Τα οσμητικά, όπως και τα δακτυλικά αποτυπώματα ίσως είναι μοναδικά και χαρακτηριστικά για τον καθένα μας. Φαίνεται ότι ο κάθε άνθρωπος έχει τη δική του ξεχωριστή μυρωδιά, όπως έχει τα δικά του ξεχωριστά δακτυλικά αποτυπώματα.
Μήπως είναι δυνατόν οι άνθρωποι να ξεχωρίζουν μεταξύ τους, με βάση την ατομική τους μυρωδιά που εκπέμπουν, στον ίδιο βαθμό που το επιτρέπουν τα χαρακτηριστικά του προσώπου ή τα δακτυλικά τους αποτυπώματα;
Το γεγονός ότι ο κάθε άνθρωπος πιθανόν να έχει τη δική του χαρακτηριστική ταυτότητα οσμής, βασίζεται σε διάφορες παρατηρήσεις. Οι ειδικά εκπαιδευμένοι σκύλοι έχουν τη δυνατότητα να αναγνωρίζουν ανθρώπους με βάση τη μυρωδιά τους. Είναι επίσης γνωστό ότι οι στενοί δεσμοί μητέρας και παιδιού, ενισχύονται από τις ιδιαίτερες ατομικές μυρωδιές των δύο.
Για να εξετάσουν περαιτέρω το θέμα και να ανακαλύψουν τις επιστημονικές βάσεις της χαρακτηριστικής ατομικής μυρωδιάς του κάθε ανθρώπου, ερευνητές από την Αυστρία σε μια καλά σχεδιασμένη μεγάλη εργασία, μελέτησαν το ζήτημα σε 197 εθελοντές. Συγκεκριμένα συνέλεξαν από τους εθελοντές δείγματα ιδρώτα από τις μασχάλες, τα ούρα και το σάλιο. Κάθε άτομο υποβλήθηκε σε συλλογή δειγμάτων 5 φορές σε μια περίοδο 10 εβδομάδων.
Η χημική ανάλυση και επεξεργασία των δειγμάτων (αέρια χρωματογραφία, φασματογραφία μάζας) επέτρεψε την αναγνώριση και εξαγωγή χιλιάδων πτητικών ουσιών. Οι πτητικές ουσίες είναι αυτές που έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να συνοδεύονται από χαρακτηριστική οσμή.
Οι Αυστριακοί επιστήμονες βρήκαν ότι στον ιδρώτα υπήρχαν πολύ περισσότερες πτητικές χημικές ουσίες από ότι στο σάλιο ή στα ούρα. Αυτό είναι διαφορετικό από την κατάσταση που υπάρχει στα ζώα. Πολλά ζώα δια μέσου της χαρακτηριστικής μυρωδιάς των ούρων τους, καθορίζουν τα σύνορα της δική τους περιοχής.
Οι άνθρωποι, είναι πιθανόν ότι χρειάζεται να διαφοροποιούνται από τους άλλους με βάση τη γενική οσμή που εκπέμπει το σώμα τους και όχι με βάση την οσμή των ούρων τους όπως γίνεται στα ζώα.
Οι συνδυασμοί των πτητικών ουσιών, που αναγνωρίστηκαν στους εθελοντές, επέτρεψαν στους επιστήμονες να διαπιστώσουν, ότι στους άνδρες υπάρχουν συχνότερα πτητικές ουσίες διαφορετικές από αυτές που υπήρχαν συχνότερα στις γυναίκες. Αυτό δείχνει μια διαφοροποίηση της οσμής με βάση το φύλο, δηλαδή η οσμή που μεταδίδεται από τους άνδρες διαφέρει από αυτή των γυναικών, διότι υπάρχουν πτητικές ουσίες οσμής που εξαρτώνται από το φύλο του ατόμου.
Ο συνδυασμός των πτητικών ουσιών που χαρακτήριζαν την οσμή του κάθε εθελοντή άλλαζαν συνεχώς. Όμως οι ερευνητές αναγνώρισαν περίπου 400 χημικές ενώσεις, οι οποίες παρέμεναν συνεχώς στα δείγματα ιδρώτα, που είχαν ληφθεί σε διάφορες χρονικές στιγμές. Οι ενώσεις αυτές που είχαν συνεχή παρουσία στον ιδρώτα, δεν επηρεάζονταν από τη διατροφή των εθελοντών.
Ο συνδυασμός παρουσίας ή απουσίας ουσιών από το σύνολο των 400 αυτών πτητικών ενώσεων του ιδρώτα, φαίνεται, ότι είναι σε θέση να δίνει σε κάθε άνθρωπο τη δική του ξεχωριστή ταυτότητα οσμής, που τον διαφοροποιεί από τους άλλους. Ακόμη και άνθρωποι που ζούσαν μαζί ή που είχαν στενή μεταξύ τους συγγένεια, είχαν το δικό τους συνδυασμό πτητικών χημικών ουσιών του ιδρώτα, που τους επέτρεπε να διαφοροποιούνται μεταξύ τους.
Το ερώτημα που τίθεται, είναι εάν πράγματι ο κάθε άνθρωπος στον πλανήτη μας έχει το δικό του μοναδικό οσμητικό αποτύπωμα με τον ίδιο τρόπο που έχει τα δικά του χαρακτηριστικά δακτυλικά αποτυπώματα.
Χρειάζονται βέβαια περισσότερες έρευνες για να αποδειχθεί εάν υπάρχουν για τον κάθε άνθρωπο, αξιόπιστα βιομετρικά χαρακτηριστικά με βάση τη μυρωδιά που μεταδίδει, που να επιτρέπουν τη μοναδική διαφοροποίηση του ενός ανθρώπου από τον άλλο.
Η άποψη μας είναι ότι πρόκειται για την πρώτη έρευνα, που εξέτασε σε μεγάλο αριθμό ανθρώπων τη χημική σύσταση των πτητικών ουσιών από τον ιδρώτα. Η εργασία αυτή εντάσσεται στις προσπάθειες, που καταβάλλονται για την ανάπτυξη και σχεδιασμό ειδικών ηλεκτρονικών ανιχνευτών που να βασίζονται στις πτητικές ουσίες υπεύθυνες για τη μυρωδιά του κάθε ανθρώπου.
Οι ειδικοί ηλεκτρονικοί ανιχνευτές μυρωδιάς των ανθρώπων (συσκευές e-nose), δεδομένου ότι θα βασίζονται σε τεκμηριωμένα βιομετρικά στοιχεία, θα μπορούσαν να είναι εξαιρετικά χρήσιμοι στην αναγνώριση ή ταυτοποίηση των ανθρώπων, στην ανίχνευση εγκληματιών, στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, στη διάγνωση και παρακολούθηση ασθενειών.