Η
σχιζοφρένεια
είναι μια
σοβαρή, χρόνια
ψυχιατρική
πάθηση και
υπολογίζεται
ότι πάσχουν
από αυτή
περίπου 1% του
πληθυσμού. Χαρακτηρίζεται
από
διαταραχές
του χαρακτήρα
του ασθενούς,
με ανωμαλίες
της
συναισθηματικής
λειτουργίας,
διαταραχές
αντίληψης της
πραγματικότητας,
ύπαρξη
ψευδαισθήσεων,
αίσθημα
μετάδοσης ή
αποδοχής
σκέψεων από
άλλους
ανθρώπους.
Ισραηλινοί
ερευνητές έχουν
ανακαλύψει
ένα
πρωτοποριακό
τρόπο
διάγνωσης της
σχιζοφρένειας.
Η μέθοδος τους
βασίζεται στη
μέτρηση του
ειδικού mRNA για
την κατασκευή
υποδοχέων της
ντοπαμίνης
στην
επιφάνεια των
λεμφοκυττάρων.
Το mRNA αυτό
είναι η ουσία
που μεταφέρει
τη γενετική
πληροφορία
κατασκευής
των υποδοχέων
της
ντοπαμίνης
από τον πυρήνα
του κυττάρου
στα ριβοσωμάτια του
κυτταροπλάσματος.
Η
ντοπαμίνη
είναι ένας
βιοχημικός
αγγελιαφόρος
που εκτελεί
μεγάλο αριθμό
σημαντικών
λειτουργιών
στον
οργανισμό μας.
Εκείνο που
είναι
σημαντικό για
τη
σχιζοφρένεια
είναι ότι
σωρεία
πρόσφατων
ερευνών
δείχνουν ότι ο
βασικός
μηχανισμός
πρόκλησης της
σχιζοφρένειας
είναι μια
υπερβολική
έκφραση και
δραστηριότητα
της
ντοπαμίνης
σαν
βιοχημικού
αγγελιαφόρου
μεταξύ των
νευρώνων του
εγκεφάλου.
Μελέτες
που έγιναν σε
σχιζοφρενικούς
ασθενείς
επιβεβαίωσαν
πράγματι ότι
στον εγκέφαλό
τους υπάρχουν
στους
νευρώνες
αυξημένοι σε
ποσότητα
υποδοχείς για
την ντοπαμίνη.
Οι
Ισραηλινοί
ερευνητές
απέδειξαν ότι
το mRNA για τους
υποδοχείς της
ντοπαμίνης
στο αίμα των
σχιζοφρενικών
είναι
σημαντικά πιο
αυξημένο παρά
σε υγιείς
ανθρώπους.
Η έρευνα
αυτή
δημοσιεύεται
στη τελευταία
έκδοση του Proceedings of
the Academy of Sciences of the USA (2001;98:625-8), από
τους Fuchs και Ilani του
Weizmann Institut of Science της Rehovot στο
Ισραήλ.
Η
ανακάλυψη
αυτή είναι
πολύ
σημαντική.
Διευκολύνει
την διάγνωση
της
σχιζοφρένειας
που θα μπορεί
να γίνεται
πλέον πολύ
γρήγορα χωρίς
την ανάγκη
χρόνιας
παρακολούθησης
που
χρειάζεται
τώρα και
αποκλείει
άλλες
παροδικές
καταστάσεις
που μπορούν να
τη μιμηθούν.
Επιπλέον
δίνει μια σαφή
βιοχημική
εξήγηση για
την ασθένεια
αυτή
ανοίγοντας το
δρόμο για
εξειδικευμένη
αιτιολογική
θεραπεία και
ταυτόχρονα
αφαιρεί
σχετικές
προκαταλήψεις
που υπάρχουν.
Η γρήγορη
διάγνωση, η
προοπτική
αιτιολογικής
θεραπείας και
η βιοχημική
ανακάλυψη του
μηχανισμού
που οδηγεί στη
σχιζοφρένεια
αποτελούν μια
πολύ
σημαντική
εξέλιξη και
πρόοδο για μια
χρόνια πάθηση
που επηρεάζει
1% του
πληθυσμού.
Τώρα πρέπει να
αναμένουμε
κλινικές
δοκιμές σε
μεγάλο αριθμό
ασθενών για να
διαπιστωθεί
εάν πράγματι
οι πρώτες
αυτές μελέτες
επιβεβαιώνονται.