Οι
πυρετικοί σπασμοί προκαλούνται λόγω αύξησης της θερμοκρασίας και
επηρεάζουν 2% έως 5% των παιδιών ηλικίας από 6 μηνών έως 5 ετών. Περίπου
το ένα τρίτο των παιδιών αυτών παρουσιάζουν περισσότερα από ένα επεισόδιο
πυρετικών σπασμών.
Οι γονείς των παιδιών που παρουσιάζουν το πρόβλημα, δικαιολογημένα
έχουν πολλές ανησυχίες για τις αιτίες και την εξέλιξη της πάθησης. Πολλοί
γονείς, κατά τη διάρκεια του πρώτου επεισοδίου πυρετικών σπασμών που
βιώνουν, σκέφτονται ότι το παιδί τους θα πεθάνει. Υπάρχει επίσης ο φόβος
θανάτου σε τυχόν μεταγενέστερα επεισόδια πυρετικών σπασμών.
Οι απλοί πυρετικοί σπασμοί είναι αβλαβείς. Σταματούν συνήθως από
μόνοι τους σε μερικά δευτερόλεπτα έως 10 λεπτά από την έναρξη τους.
Δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι οι απλοί πυρετικοί σπασμοί
προκαλούν βλάβες στον εγκέφαλο, επιληψία, πνευματική καθυστέρηση, μείωση
του δείκτη νοημοσύνης ή μαθησιακές δυσκολίες.
Μέχρι σήμερα πολύ λίγα στοιχεία υπήρχαν για τη θνησιμότητα σε σχέση με
τους πυρετικούς σπασμούς. Αντίθετα για τα παιδιά με επιληψία έχει
τεκμηριωθεί αύξηση της θνησιμότητας λόγω κυρίως των νευρολογικών
προβλημάτων που υπάρχουν σε αριθμό παιδιών με επιληψία.
Μια πολύ ενδιαφέρουσα εργασία από τη Δανία μας προσφέρει σημαντικές
πληροφορίες για τον κίνδυνο θανάτου που διατρέχουν παιδιά που παρουσιάζουν
πυρετικούς σπασμούς. Δανοί γιατροί μελέτησαν τη θνησιμότητα σε 1.675.643
παιδιά για περίοδο 28 ετών, από το 1977 έως το 2004. Τα παιδιά
παρακολουθήθηκαν από την ηλικία των 3 μηνών έως την 31.8.2005, τη
μετανάστευση ή το θάνατο τους.
Από τα παιδιά που μελετήθηκαν, παρουσίασαν πυρετικούς σπασμούς 55.215.
Από τα παιδιά αυτά, απεβίωσαν κατά τη χρονική διάρκεια της έρευνας τα 232.
Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έδειξε ότι σε παιδιά με απλούς πυρετικούς
σπασμούς δηλαδή αυτούς που διαρκούσαν λιγότερο από 15 λεπτά και που δεν
εκδηλώνονταν ξανά εντός 24 ωρών, το ποσοστό θνησιμότητας ήταν το ίδιο όπως
αυτό του γενικού πληθυσμού των παιδιών.
Όμως σε παιδιά που είχαν πιο πολύπλοκους πυρετικούς σπασμούς, δηλαδή οι
πυρετικοί σπασμοί διαρκούσαν περισσότερο από 15 λεπτά και επανεμφανίζονταν
εντός 24 ωρών, σε παιδιά με πυρετικούς σπασμούς που εκδηλώνονταν με
θερμοκρασία κάτω των 39 και σε παιδιά κάτω των 12 μηνών με πυρετικούς
σπασμούς το ποσοστό θνησιμότητας ήταν διπλάσιο από εκείνο του γενικού
πληθυσμού των παιδιών στη διάρκεια των δύο ετών που ακολουθούσαν το πρώτο
επεισόδιο πυρετικών σπασμών. Μετά την παρέλευση των δύο ετών, το ποσοστό
θνησιμότητας κατέβαινε στο επίπεδο του γενικού πληθυσμού παιδιών.
Οι Δανοί γιατροί τονίζουν ότι παρά το γεγονός ότι βρήκαν διπλασιασμό
του κίνδυνου θανάτου σε παιδιά με πολύπλοκους πυρετικούς σπασμούς,
εντούτοις ο απόλυτος κίνδυνος παρέμενε πολύ μικρός. Συγκεκριμένα για το
γενικό πληθυσμό των παιδιών, μετά από δύο χρόνια παρακολούθησης
καταγραφόταν ένας θάνατος για κάθε 1.500 παιδιά. Για τα παιδιά με
πολύπλοκους πυρετικούς σπασμούς ο αριθμός των θανάτων ανερχόταν σε 2
για κάθε 1.500 παιδιά με τους εν λόγω σπασμούς για την ίδια χρονική
περίοδο.
Οι ερευνητές διευκρινίζουν περαιτέρω ότι η επιπλέον θνησιμότητα που
καταγραφόταν σε παιδιά με πολύπλοκους πυρετικούς σπασμούς, οφειλόταν
τουλάχιστον εν μέρει σε προυπάρχουσες νευρολογικές ανωμαλίες και σε
επακολουθούσα επιληψία.
Οι γονείς πρέπει να καθησυχάζονται ότι ο θάνατος εξαιτίας ή μετά από
πυρετικούς σπασμούς είναι εξαιρετικά σπάνιο γεγονός ακόμη και σε παιδιά
που έχουν πολύ ψηλού κινδύνου προδιαθεσικούς παράγοντες. Επισημαίνεται
επίσης ότι τα αποτελέσματα της έρευνας απορρίπτουν την θέση ότι υπάρχει
κοινή αιτία μεταξύ των πυρετικών σπασμών και του ξαφνικού θανάτου του
βρέφους.
Όμως η έρευνα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για μια συγκεκριμένη
ομάδα παιδιών, αυτά τα οποία εκδηλώνουν πολύπλοκους σπασμούς και που έχουν
υποκείμενες νευρολογικές ανωμαλίες.
Τα παιδιά αυτά χρειάζονται περισσότερη προσοχή και στενότερη
παρακολούθηση λόγω του ότι παρουσιάζουν διπλάσιο ποσοστό θνησιμότητας σε
σύγκριση με τα παιδιά του γενικού πληθυσμού και τα παιδιά που παρουσιάζουν
απλούς πυρετικούς σπασμούς.