Οι μύκητες στο στόμα προσβάλλουν όλο και πιο πολλούς ανθρώπους. Η αλόγιστη χορήγηση αντιβιοτικών είναι μεταξύ των παραγόντων που συμβάλλουν στην αύξηση των στοματικών μυκητιάσεων.
Κανονικά οι μύκητες στον άνθρωπο υπάρχουν σε ποσότητες που δεν προκαλούν μόλυνση. Ωστόσο σε ορισμένες καταστάσεις, για παράδειγμα όταν μειώνεται ή άμυνα του οργανισμού, ορισμένοι μικροοργανισμοί όπως ο μύκητας κάντιτα (Candida albicans) πολλαπλασιάζονται προκαλώντας μυκητισιακή μόλυνση του στόματος.
Επίσης όταν τα φυσιολογικά βακτηρίδια που υπάρχουν και περιορίζουν την ανάπτυξη των μυκήτων μειώνονται (λόγω για παράδειγμα λήψης αντιβιοτικών), είναι δυνατόν να προκληθεί μυκητίαση.
Η μυκητίαση του στόματος που αποκαλείται επίσης στοματική καντιτίαση ή μονιλίαση, μπορεί να προσβάλει οποιονδήποτε. Είναι όμως συχνότερη σε:
- Βρέφη και μικρά παιδιά
- Ηλικιωμένους
- Έγκυες
- Γυναίκες που λαμβάνουν αντισυλληπτικά
- Άτομα με εξασθενημένη άμυνα του οργανισμού
- Διαβητικούς
- Καρκινοπαθείς
- Ασθενείς με AIDS
- Ασθενείς που λαμβάνουν αντιβιοτικά, ανοσοκατασταλτικά φάρμακα ή κορτικοστεροειδή
- Καπνιστές
- Άτομα με τεχνητές οδοντοστοιχίες.
Τα σημεία και συμπτώματα της στοματικής μυκητίασης περιλαμβάνουν:
- Λευκές επιστρώσεις που μοιάζουν με μεμβράνες, στη γλώσσα και σε άλλα μέρη της στοματικής κοιλότητας. Η νόσος μπορεί να επεκταθεί στον ουρανίσκο, στα ούλη, στο φάρυγγα, στον οισοφάγο. Η αφαίρεση των μεμβρανών αυτών, αποκαλύπτει τη βλεννογόνο του στόματος που βρίσκεται από κάτω η οποία είναι ερυθηματώδης, προκαλεί πόνο και αιμορραγεί εύκολα
- Πόνο
- Δυσκολία κατάποσης
- Δημιουργείται η εντύπωση ότι το φαγητό κολλάει στο στόμα ή πιο κάτω προς το μέσο του στήθους
- Πυρετό εάν η νόσος γενικευθεί.
Η μικροσκοπική εξέταση των λευκών επιστρωμάτων που παρατηρούνται στη στοματική μυκητίαση, επιβεβαιώνει τη μονιλίαση. Συνήθως όμως η εξέταση αυτή δεν είναι απαραίτητη. Η διάγνωση γίνεται με βάση την κλινική εικόνα.
Είναι σημαντικό η διερεύνηση της στοματικής μυκητίασης να αποκλείσει την ύπαρξη άλλης σοβαρότερης ασθένειας που μπορεί να είναι η αιτία πρόκλησης της.
Η θεραπεία στηρίζεται στα αντιμυκητισιακά φάρμακα: Νυστατίνη, μικοναζόλη, κλοτριμαζόλη, κετοκοναζόλη, φλουκοναζόλη. Τα αντιμυκητισιακά φάρμακα μπορεί να χορηγηθούν σε τοπικά σκευάσματα αλλά μπορεί να επιβάλλεται η λήψη αντιμυκητισιακών δια της γενικής οδού.
Η πρόγνωση είναι καλή και σπάνια δημιουργούνται άλλα προβλήματα σε ασθενείς που δεν έχουν μια άλλη πάθηση που υποβόσκει. Παρόλα αυτά είναι δυνατόν η νόσος να υποτροπιάζει.
Σε ασθενείς με άλλη πάθηση που είναι η αιτία πρόκλησης της στοματικής μονιλίασης, η θεραπεία, εξέλιξη και πρόγνωση εξαρτώνται από την αντιμετώπιση και πορεία που θα πάρει η βασική νόσος.
Για σκοπούς πρόληψης, οι ασθενείς που λαμβάνουν αντιβιοτικά μπορούν να μειώνουν τον κίνδυνο πρόκλησης μονιλίασης καταναλώνοντας γιαούρτι. Οι καπνιστές σταματώντας το κάπνισμα, απομακρύνουν τον κίνδυνο προσβολής τους από μονιλίαση.
Άτομα με οδοντοστοιχίες πρέπει να βλέπουν τακτικά, τουλάχιστο μία φορά κάθε 6 μήνες, τον οδοντίατρο τους. Η καλή στοματική και οδοντική φροντίδα, απομακρύνει τον κίνδυνο στοματικής μυκητίασης. Οι διαβητικοί και άλλοι ασθενείς, επιρρεπείς στις μυκητιάσεις, πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στη φροντίδα του στόματος τους.
Σε βρέφη που παρουσιάζουν στοματική μυκητίαση, οι πιπίλες των μπιμπερών πρέπει να αλλάζονται με καινούργιες που θα αγορασθούν, όταν η νόσος υποχωρεί. Εάν δεν αλλαχθούν, εποικίζονται από τους μύκητες οι οποίοι δύσκολα φεύγουν και μπορούν να προκαλέσουν ξανά μονιλίαση στο παιδί.
Σε βρέφη που θηλάζουν και παρουσιάζουν στοματική μυκητίαση, χρειάζεται προσοχή διότι μπορεί να μεταδώσουν τη μόλυνση στη μητέρα τους. Η στοματική μονιλίαση δυσκολεύει το βρέφος στη σίτιση του.
Παράλληλα η μόλυνση μπορεί να προκαλεί στη μητέρα πόνο στις θηλές και στους μαστούς όπως επίσης τοπικά ένταση και ερυθρότητα του δέρματος. Στις περιπτώσεις αυτές η θεραπεία πρέπει να χορηγείται στο βρέφος και στη μητέρα του.