Η υστερεκτομή είναι μια από τις συχνότερες χειρουργικές επεμβάσεις. Στο 90% των περιπτώσεων, η υστερεκτομή γίνεται για καλοήθεις καταστάσεις και όχι για καρκίνο.
Σε πολλές γυναίκες η απόφαση για την υστερεκτομή δημιουργεί σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη σεξουαλική τους λειτουργία.
Ωστόσο, τα δεδομένα που υπάρχουν αναφορικά με τις επιδράσεις της υστερεκτομής στη σεξουαλική λειτουργία των γυναικών, δεν επιτρέπουν σαφείς ή αναμφίβολες απαντήσεις. Για το λόγο αυτό, πολλοί γιατροί δεν είναι επαρκώς πληροφορημένοι για τις πιθανές συνέπειες της υστερεκτομής.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι γυναίκες δυσκολεύονται να παίρνουν καλά πληροφορημένες επιλογές και αποφάσεις για τις πιθανότητες των θεραπειών που τους προσφέρονται.
Η βελτίωση της σεξουαλικής λειτουργίας μετά από υστερεκτομή
Πολλά ερευνητικά αποτελέσματα υποδεικνύουν, ότι στην πλειονότητα των γυναικών που κάνουν υστερεκτομή, η σεξουαλική λειτουργία και ικανοποίηση βελτιώνονται μετά τη χειρουργική επέμβαση.
Το γεγονός αυτό δεν είναι εκπληκτικό, δεδομένου, ότι πολλές γυναίκες που υποβάλλονται σε υστερεκτομή, το κάνουν για θεραπεία ινομυωμάτων, λειομυομάτων, διαταραχών της περιόδου, ενδομητρίωση ή φλεγμονώδεις νόσους της λεκάνης.
Οι εν λόγω παθήσεις, δυνατόν να επηρεάζουν αρνητικά τη σεξουαλική λειτουργία και ευχαρίστηση της γυναίκας. Η υποχώρηση μετά την υστερεκτομή των δυσάρεστων συμπτωμάτων, όπως ο πόνος στη λεκάνη και η δυσπαρευνία, οδηγεί σε αυξημένη επιθυμία για σεξ και διέγερση, και μεγαλύτερη σεξουαλική ικανοποίηση.
Η απουσία βελτίωσης ή η επιδείνωση της σεξουαλικής λειτουργίας μετά από υστερεκτομή
Σε μια ουσιαστική μειονότητα γυναικών, η σεξουαλική λειτουργία παραμένει ή γίνεται, αυξητικά δυσάρεστη μετά την υστερεκτομή.
Έχει υπολογιστεί ότι σ' ένα ποσοστό της τάξης του 10% έως 22% των γυναικών αυτών παρατηρείται μια μείωση της σεξουαλικής λειτουργίας μετά την επέμβαση. Σύμφωνα με άλλα στοιχεία εκτιμάται, ότι 20% έως 37% των γυναικών, που υποβάλλονται σε υστερεκτομή αναφέρουν επιδείνωση σε κάποια πτυχή της σεξουαλικότητας τους.
Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό, για ποιους λόγους μερικές γυναίκες δεν έχουν βελτίωση ή βιώνουν επιδείνωση στη σεξουαλική τους ζωή μετά από υστερεκτομή.
Η κατανόηση των παραγόντων, που επιτρέπουν την πρόβλεψη εκδήλωσης προβλημάτων στη σεξουαλική ζωή, μετά από την επέμβαση θα μπορούσε να βοηθά καλύτερα τι γυναίκες να έχουν την κατάλληλη πληροφόρηση για να παίρνουν τις αποφάσεις τους.
Με βάση αυτή την πληροφόρηση, οι γυναίκες και οι γιατροί τους, θα μπορούν να επιλέγουν καλύτερα μεταξύ των χειρουργικών και μη χειρουργικών θεραπευτικών επιλογών. Επίσης οι γιατροί και άλλοι επαγγελματίες υγείας της γυναίκας θα είναι σε θέση να προβλέπουν καλύτερα την κατάσταση μετά την υστερεκτομή και να προσφέρουν την κατάλληλη προεγχειρητική ενημέρωση και συμβουλευτική αγωγή.
Οι χειρουργικές παράμετροι και μέθοδοι υστερεκτομής σε σχέση με τη σεξουαλική λειτουργία
Πολλοί ερευνητές εξέτασαν κατά πόσο ο τύπος της υστερεκτομής που γίνεται στη γυναίκα, επηρεάζει τη σεξουαλική εξέλιξη της.
Οι χειρουργικές επεμβάσεις υστερεκτομής είναι:
- Ολική κοιλιακή υστερεκτομή: Στην επέμβαση αυτή, αφαιρούνται η μήτρα και ο τράχηλος της, που γίνεται συνήθως μετά από χαμηλή, κοιλιακή εγκάρσια τομή
- Υφολική υστερεκτομή: Αφαιρείται η μήτρα, αλλά παραμένει ο τράχηλός της
- Κολπική υστερεκτομή: Αφαιρείται η μήτρα δια μέσου της κολπικής οδού, χωρίς να γίνει κοιλιακή τομή
Στις περισσότερες έρευνες, δεν βρέθηκε διαφορά μεταξύ των γυναικών, που υποβλήθηκαν στις τρεις διαφορετικές χειρουργικές επεμβάσεις υστερεκτομής σε σχέση με την μετέπειτα εξέλιξη της σεξουαλικής ζωής της γυναίκας. Μόνο σε λίγες έρευνες διαπιστώθηκε καλύτερη εξέλιξη μετά από υφολική υστερεκτομή, σε σύγκριση με την ολική κοιλιακή υστερεκτομή.
Ωστόσο σε διάφορες προοπτικές, τυχαιοποιημένες και ελεγχόμενες έρευνες, στις οποίες εξετάστηκε η υστερεκτομή και η μετέπειτα σεξουαλική ζωή της γυναίκας, δεν αναδείχθηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των τριών τύπων χειρουργικής επέμβασης για υστερεκτομή.
Μερικοί ερευνητές βρήκαν, ότι η σεξουαλική λειτουργία είναι χειρότερη σε γυναίκες, που υποβλήθηκαν σε υστερεκτομή με ταυτόχρονη αφαίρεση των σαλπίγγων και των ωοθηκών (υστερεκτομή με αμφοτερόπλευρη σαλπιγγοοθηκεκτομή).
Σε αριθμό ερευνών βρέθηκε, ότι η υστερεκτομή με αμφοτερόπλευρη σαλπιγγοοθηκεκτομή συσχετίζεται στη μετέπειτα ζωή της γυναίκας, με περισσότερο μειωμένες σεξουαλική επιθυμία, διέγερση, κολπική λίπανση, σεξουαλική ικανοποίηση και περισσότερο πόνο λόγω σεξ, σε σύγκριση με γυναίκες που υποβλήθηκαν σε υστερεκτομή χωρίς αμφοτερόπλευρη σαλπιγγοοθηκεκτομή.
Η ορμονική θεραπεία υποκατάστασης, μετά από υστερεκτομή με αμφοτερόπλευρη σαλπιγγοοθηκεκτομή, είναι δυνατόν να εξουδετερώνει τις αρνητικές επιδράσεις στο σεξ.
Σε όλες τις τυχαιοποιημένες και ελεγχόμενες έρευνες που έγιναν για το ζήτημα, ο τύπος της χειρουργικής επέμβασης για την υστερεκτομή, υποχρεωτικά συνδεόταν και με τους λόγους για τους οποίους η υστερεκτομή επιβαλλόταν. Πράγματι για ορισμένες παθήσεις είναι προτιμότερο να διενεργούνται επεμβάσεις υστερεκτομής με συγκεκριμένη μέθοδο.
Για παράδειγμα σε γυναίκες με λειομυώματα είναι πιθανότερο ότι για την υστερεκτομή θα προτιμηθεί η ολική κοιλιακή υστερεκτομή παρά η κολπική υστερεκτομή. Υπάρχει επίσης το ενδεχόμενο ότι η ιατρική ένδειξη για την οποία γίνεται η υστερεκτομή, να συσχετίζεται με τη σεξουαλική λειτουργία της γυναίκας μετά από την επέμβαση και ανεξάρτητα από το είδος της επέμβασης που έγινε.
Σε μια έρευνα, διαπιστώθηκε ότι ο ισχυρότερος παράγοντας που σχετίζεται με την πρόβλεψη σεξουαλικών προβλημάτων μετά από την υστερεκτομή, είναι η ύπαρξη ανάλογων προβλημάτων πριν από την επέμβαση. Όταν οι ενδείξεις για τις οποίες γίνεται η υστερεκτομή σχετίζονται με σεξουαλικές διαταραχές, είναι πιθανότερο ότι μετά από την επέμβαση θα συνεχίσουν να έχουν τις ίδιες δυσκολίες στο σεξ όπως πριν από την επέμβαση.
Μόνο λίγες έρευνες εξέτασαν συστηματικά τη σεξουαλική εξέλιξη σε σχέση με το λόγο για τον οποίο έγινε η υστερεκτομή. Το γεγονός αυτό θεωρείται ως μία σημαντική έλλειψη στις έρευνες για τη σεξουαλικότητα της γυναίκας μετά την υστερεκτομή.