Το τσεκ-απ είναι μια γενική ιατρική εξέταση που περιλαμβάνει σειρά κλινικών και εργαστηριακών ερευνών για να διαπιστωθεί η κατάσταση των οργάνων και γενικά της υγείας του εξεταζομένου.
Το τσεκ-απ είναι σημαντικό διότι μπορεί να ανιχνεύσει έγκαιρα ορισμένες ανωμαλίες στον ασθενή που μπορούν να οδηγήσουν στη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση τους.
Επίσης συμβάλλει στην έγκαιρη διάγνωση ασθενειών γεγονός, που επιτρέπει καλύτερα θεραπευτικά αποτελέσματα.
Στους άνδρες το τσεκ-απ περιλαμβάνει την κλινική εξέταση, τη μέτρηση του δείκτη μάζας σώματος που βασίζεται στο βάρος και ύψος του σώματος, τη μέτρηση της πίεσης, της γλυκόζης αίματος, τον έλεγχο του προστάτη και του παχέος εντέρου και τέλος τον έλεγχο των εμβολιασμών.
Η κλινική εξέταση από το γιατρό είναι η καλύτερη ευκαιρία για να ελεγχθεί η γενική σωματική κατάσταση του ανδρός.
Παράλληλα ο άνδρας έχει την ευκαιρία να ρωτήσει διάφορα πράγματα σε σχέση με την υγεία που τον αφορούν. Επίσης ο γιατρός μπορεί να δώσει συμβουλές στον άνδρα ανάλογα με τα ειδικά προβλήματα στην κάθε περίπτωση.
Η συχνότητα με την οποία ένας άνδρας πρέπει να εξετάζεται από το γιατρό, εξαρτάται από την ηλικία:
- 18 έως 39 ετών: Κάθε 3 έως 5 χρόνια
- 40 έως 49 ετών: Κάθε 1 έως 2 χρόνια
- Άνω των 50 ετών: Κάθε χρόνο. Στις ηλικίες αυτές η συχνότητα των καρδιακών παθήσεων και του καρκίνου αυξάνονται σημαντικά
Κατά την κλινική εξέταση εκτός των άλλων μπορεί να γίνει μια επισταμένη εξέταση του δέρματος για την ανίχνευση ανησυχητικών αλλαγών του ή προκαρκινικών καταστάσεων. Επίσης η εξέταση των όρχεων είναι δυνατόν να ανιχνεύσει έγκαιρα τον καρκίνο των όρχεων.
Παράλληλα η εξέταση του αγγειακού συστήματος δίνει πληροφορίες για τις αρτηρίες που μεταφέρουν το αίμα στον εγκέφαλο ή στα κάτω μέλη. Ο έλεγχος των ματιών πρέπει να γίνεται για την έγκαιρη διάγνωση ασθενειών όπως το γλαύκωμα και ο εκφυλισμός της ωχράς κηλίδας που αποτελούν τις συχνότερες αιτίες τύφλωσης.
Η μέτρηση της πίεσης πρέπει να γίνεται σε κάθε ιατρική επίσκεψη ή τουλάχιστο κάθε 1 έως 2 χρόνια.
Είναι πολύ σημαντικό να ανιχνεύεται έγκαιρα η ψηλή πίεση διότι είναι αιτία καρδιακών παθήσεων και εγκεφαλικών επεισοδίων.
Ψηλή πίεση υπάρχει όταν μετά από την ορθή μέτρηση, η πίεση είναι ίση ή μεγαλύτερη από 140/90 mmHg. Εάν υπάρχει ψηλή πίεση, οι μετρήσεις της πρέπει να γίνονται συχνότερα.
Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, η σωματική άσκηση, η μείωση του αλατιού στη διατροφή και τα φάρμακα εάν χρειάζονται, βοηθούν στην αντιμετώπιση της ψηλής πίεσης.
Η μέτρηση του βάρους και του ύψους επιτρέπουν τον υπολογισμό του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ).
Ο ΔΜΣ υπολογίζεται σαν το πηλίκο του βάρους σώματος (Β) με μονάδα μέτρησης σε κιλά, διαιρούμενο δια του ύψους (Υ) με μονάδα μέτρησης σε μέτρα στο τετράγωνο. Δηλαδή ΔΜΣ=Β/Υ2.
Ο ΔΜΣ είναι πολύ καλύτερος δείκτης του κατά πόσο κάποιος είναι υπέρβαρος ή παχύσαρκος διότι λαμβάνεται υπ' όψη στον υπολογισμό του και το ύψος του κάθε ασθενή.
Τα κριτήρια που λαμβάνονται υπ' όψη για να φανεί εάν κάποιος έχει υπερβολικό βάρος σώματος είναι τα ακόλουθα:
- Κανονικό βάρος του ατόμου για το ύψος του είναι όταν ο ΔΜΣ κυμαίνεται μεταξύ 18,5 και 24,9
- Υπέρβαρα είναι τα άτομα που έχουν ΔΜΣ μεταξύ 25 και 29,9
- Παχύσαρκα είναι τα άτομα που έχουν ΔΜΣ από 30 έως 35 και πιο πάνω
Ο υπολογισμός του ΔΜΣ πρέπει να γίνεται σε κάθε κλινική εξέταση από το γιατρό.
Η χοληστερόλη όταν είναι ψηλή στο αίμα, αυξάνει τον κίνδυνο για καρδιακή πάθηση και εγκεφαλικά επεισόδια.
Η μέτρηση της χοληστερόλης στο αίμα πρέπει να γίνεται τουλάχιστο κάθε 5 χρόνια. Σε άτομα με ιστορικό ψηλής πίεσης ή διαβήτη, ο έλεγχος της χοληστερόλης είναι καλό να γίνεται κάθε 1 έως 2 χρόνια.
Ο έλεγχος της γλυκόζης αίματος είναι σημαντικός για την ανίχνευση του διαβήτη.
Πολλοί πάσχουν από διαβήτη ή προδιαβήτη χωρίς να το γνωρίζουν.
Ο διαβήτης παρουσιάζει μια σημαντική αύξηση. Είναι αιτία πολλών άλλων ασθενειών όπως καρδιοπαθειών, νεφροπαθειών, τύφλωσης, αγγειακών παθήσεων και εγκεφαλικών επεισοδίων.
Κανονικά η γλυκόζη αίματος είναι κάτω από 110 mg/dl. Εάν η ανάλυση δείξει πιο πάνω από 125 mg/dl, τότε πρέπει να γίνει μια δεύτερη ανάλυση. Εάν σε δύο διαφορετικές ημέρες η ανάλυση δείξει τιμές μεγαλύτερες από 125 mg/dl, τότε ο ασθενής έχει διαβήτη.
Οι ενδιάμεσες τιμές από 110 mg/dl έως 125 mg/dl δείχνουν ότι ο ασθενής έχει προδιαβήτη με αυξημένο κίνδυνο να προσβληθεί από διαβήτη. Η γλυκόζη αίματος πρέπει να ελέγχεται τουλάχιστο κάθε 3 χρόνια.
Άτομα που είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα, που έχουν οικογενειακό ιστορικό διαβήτη, ψηλή χοληστερόλη ή ψηλή πίεση διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για διαβήτη και έτσι πρέπει να ελέγχουν τη γλυκόζη αίματος τους συχνότερα.
Ο έλεγχος για τον καρκίνο του προστάτη, αποτελεί ένα επίμαχο θέμα.
Παρά το γεγονός ότι ο καρκίνος του προστάτη είναι ο συχνότερος καρκίνος στους άνδρες, εντούτοις για τα πρώιμα στάδια η αναγκαιότητα ανίχνευσης παραμένει υπό αμφισβήτηση.
Οι άνδρες άνω των 50 ετών ή νεώτεροι με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του προστάτη, θα πρέπει να συζητούν με το γιατρό τους, τις ιδιαιτερότητες, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του τσεκ-απ για τον προστάτη.
Τα τεστ που χρησιμοποιούνται ευρέως για την ανίχνευση του καρκίνου του προστάτη είναι η δακτυλική εξέταση από το ορθό με τη ψηλάφηση του προστάτη και η μέτρηση στο αίμα του ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA).
Το τσεκ-απ πρέπει να περιλαμβάνει και εξετάσεις που στόχο έχουν την ανίχνευση καρκίνου του παχέος εντέρου.
Ο καρκίνος αυτός, αποτελεί την τρίτη συχνότερη αιτία θανάτου στους άνδρες.
Όλοι οι άνδρες άνω των 50 ετών πρέπει να υποβάλλονται σε εξετάσεις για την ανίχνευση του καρκίνου παχέος εντέρου.
Επίσης νεώτεροι άνδρες με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου παχέος εντέρου, είναι επίσης αναγκαίο να ελέγχονται για τον εν λόγω καρκίνο. δυστυχώς οι εξετάσεις αυτές του τσεκ-απ δεν γίνονται παρά μόνο σε λίγες περιπτώσεις.
Οι εξετάσεις που χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό είναι η ανίχνευση αίματος στα κόπρανα (stool guaiac), η κολονοσκόπηση και η σιγμοειδοσκόπηση. Σε άνδρες άνω των 50 ετών, η ανίχνευση αίματος στα κόπρανα πρέπει να γίνεται κάθε χρόνο.
Η σιγμοειδοσκόπηση σε άνδρες άνω των 50 ετών, πρέπει να γίνεται κάθε 5 χρόνια. Η κολονοσκόπηση σε άνδρες άνω των 50 ετών πρέπει να γίνεται κάθε 10 χρόνια.
Εάν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό για τον καρκίνο αυτό τότε η κολονοσκόπηση να αρχίζει από την ηλικία των 40 ετών. Ανάλογα με την περίπτωση ο γιατρός θα συζητήσει τις ιδιαιτερότητες και θα προσαρμοστούν οι εξετάσεις στις ανάγκες του ασθενούς.
Οι εμβολιασμοί είναι ένας απλός και αποτελεσματικός τρόπος για την πρόληψη σημαντικών μολύνσεων.
Οι εμβολιασμοί πρέπει να περιλαμβάνουν εμβόλια κατά του τετάνου κάθε 10 χρόνια, της γρίπης κάθε χρόνο ιδιαίτερα στα άτομα άνω των 50 ετών, του πνευμονιόκοκκου για πρόληψη της πνευμονίας σε άτομα άνω των 65 ετών.
Ο γιατρός θα συστήσει και άλλα εμβόλια όπως αυτά της ηπατίτιδας Β και Α ανάλογα με την περίπτωση.