Η σχιζοφρένεια είναι από τις πλέον δύσκολες ψυχιατρικές ασθένειες και επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο ένα άτομο σκέφτεται, αισθάνεται και ενεργεί.
Το άτομο με σχιζοφρένεια δυσκολεύεται να κάνει τη διαφορά μεταξύ αυτού που είναι πραγματικότητα και αυτού που ανήκει στον κόσμο της φαντασίας.
Η πάθηση έχει περιγραφεί από την αρχαιότητα. Υπολογίζεται ότι επηρεάζει 1% του πληθυσμού. Οι αιτίες που προκαλούν την πάθηση δεν είναι γνωστές.
Μερικές θεωρίες για τη γένεση της νόσου περιλαμβάνουν παράγοντες όπως την κληρονομικότητα, βιολογικές ανισορροπίες στον εγκέφαλο, πιθανές ιογενείς μολύνσεις και διαταραχές του συστήματος άμυνας του οργανισμού.
Πρόκειται για μια χρόνια πάθηση που διαρκεί για όλη τη ζωή του ασθενούς. Οι σχιζοφρενείς έχουν δυσκολίες στο να διατηρήσουν μια θέση εργασίας ή να φροντίζουν τους εαυτούς τους. Για αυτό, οι ευθύνες για τη φροντίδα τους που βαρύνουν τις οικογένειες τους και την κοινωνία είναι μεγάλες.
Η θεραπεία της σχιζοφρένειας είναι πολύ δύσκολη. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν πολλά αντιψυχωτικά φάρμακα, η αποτελεσματικότητα της θεραπείας περιορίζεται λόγω του ότι τα φάρμακα μπορούν να προκαλούν σημαντικές παρενέργειες.
Παράλληλα πολλοί ασθενείς παρουσιάζουν μόνο μερική υποχώρηση των συμπτωμάτων τους. Σε ποσοστό των ασθενών που ανέρχεται μέχρι 30%, η χορήγηση φαρμάκων δεν προσφέρει καμία ανακούφιση από τα συμπτώματα.
Ωστόσο τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται μια έντονη και ελπιδοφόρα ερευνητική δραστηριότητα στον τομέα της δημιουργίας νέων αποτελεσματικών φαρμάκων για την καταπολέμηση της σχιζοφρένειας. Παράλληλα με την ανάπτυξη νέων αποτελεσματικών φαρμάκων, υπάρχει και πρόοδος στην καλύτερη κατανόηση της πάθησης που στόχο έχει την καλύτερη πρόληψη και θεραπεία της.
Γιατροί από τις Ηνωμένες Πολιτείες εξέτασαν την αποτελεσματικότητα ενός νέου φαρμάκου σε 444 ασθενείς με οξύ επεισόδιο σχιζοφρένειας.
Το φάρμακο που εξετάστηκε είναι η παλιπεριδόνη παρατεταμένης αποδέσμευσης σε χάπια. Η παλιπεριδόνη είναι προϊόν δραστικής διάσπασης (μεταβολίτης) της ρισπεριδόνης. Η ρισπεριδόνη είναι άλλο αντιψυχωτικό φάρμακο που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της σχιζοφρένειας από τη δεκαετία του 1990.
Μετά από την αξιολόγηση της σοβαρότητας των συμπτωμάτων των ασθενών, έγινε τυχαία επιλογή και κατανομή τους σε μια από 4 ομάδες που πήραν διαφορετική θεραπεία για διάρκεια 6 εβδομάδων. Οι 4 διαφορετικές θεραπείες ήταν:
- 6 mg παλιπεριδόνης παρατεταμένης αποδέσμευσης σε δισκία, ημερησίως
- 12 mg παλιπεριδόνης παρατεταμένης αποδέσμευσης σε δισκία, ημερησίως
- 10 mg ολανζαπίνης που είναι ενεργό αντιψυχωτικό φάρμακο, ημερησίως
- Εικονικό φάρμακο
Κατά τη διάρκεια των 6 εβδομάδων θεραπείας, οι ερευνητές παρακολουθούσαν και αξιολογούσαν την εξέλιξη των συμπτωμάτων των ασθενών και τις τυχόν παρενέργειες που παρουσιάζονταν. Η έρευνα ήταν διπλά τυφλή δηλαδή οι γιατροί που αξιολογούσαν όσο και οι ασθενείς, δεν γνώριζαν ποια θεραπεία από τις 4 λάμβανε ο ασθενής. Η μέθοδος αυτή, αφαιρεί την επίδραση της υποκειμενικότητας στην αξιολόγηση των επιδράσεων μιας θεραπείας.
Η πλέον αποτελεσματική δόση της παλιπεριδόνης ήταν αυτή των 6 mg ημερησίως. Στη δόση αυτή, οι ασθενείς παρουσίαζαν σημαντική βελτίωση της προσωπικής και κοινωνικής τους απόδοσης. Ωστόσο και στις 2 δόσεις της παλιπεριδόνης, τα αποτελέσματα του φαρμάκου ήσαν καλύτερα από το εικονικό φάρμακο για τη θεραπεία των συμπτωμάτων της σχιζοφρένειας.
Το συμπέρασμα των Αμερικανών γιατρών είναι ότι η αντιψυχωτική αποτελεσματικότητα της παλιπεριδόνης, σε συνδυασμό με την ασφάλεια, που χαρακτηρίζει τη χορήγηση της, ιδιαίτερα στη δόση των 6 mg, την καθιστούν ακόμη ένα θεραπευτικό όπλο επιλογής για την αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας.
Έχει πρακτικά πλεονεκτήματα με τα δισκία παρατεταμένης αποδέσμευσης, που προσφέρουν μακρά διάρκεια δράσης.
Επισημαίνεται ωστόσο, ότι δεν πρόκειται για μια δραματική εξέλιξη στη θεραπεία της σχιζοφρένειας και ότι το φάρμακο δεν προσφέρει θεαματικά πλεονεκτήματα σε σύγκριση με τις θεραπείες που ήδη υπάρχουν.
Εκείνο που τώρα επιβάλλεται να γίνει είναι επιπρόσθετες έρευνες για να φανεί η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της παλιπεριδόνης παρατεταμένης αποδέσμευσης μετά από θεραπεία ενός έτους. Τέτοιες έρευνες αξιολόγησης της μακροχρόνιας χορήγησης του φαρμάκου βρίσκονται υπό εξέλιξη και θα αναμένουμε με ενδιαφέρον τα αποτελέσματα τους.