Το αιμαγγείωμα αποτελείται από συναθροίσεις επιπρόσθετων αιμοφόρων αγγείων στο δέρμα.
Είναι ένα από τα συχνότερα προβλήματα του δέρματος στον πρώτο χρόνο της ζωής του παιδιού.
Κατά τη γέννηση μόνο 1 έως 2,6% των παιδιών παρουσιάζουν αιμαγγείωμα. Ωστόσο το εν λόγω ποσοστό φτάνει το 10% σε παιδιά ηλικίας 12 μηνών. Τα περισσότερα αιμαγγειώματα παρουσιάζονται κατά τις πρώτες δύο εβδομάδες έως τους πρώτους δύο μήνες της ζωής.
Τα αιμαγγειώματα παρουσιάζονται με διάφορους τρόπους. Η παρουσίαση τους εξαρτάται από το βάθος των επιπρόσθετων αιμοφόρων αγγείων.
Τα αιμαγγειώματα που δεν είναι βαθιά αλλά επιφανειακά έχουν συχνά χρώμα έντονο κόκκινο, προεξέχουν από το δέρμα και έχουν ανομοιόμορφη επιφάνεια. Τα αιμαγγειώματα που εντοπίζονται πιο βαθιά στο δέρμα είναι συνήθως πιο ομαλά στην επιφάνεια του δέρματος αλλά το χρώμα τους είναι περισσότερο προς το μπλε.
Πολλές φορές τα αιμαγγειώματα έχουν και από τα δύο χρώματα, κόκκινο και μπλε. Επίσης αυτά που είναι πιο κοντά στην επιφάνεια του δέρματος αρχικά μπορεί να φαίνονται επίπεδα ή χρώματος ροζ αλλά γρήγορα αλλοιώνονται, προεξέχουν του δέρματος και γίνονται ογκόμορφες βλάβες, μάζες έντονου κόκκινου χρώματος.
Το αιμαγγείωμα έχει την τάση να αυξάνεται σε μέγεθος από την ηλικία του ενός μηνός έως οκτώ μηνών. Στη συνέχεια τα περισσότερα αιμαγγειώματα σταθεροποιούνται και και αρχίζουν σταδιακά να υποχωρούν στις ηλικίες από ενός έως τριών ετών.
Το 50% των αιμαγγειωμάτων υποχωρούν πλήρως έως την ηλικία των 5 ετών. Μέχρι την ηλικία των 9 ετών πέραν του 90% υποχωρούν πλήρως. Μερικά συνεχίζουν να υποχωρούν έως την ηλικία των 12 ετών.
Στα περίπου μισά από τα αιμαγγειώματα που υποχωρούν παραμένουν κάποιες αλλοιώσεις στο δέρμα. Σε αυτές περιλαμβάνονται αλλοιώσεις του χρώματος που γίνεται πιο άσπρο στην περιοχή του δέρματος όπου ήταν το αιμαγγείωμα. Επίσης μπορεί να υπάρχουν κάποιο ζάρωμα, αλλοιώσεις που μοιάζουν με ουλές και ακόμη να παραμένουν κάποια υπολείμματα αιμοφόρων αγγείων που φαίνονται.
Η αντιμετώπιση των αιμαγγειωμάτων πρέπει να είναι πολύ προσεκτική. Επειδή στις περισσότερες περιπτώσεις υποχωρούν από μόνα τους και επειδή οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται πιθανόν να έχουν ανεπιθύμητα αποτελέσματα, σπάνια χρησιμοποιούνται επιθετικές θεραπείες.
Οι θεραπείες χρειάζονται όταν το αιμαγγείωμα προκαλεί σοβαρό έλκος ή παραμόρφωση του ασθενούς. Το ίδιο ισχύει όταν εξαιτίας του αιμαγγειώματος δημιουργούνται προβλήματα με ζωτικές λειτουργίες όπως η διατροφή, η αναπνοή, η όραση ή η ακοή. Σε ορισμένες σπάνιες περιπτώσεις απαιτείται άμεση θεραπεία του αιμαγγειώματος.
Η επιλογή της μεθόδου για την αντιμετώπιση του αιμαγγειώματος εξαρτάται από τη θέση στην οποία αυτό εμφανίστηκε, την ηλικία του παιδιού, το μέγεθος, την εμφάνιση και την εξέλιξη της μορφώματος. Για την παρακολούθηση και αξιολόγηση της εξέλιξης του αιμαγγειώματος είναι καλό να λαμβάνονται συχνά φωτογραφίες.
Οι συχνότερες μορφές θεραπείας που χρησιμοποιούνται είναι η χορήγηση τιμολόλης (τοπικά, εάν το αιμαγγέιωμα είναι επιφανειακό), προπρανολόλης, κορτικοστεροειδών φαρμάκων, η χειρουργική επέμβαση και το λέιζερ.
Στις περιπτώσεις που ένα αιμαγγείωμα προκαλεί προβλήματα στο παιδί χρειάζεται στενή παρακολούθηση. Ο γιατρός θα αποφασίσει τη συχνότητα της παρακολούθησης και την κατάλληλη στιγμή για θεραπεία εάν αυτή θεωρηθεί απαραίτητη.