Οι
ασθενείς που παίρνουν φάρμακα για τη μείωση παραγωγής οξέων από το
στομάχι, πρέπει να γνωρίζουν ότι έχουν αυξημένο κίνδυνο να προσβληθούν από
πνευμονία.Τα φάρμακα που καταστέλλουν την παραγωγή οξέων από το
στομάχι ανήκουν βασικά σε δύο κατηγορίες:
- Aναστολείς της αντλίας πρωτονίων: H
αντλία πρωτονίων αποτελεί το τελικό στάδιο στην έκκριση του υδροχλωρικού
οξέος από το στομάχι. Oι ανταγωνιστές της αντλίας πρωτονίων αποτελούν
σημαντικό θεραπευτικό όπλο εναντίον του έλκους και της γαστροοισοφαγικής
παλινδρόμησης.
Στη κατηγορία αυτή ανήκουν τα φάρμακα: Ομεπραζόλη, λανσοπραζόλη,
παντοπραζόλη και ραμπεπραζόλη.
Eκτός της χρήσης τους στο πεπτικό έλκος οι ανταγωνιστές της αντλίας
πρωτονίων χρησιμοποιούνται ως φάρμακα εκλογής σε βαριές οισοφαγίτιδες,
που συνήθως, δεν ανταποκρίνονται στους H2-ανταγωνιστές
- H2-ανταγωνιστές: Oι H2-ανταγωνιστές
χρησιμοποιούνται στη θεραπευτική αντιμετώπιση του έλκους και της
γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης.
Τα φάρμακα αυτά είναι: Σιμετιδίνη, ρανιτιδίνη, φαμοτιδίνη, νιζατιδίνη
και ροξατιδίνη. Δεσμεύουν τους H2-υποδοχείς της ισταμίνης και
αναστέλλουν την έκκριση οξέος από τα τοιχώματα του στομαχιού
Σε ασθένειες όπως το έλκος του πεπτικού συστήματος και η
γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, τα εν λόγω φάρμακα βοηθούν μειώνοντας την
οξύτητα του γαστρικού περιεχομένου. Ανακουφίζουν τους ασθενείς από τα
συμπτώματά τους και συμβάλλουν σε γρηγορότερη ανάρρωση.
Μια από τις ανεπιθύμητες συνέπειες της δράσης των
φαρμάκων αυτών, είναι η μείωση της τοπικής άμυνας στο στομάχι με
αποτέλεσμα να αναπτύσσονται παθογόνα βακτηρίδια και ιοί. Τα μικρόβια
που πολλαπλασιάζονται προέρχονται συνήθως από τη στοματική κοιλότητα.
Επειδή οι παθήσεις για τις οποίες δίνονται φάρμακα που καταστέλλουν
την παραγωγή οξέων από το στομάχι είναι πολλές και επειδή τα φάρμακα
αυτά χρησιμοποιούνται ευρέως για μεγάλα χρονικά διαστήματα, υπάρχουν
ανησυχίες ότι παθήσεις όπως η πνευμονία και άλλες μολύνσεις, πιθανόν
να αυξάνονται στους ασθενείς που τα λαμβάνουν. |
Για να διαλευκάνουν περισσότερο το εν λόγω ζήτημα, ερευνητές από την
Ολλανδία, εξέτασαν σε 364.683 ασθενείς τη σχέση μεταξύ της χορήγησης
φαρμάκων που μειώνουν την παραγωγή οξέων από το στομάχι (αναστολείς
αντλίας πρωτονίων και H 2 ανταγωνιστές) και πνευμονίας. Η
έρευνα διήρκεσε από το 1995 έως το 2002.
Από το σύνολο των ασθενών κατά την περίοδο της έρευνας, 5.551
προσβλήθηκαν από πνευμονία. Οι 477 ανέπτυξαν την πνευμονία κατά τη
διάρκεια ή μετά από τη λήψη των φαρμάκων που μείωναν την παραγωγή οξέων
από το στομάχι.
Συνολικά οι γιατροί συμπέραναν ότι τα εν λόγω
φάρμακα αυξάνουν κατά 27% τον κίνδυνο προσβολής από πνευμονία.
Στους ασθενείς που ελάμβαναν αναστολείς αντλίας πρωτονίων, ο
κίνδυνος για πνευμονία εκτός του ότι ήταν μεγαλύτερος, αυξανόταν με
την αύξηση της δόσης του φαρμάκου.
Η σχέση μεγαλύτερης δόσης και μεγαλύτερου κινδύνου δεν
παρατηρήθηκε για τους H 2 ανταγωνιστές). |
Τα συμπεράσματα της εργασίας των Ολλανδών γιατρών είναι πολύ σημαντικά
και δεν πρέπει να αγνοηθούν. Ο αριθμός των ασθενών στους οποίους
χορηγούνται αναστολείς αντλίας πρωτονίων και H 2 ανταγωνιστές,
είναι μεγάλος.
Ασθένειες όπως το έλκος του στομαχιού ή του δωδεκαδάκτυλου και η
γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση είναι πολύ συχνές και τα φάρμακα επιλογής
είναι αυτά που μειώνουν την οξύτητα του στομαχιού. Επίσης οι γιατροί
χορηγούν τα ίδια φάρμακα και σε ασθενείς με σοβαρές μορφές δυσπεψίας.
Παράλληλα έχει παρατηρηθεί ότι οι ασθενείς εύκολα συνεχίζουν να
παίρνουν τα εν λόγω φάρμακα έστω και εάν τα συμπτώματα έχουν περάσει.
Ακόμη και από μόνοι τους αρχίζουν να τα παίρνουν όταν νιώθουν κάποιες νέες
πεπτικές ενοχλήσεις.
Είναι λοιπόν απαραίτητο τα φάρμακα που μειώνουν την παραγωγή οξέων
από το στομάχι, αναστολείς αντλίας πρωτονίων και H 2
ανταγωνιστές, να λαμβάνονται μόνο μετά από ιατρική συμβουλή και
παρακολούθηση.
Πρόκειται για πολύτιμα όπλα στην καταπολέμηση του έλκους του
πεπτικού συστήματος και της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, έχουν τους
κινδύνους τους (πονοκέφαλους, διάρροια, πνευμονία) αλλά με την ορθή χρήση
προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες.