Ο βελονισμός είναι μια από τις αρχαιότερες θεραπείες, που χρησιμοποιήθηκαν από τον άνθρωπο. Υπάρχουν μαρτυρίες που δείχνουν ότι ο βελονισμός εφαρμοζόταν πριν από 4.000 χρόνια σε χώρες της Ανατολικής Ασίας και ιδιαίτερα στην Κίνα.
Ο βελονισμός, γνωστός επίσης με τον όρο βελονοθεραπεία, συμβάλλει στη φυσική ρύθμιση και εξισορρόπηση της ενέργειας του οργανισμού. Βασίζεται στη φυσική σχέση μεταξύ δέρματος και νευρικού συστήματος.
Σύμφωνα με τους υποστηρικτές της θεραπευτικής αυτής μεθόδου, η εισαγωγή λεπτών βελονών στο δέρμα, ερεθίζει τα ενεργά κέντρα βελονισμού τα οποία μεταδίδουν το ερέθισμα στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Στη συνέχεια το ερέθισμα αυτό μεταφέρεται σε άλλα νευρικά κέντρα ανάλογα με την πάθηση και τα κέντρα βελονισμού που έχουν ερεθιστεί.
Η εισαγωγή της βελόνας γίνεται χωρίς ο ασθενής να αισθανθεί πόνο. Σε κάθε συνεδρία κατά τη βελονοθεραπεία μπορούν να εισαχθούν στον ασθενή μία ή περισσότερες βελόνες ανάλογα με την πάθηση. Η βελόνα μπορεί να παραμείνει ακόμη και μέχρι τριάντα λεπτά στο σώμα του ασθενούς.
Παρά το γεγονός ότι η θεραπευτική αυτή μέθοδος έχει διαδοθεί σε μεγάλο βαθμό, εντούτοις οι έρευνες κατά το παρελθόν, που αντικειμενικά απέδειξαν τη χρησιμότητά της σύμφωνα με την αυστηρή μεθοδολογία που επιβάλλεται για την τεκμηρίωση των θεραπευτικών μεθόδων, ήσαν περιορισμένες.
Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, ιατρικές και επιστημονικές ομάδες, άρχισαν να δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη θεραπευτική αυτή μέθοδο. Θεραπευτικές δοκιμές με τη χρήση του βελονισμού, άρχισαν να δείχνουν αποτελέσματα που τεκμηριώνουν την αποτελεσματικότητα του βελονισμού για μια σειρά από παθήσεις.
Μια ενδιαφέρουσα έρευνα, που έγινε από Άγγλους γιατρούς στο Λονδίνο και άλλες πόλεις είχε ως στόχο να ελεγχθεί με αυστηρά μεθοδολογικά κριτήρια, η αποτελεσματικότητα της βελονοθεραπείας σε ασθενείς που έπασχαν από χρόνιο πονοκέφαλο.
Στην έρευνα συμπεριλήφθηκαν 401 ασθενείς που έπασχαν από χρόνιο πονοκέφαλο, κυρίως ημικρανία. Οι ασθενείς αυτοί έπασχαν από σοβαρούς πονοκεφάλους μερικές μέρες κάθε εβδομάδα.
Οι ασθενείς με τυχαιοποιημένο τρόπο κατανεμήθηκαν σε δύο ομάδες: Η μια ομάδα ελάμβανε βελονοθεραπεία ενώ η άλλη κλασσική φαρμακευτική θεραπεία για περίοδο 3 μηνών.
Οι ασθενείς κατέγραφαν τα συμπτώματά τους και τα φάρμακα, που έπαιρναν κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής δοκιμής. Οι ασθενείς της ομάδας του βελονισμού, είχαν συνολικά 12 συνεδρίες βελονοθεραπείας.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι ασθενείς που έλαβαν βελονοθεραπεία:
- Χρησιμοποίησαν 15% λιγότερα φάρμακα
- Είχαν για ένα χρόνο, 22 μέρες πιο λίγες χωρίς κεφαλόπονο
- Είχαν κάνει κατά 25% λιγότερες επισκέψεις στο γιατρό τους
- Είχαν 15% λιγότερο χρόνο απουσίας από τη δουλειά τους σε σύγκριση με τους ασθενείς της ομάδας που ελάμβαναν την κλασσική φαρμακευτική θεραπεία.
Οι γιατροί από την Αγγλία που έκαναν την εν λόγω έρευνα, συμπέραναν ότι ο βελονισμός προσφέρει αποτελεσματική, συνεχή και σταθερή θεραπεία που είναι ευεργετική για τους ασθενείς της πρωτοβάθμιας φροντίδας που πάσχουν από χρόνιο κεφαλόπονο και ιδιαίτερα από ημικρανία.
Παράλληλα επισημαίνουν ότι η επιπρόσθετη οικονομική επιβάρυνση που προκύπτει από το βελονισμό είναι μικρή.
Κατά τη γνώμη μας, οι θεραπευτικές αυτές δοκιμές είναι πολύ χρήσιμες. Επιτρέπουν με βάση επιστημονικά αποδεδειγμένες μεθόδους, να διαφανεί κατά πόσο ορισμένες από τις θεραπείες που προσφέρονται μέσα στα πλαίσια της λεγόμενης εναλλακτικής ιατρικής, είναι πράγματι σε θέση να προσφέρουν ίαση ή ανακούφιση σε άτομα που πάσχουν από διάφορες ασθένειες.
Η πιο πάνω έρευνα δείχνει πράγματι τις ευεργετικές επιδράσεις του βελονισμού για ασθενείς που πάσχουν από πονοκέφαλο και ημικρανία. Η κριτική που μπορεί να ασκηθεί είναι ότι τα συμπεράσματα βασίζονται στην υποκειμενική αξιολόγηση των συμπτωμάτων από τους ίδιους τους ασθενείς.
Το γεγονός αυτό πιθανόν να επηρεάζει λόγω της ψυχοσωματικής συνιστώσας που χαρακτηρίζει την αντίληψη της έννοιας του πόνου. Παράλληλα δεν αποκλείεται και ψυχοσωματική συμμετοχή στη γένεση του πονοκεφάλου και της ημικρανίας.
Παρά τις επιφυλάξεις μας αυτές, θεωρούμε ότι έστω και με αυτές τις προϋποθέσεις, ο βελονισμός μπορεί να είναι ευεργετικός για ασθενείς με χρόνιους πονοκέφαλους. Είναι όμως απαραίτητο οι θεραπείες αυτές να γίνονται κάτω από ασφαλείς συνθήκες από πεπειραμένους γιατρούς στο βελονισμό.
Παράλληλα είναι αναγκαίο να γίνουν και άλλες έρευνες αυτού του τύπου με στόχο να αξιολογηθούν με αυστηρή επιστημονική μεθοδολογία, τόσο ο βελονισμός όσο και άλλες παραδοσιακές ή αμφισβητούμενες θεραπείες.
Με τον τρόπο αυτό θα μπορούν ίσως, οι εν λόγω θεραπείες, να ενταχθούν τελεσίδικα και αδιαμφισβήτητα, στο θεραπευτικό οπλοστάσιο που σήμερα διαθέτουμε εναντίον των ασθενειών.