Σας έτυχε ποτέ, να έρχονται
στο μυαλό σας αναμνήσεις από παλιά που είναι δυσάρεστες, να σας προκαλούν
ψυχικό πόνο και κατά κάποιο τρόπο να σας κάνουν να βιώνετε ξανά τις παλιές
αυτές οδυνηρές εμπειρίες;
Η απάντηση είναι πολύ πιθανόν θετική διότι οι περισσότεροι άνθρωποι
έχουν σε κάποια στιγμή στη ζωή τους περάσει άσχημες στιγμές και έχουν
πονέσει είτε ψυχικά είτε σωματικά.
Εκτός από τις συνήθεις άσχημες αναμνήσεις που έχουν οι περισσότεροι
άνθρωποι, υπάρχουν και οι περιπτώσεις ανθρώπων που πάσχουν από
μετατραυματικό σύνδρομο στρες. Στους ασθενείς αυτούς, ο ψυχικός πόνος, η
αναστάτωση και το στρες που δημιούργησε το τραυματικό γεγονός, τους
κατατρέχουν για πολλά χρόνια, κάποτε για όλη τους τη ζωή.
Είναι λοιπόν λογικό να διερωτηθούμε εάν υπάρχει τρόπος να σβήνουμε από
τη μνήμη μας τις αναμνήσεις εκείνες που είναι ανεπιθύμητες διότι είναι
οδυνηρές, προκαλούν συναισθηματική αναστάτωση, θλίψη ή κατάθλιψη ή ακόμη
σε παθολογικές περιπτώσεις είναι αιτία μετατραυματικού συνδρόμου στρες.
Και εάν δεν υπάρχει σήμερα, πόσο μακριά είναι η επιστήμη και η ιατρική από
ένα τέτοιο στόχο;
Οι πρακτικές και θεραπευτικές προεκτάσεις ενός τέτοιου επιτεύγματος θα
ήταν πολύ μεγάλες. Οι ασθενείς με μετατραυματικό σύνδρομο στρες, θα
μπορούσαν εφαρμόζοντας μια μέθοδο επιλεκτικής απόσβεσης δυσάρεστων
αναμνήσεων από τη μνήμη τους, να ανακουφίζονται από τις βασανιστικές
στιγμές που βιώνουν ξανά λόγω των οδυνηρών αναμνήσεων τραυματικών
γεγονότων.
Οι άλλοι άνθρωποι, εάν μπορούσαν να εφαρμόζουν μια τέτοια θεραπεία,
είναι σίγουρο ότι θα είχαν δυσάρεστες αναμνήσεις που θα επέλεγαν να
διαγράψουν από τον εγκέφαλο τους.
Ένας από τους συνήθεις τρόπους που χρησιμοποιούν οι
άνθρωποι για να ελέγχουν το περιεχόμενο της μνήμης τους, είναι να
ξεχνούν σκόπιμα αυτά το οποία θέλουν να διαγράψουν από τη μνήμη
τους. Ξεχνώντας τα σκόπιμα, τα αποβάλλουν σταδιακά από τη μνήμη
τους και έτσι δημιουργούν ευκαιρίες για τη μνήμη να αποθηκεύσει
καινούργια πληροφόρηση. Είναι ένας τρόπος προσαρμογής τους στις
πολλαπλές προκλήσεις της ζωής. |
Όμως φαίνεται ότι δεν έχουν απόλυτο έλεγχο στην εν λόγω διαδικασία.
Όταν αυτό που θέλουν να ξεχάσουν δεν είναι συναισθηματικά ουδέτερο, τα
πράγματα δυσκολεύουν. Ακόμη και ένας κακός βαθμός που έχουν πάρει στο
σχολείο ή ένα άσχημο σχόλιο που είπε για αυτούς ένας συνάδελφος, είναι
δύσκολο να ξεχαστούν.
Στην προσπάθεια τους να ξεχάσουν σκόπιμα κάποιες αναμνήσεις και να
αδειάσουν τη μνήμη τους από τις εν λόγω πληροφορίες, είναι υποχρεωμένοι
πρώτα νοητικά να διαχωρίσουν την πληροφόρηση και μετά να σταματούν να την
ανακαλούν.
Όταν πρόκειται για ουδέτερα γεγονότα, η διαδικασία αυτή είναι
ευκολότερη. Όταν όμως στις αναμνήσεις αυτές υπάρχει συναισθηματική
συνιστώσα, τότε η διαδικασία μπλοκάρει.
Το συναίσθημα δημιουργεί στον εγκέφαλο πολλές συνδέσεις και με άλλες
πτυχές της ζωής του ατόμου. Για αυτό δεν είναι εύκολο στο άτομο να
διαχωρίσει και να απομονώσει τις συναισθηματικά φορτισμένες αναμνήσεις.
Όταν σε ένα γεγονός που συμβαίνει στη ζωή μας υπάρχει έντονη
συναισθηματική φόρτιση, είναι δύσκολο να το μπλοκάρουμε, να μην το
ανακαλούμε σκόπιμα και σταδιακά να το διαγράψουμε από τη μνήμη μας.
Τα συμπεράσματα αυτά προέκυψαν από έρευνα που διεξήγαγαν Αμερικανοί
ψυχολόγοι από το πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας. Σε 218 εθελοντές
ζήτησαν να κοιτάξουν φωτογραφίες και όχι κείμενα όπως έγινε σε άλλες
ανάλογες έρευνες.
Οι φωτογραφίες είχαν άλλοτε περιεχόμενο που προκαλούσε ψυχική
αναστάτωση και άλλοτε ουδέτερο. Το γεγονός ότι τα πειράματα έγιναν με
φωτογραφίες και όχι κείμενα έχει τη σημασία του. Εάν διαβάσετε τη λέξη
δολοφονία κάπου, είναι πιθανόν ή όχι να νιώσετε φόβο ή κάποια αναστάτωση.
Εάν όμως δείτε μια φωτογραφία με βίαιο περιεχόμενο φόνου, πιθανόν να είναι
τόσο έντονο που να προκαλέσει αλλαγή στη συναισθηματική σας κατάσταση.
Στη συνέχεια των πειραμάτων τους, οι ερευνητές βρήκαν ότι οι εθελοντές
δεν μπορούσαν σκόπιμα να αποβάλουν από τη μνήμη τους τόσο εύκολα τα
γεγονότα με συναισθηματική συνιστώσα όσο αυτά με ουδέτερο χαρακτήρα.
Οι εργασίες αυτού του τύπου, συμβάλλουν στην καλύτερη κατανόηση του
τρόπου με τον οποίο το συναίσθημα επηρεάζει τις αναμνήσεις και τη μνήμη.
Βλέπουμε ότι το συναίσθημα περιορίζει τον έλεγχο που μπορούμε να ασκήσουμε
στο περιεχόμενο της μνήμης μας.
Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι δεν θα μπορέσουμε ποτέ να
διαγράψουμε συναισθηματικά φορτισμένα, οδυνηρά ή δυσάρεστα γεγονότα από τη
μνήμη μας. Εάν το κίνητρο είναι αρκετά ισχυρό, οι άνθρωποι θα μπορούσαν να
βρουν θεραπευτικούς τρόπους για να ξεπερνούν την ανασταλτική δράση του
συναισθήματος στις προσπάθειες τους.
Χρειάζονται όμως περαιτέρω έρευνες για να μάθουμε ποια θεραπεία και
ποιες στρατηγικές αντιμετώπισης μπορεί να είναι οι πλέον αποτελεσματικές
στους ανθρώπους
για να ξεχνούν σκόπιμα και τελικά να διαγράφουν από τη μνήμη τους
δυσάρεστες αναμνήσεις.