Δυστυχώς υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που μετά από τραυματισμούς για διάφορους λόγους και ιδιαίτερα στο κεφάλι, μεγαλοποιούν τα προβλήματα τους ή ακόμη προσποιούνται, για να κερδίσουν περισσότερες αποζημιώσεις από τις ασφαλιστικές εταιρείες ή ακόμη για να εξασφαλίσουν άδεια ασθενείας ή άλλα πλεονεκτήματα από τους εργοδότες τους.
Πώς όμως μπορεί να αποδειχθεί ότι ένας ασθενής λέει ψέματα όταν ισχυρίζεται ότι μετά από ένα τραυματισμό της κεφαλής, παρουσιάζει γνωσιακό πρόβλημα όπως διαταραχή της μνήμης, της συγκέντρωσης ή υποφέρει από άγχος ή πονοκέφαλο;
Σίγουρα δεν πρόκειται για εύκολο ζήτημα. Επίσης σε πολλούς ασθενείς, οι ισχυρισμοί αντιπροσωπεύουν την αλήθεια. Παράλληλα δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που καταλήγουν στα δικαστήρια λόγω διαφορετικών απόψεων των εμπλεκομένων μερών.
Οι επιστήμονες έχουν ενδιαφερθεί για το πρόβλημα. Έχουν γίνει σημαντικές έρευνες με τη χρήση διαφόρων μεθόδων που στόχο είχαν την αναγνώριση, με το μεγαλύτερο δυνατό βαθμό ορθότητας, των ασθενών που λένε την αλήθεια και αυτών που υποκρίνονται ή προσποιούνται για να εξασφαλίσουν κέρδη.
Μια πρόσφατη εργασία από Ισπανούς επιστήμονες του πανεπιστημίου της Γρανάδας, μας προσφέρουν πολύτιμη πληροφόρηση για το ενδιαφέρον αυτό ζήτημα. Η έρευνα επικεντρώθηκε σε ασθενείς που υπέστησαν τραυματισμούς της κεφαλής οι οποίοι λόγω διαφωνιών με τις ασφαλιστικές εταιρείες, κατέληξαν στα δικαστήρια απαιτώντας αποζημιώσεις.
Είναι γεγονός ότι στην Ισπανία και σε πολλές χώρες του κόσμου, δεν υπάρχουν απόλυτα έγκυρα συστήματα αναγνώρισης των ατόμων που προσποιούνται ή υποκρίνονται ότι παρουσιάζουν συμπτώματα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναπτυχθεί αξιόλογα εργαλεία με τη μορφή ειδικών νευροψυχικών τεστ και ανιχνευτών ψέματος για το διαχωρισμό αυτών που λένε την αλήθεια και αυτών που προσποιούνται.
Υπάρχουν αξιόπιστες εμπειρικές μέθοδοι που χρησιμοποιούν οι γιατροί για να καταλάβουν εάν ένας ασθενής λέει την αλήθεια κατά τις απαιτήσεις του. Για παράδειγμα μπορούν, εμπειρικά πάντοτε, να αξιολογήσουν εάν πράγματι ένας ασθενής παρουσιάζει προβλήματα μνήμης μετά από ένα τραυματισμό, τα οποία δεν του επιτρέπουν να ασκεί σωστά το επάγγελμα του.
Η αξία της εργασίας των Ισπανών επιστημόνων έγκειται στο ότι επιβεβαίωσαν και επικύρωσαν την αξία μίας σειράς από ειδικά νευροψυχικά τεστ τα οποία δημιούργησαν για να διακρίνουν τους προσποιητές από τους άλλους. Τα τεστ αυτά περιλαμβάνονταν σε σύνολο άλλων τεστ, διαφορετικού τύπου, για την αξιολόγηση των νευροψυχικών δυνατοτήτων του κάθε ασθενούς.
Το σύνολο των νευροψυχικών τεστ, διαρκούσε για 3 ώρες. Οι ασθενείς δεν μπορούσαν να γνωρίζουν ποια από τα τεστ είχαν σκοπό την αναγνώριση της προσποίησης και ποια την αξιολόγηση άλλων πνευματικών, ψυχικών, γνωσιακών δεξιοτήτων και καταστάσεων. Με τον τρόπο αυτό, οι ερευνητές έπαιρναν την πληροφόρηση που χρειάζονταν.
Τα τεστ που έκαναν οι Ισπανοί, ήσαν βασισμένα σε ανάλογα τεστ που δημιουργήθηκαν, αναπτύχθηκαν και δοκιμάστηκαν με επιτυχία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτά είναι το Victoria Symptom Validity Test (VSVT) και το Test of Memory Malingering (TOMM).
Η προσαρμογή και δοκιμασία των εν λόγω νευροψυχικών τεστ για την Ισπανία, ήσαν απαραίτητα διότι δεν μπορούν εύκολα να γίνονται εξαγωγές συμπερασμάτων από χώρες με διαφορετικό κοινωνικό, πολιτισμικό ή εθνικό πλαίσιο.
Τα συμπεράσματα των Ισπανών ερευνητών είναι ότι σχεδόν 50% αυτών που κατέφευγαν στα δικαστήρια για αποζημιώσεις μετά από τραυματισμούς της κεφαλής, προσποιούνταν ότι είχαν ψυχικά και γνωσιακά προβλήματα με στόχο να επωφεληθούν με κάποιο τρόπο.
Δεν επρόκειτο για υποχονδριακούς, υπεραγχώδεις ή ψυχαναγκαστικούς ασθενείς αλλά άτομα που απλά έλεγαν ψέματα με στόχο το κάποιας μορφής κέρδος, ιδιαίτερα τα χρήματα.
Εκείνο όμως που πρέπει να σημειώσουμε είναι ότι τα ευρήματα των Ισπανών ήσαν παρόμοια με αυτά που βρέθηκαν και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το ποσοστό των ασθενών που έλεγαν ψέματα στην Ισπανία ήταν σχεδόν το ίδιο με αυτό στην Αμερική.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν επίσης, ένα ανιχνευτή ψεμάτων. Το μηχάνημα καταγράφει τις φυσιολογικές αντιδράσεις της αρτηριακής πίεσης, του ρυθμού της καρδίας, τον αναπνευστικό ρυθμό και τη γαλβανική αντίδραση του δέρματος. Το μηχάνημα από μόνο του δεν έχει απόλυτη επιστημονική αξία αλλά σε συνδυασμό με τα άλλα τεστ θα μπορούσε να συμβάλλει στην ανίχνευση αυτών που λένε ψέματα.
Συνοπτικά θα συγκρατήσουμε ότι είναι δύσκολη η αναγνώριση αυτών που προσποιούνται ότι παρουσιάζουν συμπτώματα όπως προβλήματα μνήμης, συγκέντρωσης, άγχους και κεφαλόπονο μετά από τραυματισμό του κεφαλιού.
Τα νευροψυχικά τεστ που χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα κοινωνικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά της χώρας στην οποία χρησιμοποιούνται.