Οι παράγοντες, που έχουν ενοχοποιηθεί για τη δημιουργία της λευχαιμίας είναι οι κληρονομικοί, γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Είναι γεγονός ότι στις περισσότερες περιπτώσεις η αιτιολογία δεν είναι δυνατόν να αναγνωρισθεί.
Ο ρόλος των μολύνσεων με ιούς έχει μελετηθεί ιδιαίτερα λόγω του κινδύνου μετάδοσης. Επιπρόσθετα ορισμένοι ιοί έχουν συσχετισθεί άμεσα με τη γένεση καρκίνων και λευχαιμιών.
Οι ιοί μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία καρκίνων με τουλάχιστο δύο διαφορετικούς τρόπους.
Ο πρώτος τρόπος είναι δια μέσου της άμεσης επίδρασής τους πάνω σε ορισμένα κύτταρα, στα οποία μεταλλάσσουν το DNA, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας νέος όγκος από την οικογένεια των κυττάρων που έχουν προσβληθεί.
Ο δεύτερος τρόπος είναι δια μέσου των ανοσολογικών διαταραχών, που δημιουργούνται στο σύστημα άμυνας του οργανισμού. Στην περίπτωση αυτή, από το ανοσοποιητικό σύστημα, προκαλείται η ανάπτυξη ανώμαλου νεοπλασματικού πληθυσμού κυττάρων.
Ο δεύτερος αυτός τρόπος, με την ανοσολογική διαταραχή, έχει ιδιαίτερα ενοχοποιηθεί για την πρόκληση λευχαιμίας.
Στα παιδιά, οι λοιμώξεις μπορούν να έχουν διαφορετικά αποτελέσματα λόγω του ότι το ανοσοποιητικό τους σύστημα είναι ανώριμο.
Παλαιότερες μελέτες έδειξαν ότι η ανάμειξη παιδιών με μεγάλους αριθμούς άλλων παιδιών, που προέρχονται από διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές, όπως για παράδειγμα στις περιπτώσεις μετανάστευσης ή αλλαγής της περιοχής διαμονής, συσχετιζόταν με την εκδήλωση οξείας λευχαιμίας.
Έρευνα από την Καλιφόρνια δείχνει, ότι δεν είναι μόνο ο αριθμός των παιδιών που αναμιγνύονται που έχει ρόλο, αλλά επίσης η χρονική στιγμή της υποβολής των παιδιών σε πολλούς λοιμογόνους παράγοντες.
Σύμφωνα με επιδημιολογική έρευνα που διεξήγαγε το Northern California Childhood Leukemia Study Group, τα παιδιά τα οποία πολύ νωρίς, από την βρεφική ηλικία, υποβάλλονται σε λοιμώξεις από πολλούς παράγοντες, όπως ακριβώς αυτό που παρατηρείται σε νηπιαγωγεία και βρεφοκομικούς σταθμούς, έχουν λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία.
Οι ερευνητές εξέτασαν τα δεδομένα για 140 παιδιά με οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία ηλικίας από 1 έως 14 ετών και τα σύγκριναν με δεδομένα από παιδιά που επελέγησαν τυχαία.
Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι τα παιδιά εκείνα που είχαν τις περισσότερες ώρες σε βρεφοκομικούς σταθμούς ή νηπιαγωγεία είχαν σημαντικά μικρότερο κίνδυνο να εκδηλώσουν οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία αργότερα στην παιδική ηλικία.
Οι επιστήμονες που έκαναν την έρευνα πιστεύουν ότι όταν ορισμένα παιδιά, υποβληθούν αργότερα, μετά από την βρεφική ηλικία, σε ορισμένους λοιμογόνους παράγοντες, πιθανόν ν' αντιδρούν με τη δημιουργία από το ανοσοποιητικό του σύστημα, ενός ανώμαλου πληθυσμού κυττάρων, που εξελίσσονται σε οξεία λευχαιμία.
Το γεγονός δηλαδή, ότι ένα παιδί αρχίζει από πολύ νωρίς να πηγαίνει σε βρεφοκομικό σταθμό, το υποβάλλει έγκαιρα σε ορισμένες λοιμώξεις, για παράδειγμα από ιούς, με αποτέλεσμα να ωριμάζει έγκαιρα. Εάν υποβληθεί, σύμφωνα με τους ερευνητές αργότερα, τότε ο κίνδυνος να ανταποκριθεί ανώμαλα και να δημιουργήσει λευχαιμία είναι μεγαλύτερος.
Βασικά υπάρχουν και άλλοι τρόποι για να ερεθιστεί το ανοσοποιητικό σύστημα ενός παιδιού από τη βρεφική ηλικία και να ωριμάσει έγκαιρα. Οι επαφές με τους φίλους και συγγενείς της οικογένειας και οι εμβολιασμοί μπορούν να επενεργήσουν θετικά προς την κατεύθυνση αυτή.
Συνοπτικά φαίνεται ότι η απομόνωση του παιδιού και η μη επαφή του από πολύ νωρίς με κοινούς λοιμογόνους παράγοντες μπορεί να έχει αρνητικά αποτελέσματα στο παιδί με αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης οξείας λευχαιμίας.
Μια άλλη πιθανή εξήγηση είναι ότι ορισμένα παιδιά για γενετικούς και κληρονομικούς λόγους έχουν μια αυξημένη προδιάθεση να εκδηλώσουν λευχαιμία. Το γεγονός αυτό μαζί με την αργοπορημένη υποβολή του παιδιού σε κοινούς λοιμογόνους παράγοντες μπορεί να είναι η αιτία έναρξης της λευχαιμογένεσης.
Το πρόβλημα, που παραμένει είναι, ότι δεν έχουν αναγνωριστεί οι μολυσματικοί εκείνοι παράγοντες που είναι ικανοί να προκαλέσουν οξεία λευχαιμία, στα παιδιά με ανεπαρκή ανάπτυξη του ανοσοποιητικού τους συστήματος.
Τα ευρήματα αυτά είναι πολύ σημαντικά. Ρίχνουν περισσότερο φως στο ρόλο των ιώσεων στη γένεση της λευχαιμίας. Επιπρόσθετα τονίζουν τη σημασία, που έχει το ανοσοποιητικό σύστημα στην πρόκληση αλλά και καταστολή της εκδήλωσης της λευχαιμίας και άλλων ειδών καρκίνου.
Τα δεδομένα αυτά δημιουργούν την ανάγκη περισσότερων ερευνών προς την κατεύθυνση αυτή για να εξετασθεί καλύτερα ο ρόλος του ανοσοποιητικού συστήματος και ν' αναγνωρισθούν εκείνοι οι ιοί οι οποίοι είναι οι συχνότεροι αίτιοι των ανωμαλιών που οδηγούν στη λευχαιμία.