Το παθητικό κάπνισμα είναι μάστιγα που απειλεί όχι μόνο τους ενήλικες, αλλά ακόμη και τα έμβρυα και τα παιδιά γυναικών, που κατά την κύηση ή το θηλασμό, δέχονταν τις επιδράσεις του παθητικού καπνίσματος.
Γονείς που καπνίζουν πρέπει να ξέρουν ότι το παθητικό κάπνισμα στα παιδιά πιθανόν να τους προκαλεί καρκίνο της μύτης. Το ίδιο πρέπει να γνωρίζουν και όσοι καπνίζοντας, υποβάλλουν παιδιά σε παθητικό κάπνισμα.
Παιδιά που υποβλήθηκαν στις τοξικές επιδράσεις του καπνού κατά την εμβρυϊκή τους ζωή ή δια μέσου του μητρικού θηλασμού, κινδυνεύουν περισσότερο από καρκίνους της ουροδόχου κύστης και των νεφρών.
Οι καρκινογόνες δράσεις του ενεργού καπνίσματος έχουν μελετηθεί εκτεταμένα. Έχει τεκμηριωθεί ότι προκαλεί καρκίνους σε πολλά όργανα του ανθρωπίνου σώματος.
Αντίθετα, για το παθητικό κάπνισμα οι έρευνες και τα στοιχεία που υπάρχουν είναι λιγότερα. Υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις επιδράσεις των τοξικών ουσιών του καπνού που απορροφούνται από τις εγκύους, διαπερνούν τον πλακούντα και συσσωρεύονται στο έμβρυο.
Επίσης διερευνούνται οι επιδράσεις των ουσιών αυτών όταν εισέρχονται στον οργανισμό του παιδιού δια μέσου του μητρικού θηλασμού στις περιπτώσεις που η μητέρα υποβάλλεται σε παθητικό κάπνισμα ή καπνίζει η ίδια.
Το γάλα μητέρων που καπνίζουν περιέχει ψηλές συγκεντρώσεις νικοτίνης.
Στα ούρα των βρεφών των οποίων η μητέρα κατά την εγκυμοσύνη ή το θηλασμό κάπνιζε, η συγκέντρωση της κοτινίνης είναι ισοδύναμη με αυτήν που παρατηρείται σε ενήλικες καπνιστές. Η κοτινίνη είναι ουσία του καπνού που συγκεντρώνεται στα ούρα και η παρουσία της δείχνει ότι το παιδί υποβλήθηκε σε κάπνισμα.
Ανάλογη κατάσταση περιγράφεται και σε μητέρες που ενώ οι ίδιες δεν καπνίζουν, υποβάλλονται σε παθητικό κάπνισμα.
Τα παιδιά με λίγα λόγια είναι δυνατόν να γίνονται θύματα παθητικού καπνίσματος στην εμβρυϊκή τους ζωή, στη μήτρα της μητέρας τους, όταν θηλάζουν και όταν κάποιος καπνίζει στο περιβάλλον τους.
Στη Σουηδία έχει γίνει σειρά μελετών σχετικά με το παθητικό κάπνισμα και την πρόκληση καρκίνου στα παιδιά. Σε μια ενδιαφέρουσα έρευνα, Σουηδοί ερευνητές εξέτασαν βάσεις δεδομένων οικογενειών από το 1958 έως το 2002.
Ο στόχος ήταν να φανεί κατά πόσο παιδιά γονέων που κάπνιζαν και προσβλήθηκαν από καρκίνο του πνεύμονα, προσβάλλονταν τα ίδια από κακοήθεις νόσους που δεν μπορούσαν να εξηγηθούν από δικό τους ενεργητικό κάπνισμα ή οικογενειακή προδιάθεση για καρκίνο.
Είναι γνωστό ότι οι πλείστες περιπτώσεις καρκίνου των πνευμόνων εκδηλώνονται σε ασθενείς που καπνίζουν. Για αυτό η ύπαρξη καρκίνου πνευμόνων στους γονείς και το κάπνισμα από αυτούς, θεωρήθηκαν ως δείκτες υποβολής των παιδιών σε παθητικό κάπνισμα.
Εξετάστηκαν οι περιπτώσεις 17.693 μητέρων και 41.838 πατέρων που προσβλήθηκαν από καρκίνο του πνεύμονα. Στη συνέχεια έγιναν συσχετισμοί με την εκδήλωση διαφόρων μορφών καρκίνου στα παιδιά τους, όταν αυτά ενηλικιώθηκαν.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα παιδιά των γυναικών με καρκίνο που μελετήθηκαν, είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο να προσβληθούν από καρκίνο της μύτης, της ουροδόχου κύστης, των νεφρών και του πνεύμονα. Ο κίνδυνος για καρκίνο των νεφρών και της ουροδόχου κύστης ήταν μεγαλύτερος σε νεαρότερες ηλικίες.
Τα παιδιά των ανδρών με καρκίνο του πνεύμονα, είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο να προσβληθούν από καρκίνο της μύτης και του πνεύμονα αλλά λιγότερο για καρκίνο των νεφρών και της ουροδόχου κύστης.
Το μεγαλύτερο κίνδυνο για καρκίνο τον είχαν παιδιά των οποίων και οι δύο γονείς κάπνιζαν και είχαν προσβληθεί από καρκίνο του πνεύμονα. Στις περιπτώσεις αυτές ο καρκίνος από τον οποίο κινδύνευαν περισσότερο τα παιδιά ήταν ο καρκίνος της μύτης (αδενοειδές κυστικό καρκίνωμα της μύτης).
Το συμπέρασμα των ερευνητών είναι ότι το παθητικό κάπνισμα κατά την παιδική ηλικία συμβάλλει στην πρόκληση καρκίνου της μύτης όταν τα παιδιά θα γίνουν ενήλικες.
Ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος όταν και οι δύο γονείς έχουν προσβληθεί από καρκίνο του πνεύμονα και όταν ένας από τους δύο γονείς παρουσιάζει καρκίνο πνεύμονα. Όταν η μητέρα έχει τον καρκίνο πνεύμονα, ο κίνδυνος για το παιδί είναι μεγαλύτερος.
Η υποβολή του παιδιού στις τοξικές ουσίες του καπνού κατά την εμβρυϊκή ζωή ή κατά το θηλασμό, πιθανόν να συμβάλλει στην πρόκληση καρκίνου των νεφρών και της ουροδόχου κύστης όταν αυτά θα γίνουν ενήλικες.
Πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι άλλες παλαιότερες έρευνες σχετικά με τις επιδράσεις του παθητικού καπνίσματος στα παιδιά έδειξαν ότι αυτό αυξάνει τον κίνδυνο προσβολής τους από λευχαιμία, κακόηθες λέμφωμα όπως επίσης και από μέση ωτίτιδα, άσθμα, βήχα, βρογχίτιδα και μείωση της πνευμονικής τους λειτουργίας.
Συγγραφέας άρθρου:
Καθηγητής Λοΐζος Γ. Λοΐζου,
Πρόεδρος Ιδρύματος ΕΛΠΙΔΑ για παιδιά με καρκίνο και λευχαιμία,
Κλινικός Καθηγητής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Λευκωσίας,
Παιδίατρος, Παιδογκολόγος-Παιδοαιματολόγος,
Διευθυντής Παιδογκολογικής-Παιδοαιματολογικής Κλινικής
Νοσοκομείο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ΙΙΙ, Λευκωσία.