε αυτόν είτε κατά τη διάρκεια της
επέμβασης ανάλογα με τις απώλειες αίματος ή αμέσως μετά το τέλος της
επέμβασης.
Η τρίτη μέθοδος που χρησιμοποιείται είναι η συλλογή του αίματος που
χάνεται κατά την επέμβαση, ο καθαρισμός του από ειδικό μηχάνημα και η
μετάγγισή του πίσω στον ασθενή κατά τη διάρκεια της επέμβασης.
Στην πραγματικότητα από το αίμα που χάνεται κατά την επέμβαση,
συλλέγονται με ειδικά φίλτρα, τα ερυθρά αιμοσφαίρια. Μετά από τον
καθαρισμό τους, μεταγγίζονται στον ασθενή κατά τη διάρκεια ή αμέσως μετά
από την επέμβαση.
Υπάρχουν επεμβάσεις με μεγάλες απώλειες αίματος και η μέθοδος αυτή
μπορεί να ιδιαίτερα αποτελεσματική σε αυτές τις περιπτώσεις.
Είναι εμφανές ότι στην κάθε περίπτωση υπάρχουν πλεονεκτήματα και
μειονεκτήματα ανάλογα με την κατάσταση του ασθενούς, της επέμβασης στην
οποία θα υποβληθεί και της ύπαρξης ή όχι αρκετού αίματος από δότες όταν θα
χρειαστεί.
Ίσως ακόμη να υπάρχουν και εφαρμογές της αυτόλογης μετάγγισης στις
περιπτώσεις θρησκευτικών ή φιλοσοφικών πεποιθήσεων που να είναι εμπόδιο
για την αλλογενή μετάγγιση.
Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες οι αυτόλογες μεταγγίσεις είναι από
οικονομικής απόψεως περισσότερο ελκυστικές παρά οι αλλογενείς.
Όμως το κυριότερο κίνητρο των ασθενών που επιλέγουν τη μέθοδο αυτή
είναι το θέμα ασφάλειας και η ελαχιστοποίηση των κινδύνων που συνδέονται
με την αλλογενή μετάγγιση.
Παράλληλα θα τονίσουμε ότι αναπτύσσονται γρήγορα και νέα αποτελεσματικά
τεχνητά υποκατάστατα του αίματος τα οποία θα μπορούν να αντικαταστήσουν το
αίμα σε περίπτωση ανάγκης.
Τελειώνοντας θέλουμε να προσθέσουμε ότι η βελτίωση των μεθόδων
ανίχνευσης των μολυσματικών μεταδιδόμενων νόσων στην αιμοδοσία, έχει
αυξήσει σε εξαιρετικά ψηλό βαθμό την ασφάλεια των αλλογενών μεταγγίσεων.