Η κούραση αποτελεί συχνό παράπονο των εργαζομένων στην εποχή μας. Οι αιτίες που προκαλούν το σύνδρομο της χρόνιας κούρασης, που είναι μια ιδιαίτερη κλινική κατάσταση που συνοδεύεται από χρόνια και έντονη κούραση δεν έχουν ακόμη ανεβρεθεί.
Διάφορες έρευνες δείχνουν, ότι ορισμένες ανωμαλίες του άξονα υπόφυσης, υποθαλάμου και επινεφριδίων, που ρυθμίζουν τις ορμόνες του στρες, συσχετίζονται με το σύνδρομο.
Το σύνδρομο της χρόνιας κούρασης επηρεάζει σοβαρά τη ζωή των ατόμων που προσβάλλονται. Χαρακτηρίζεται από αδυναμία, κούραση, πόνους στους μυς ή στις αρθρώσεις, απώλεια μνήμης, πονοκεφάλους, πόνους στο λαιμό, μεγάλους λεμφαδένες και κακής ποιότητας ύπνο.
Για να γίνει αποδεκτή η διάγνωση του συνδρόμου, θα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστο 4 από τα πιο πάνω συμπτώματα τουλάχιστο για μια χρονική διάρκεια 6 μηνών.
Οι γυναίκες προσβάλλονται συχνότερα από τους άνδρες. Το σύνδρομο προσβάλλει επίσης έφηβους και παιδιά.
Η αναζήτηση της αιτιολογίας του συνδρόμου σκοπό έχει την καλύτερη αντιμετώπιση και εάν είναι δυνατόν την πρόληψη της πάθησης.
Ερευνητές από πανεπιστήμια της Γερμανίας και της Ελβετίας, εξέτασαν τον τρόπο με τον οποίο προσαρμόζονται οι ορμονικοί μηχανισμοί κατά το στρες στους ασθενείς με το σύνδρομο χρόνιας κούρασης.
Κατευθύνθηκαν προς τη διερεύνηση αυτή, διότι ήταν ήδη γνωστό ότι οι ασθενείς παρουσιάζουν επιδείνωση της κατάστασής τους μετά από σωματικό και ψυχικό στρες.
Με βάση αυτή την παρατήρηση θέλησαν να δουν, πώς λειτουργεί ο βιολογικός άξονας, που ρυθμίζει το στρες, από τον εγκέφαλο μέχρι τα επινεφρίδια.
Σε περιπτώσεις στρες, ο υποθάλαμος και η υπόφυση στον εγκέφαλο απελευθερώνουν στην κυκλοφορία του αίματος την ορμόνη ACTH.
Η ACTH επιδρά στα επινεφρίδια και προκαλεί την έκκριση ορμονών του στρες, όπως η κορτιζόνη και η αδρεναλίνη. Τα επινεφρίδια είναι δύο μικροί αλλά πολύ σημαντικοί, απαραίτητοι για τη ζωή, αδένες του ενδοκρινολογικού συστήματος και ανατομικά βρίσκονται πάνω από κάθε νεφρό.
Οι ορμόνες του στρες επιτρέπουν την προσαρμογή του οργανισμού σε καταστάσεις αυξημένων ή έκτακτων αναγκών.
Οι ερευνητές υπέβαλαν 40 άτομα (20 ασθενείς με σύνδρομο χρόνιας κούρασης και 20 υγιείς εθελοντές) σε ψυχολογικά τεστ (συνέντευξη για πρόσληψη σε νέα εργασία, αριθμητικές πράξεις) και σωματικά τεστ (ποδηλασία σε σταθερό ποδήλατο) που προκαλούν στρες.
Επίσης τους υπέβαλαν σε χημικό τεστ, με ινσουλίνη η οποία δραστηριοποιεί τον άξονα εγκεφάλου, ACTH και επινεφριδίων.
Κατά τη διάρκεια των δοκιμασιών αυτών, οι ερευνητές μετρούσαν στο αίμα των ασθενών τις διακυμάνσεις των διαφόρων ορμονών που διακυμαίνονται φυσιολογικά σε καταστάσεις στρες.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι σε όλους τους ασθενείς με το σύνδρομο χρόνιας κούρασης, τα επίπεδα της ορμόνης ACTH που απελευθερώνεται από την υπόφυση του εγκεφάλου κατά τις καταστάσεις σωματικού, ψυχολογικού και χημικού στρες ήσαν χαμηλότερα από εκείνα των υγιών εθελοντών.
Επιπρόσθετα τα επίπεδα της ACTH, ήσαν χαμηλότερα όχι μόνο μετά από τα τεστ αλλά και και πριν.
Οι διαπιστώσεις αυτές είναι σημαντικές διότι δίνουν μια οργανική, βιολογική εξήγηση για το τι προκαλεί και τι συμβαίνει στο σύνδρομο χρόνιας κούρασης.
Δεν πρέπει να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο ότι η αιτιολογία του συνδρόμου μπορεί να είναι πιο σύνθετη και να περιλαμβάνει και άλλους παράγοντες.
Τα δεδομένα, που δείχνουν την ορμονική διαταραχή στους ασθενείς αυτούς, θα πρέπει να ενταχθούν μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της αντιμετώπισης της πάθησης.
Θα αναμένουμε με ενδιαφέρον κλινικές θεραπευτικές δοκιμές βασισμένες στα στοιχεία αυτά, για να φανεί κατά πόσο μια διόρθωση των ανωμαλιών της ACTH, θα μπορούσε να ανακουφίσει τους ασθενείς και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής τους.