Το AIDS (acquired immunodeficiency syndrome) είναι το σύνδρομο της επίκτητου ανοσοανεπάρκειας.
Προκαλείται από τον ιό HIV (Human Immunodeficiency Virus).
Η υπεύθυνη σεξουαλική συμπεριφορά το κλειδί για την πρόληψη μετάδοσης του ιού ΗΙV.
Συνιστάται πάντα η χρήση προφυλακτικού latex σε κάθε σεξουαλική επαφή. Τα προφυλακτικά είναι αποτελεσματικά όταν χρησιμοποιούνται από την αρχή της ερωτικής πράξης, είναι ακέραια, καλής ποιότητας και δεν έχουν εκτεθεί για πολύ καιρό στο φως ή στη ζέστη.
Συγγραφέας άρθρου*Δρ Ηλίας Μπούτης
Τα νοσήματα που μεταδίδονται κυρίως με την σεξουαλική επαφή, γνωστά ως σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ), αποτελούν ένα σημαντικό πρόβλημα για τη δημόσια υγεία διεθνώς. Ένα από τα πλέον γνωστά ΣΜΝ είναι το σύνδρομο επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας ή AIDS, για το οποίο ευθύνεται ο ιός της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας ή HIV.
Ο ΗΙV έχει RNA ως γενετικό υλικό και δρα κινητοποιώντας μηχανισμούς ανοσοαπόκρισης οι οποίοι προκαλούν μείωση των CD4 + T-λεμφοκύτταρα, ο κύριος ρόλος των οποίων είναι η προστασία του οργανισμού από λοιμώξεις και άλλα νοσήματα. Από την έναρξη της επιδημίας του AIDS στις αρχές της δεκαετίας του 1980, σχεδόν 75 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως έχουν μολυνθεί από τον ιό HIV και περίπου 36 εκατομμύρια έχουν πεθάνει από αυτόν.
Ο HIV μπορεί να ανιχνευτεί σε όλα τα βιολογικά υγρά των μολυσμένων ατόμων (αίμα, σπέρμα, κολπικά υγρά, μητρικό γάλα). Οι τρόποι μετάδοσης, πέραν από τη σεξουαλική επαφή, είναι μέσω μετάγγισης αίματος ή παραγόντων του, μέσω χρήσης μολυσμένης σύριγγας ή μη αποστειρωμένης βελόνας (τατουάζ ή τρύπημα αυτιών), καθώς και από τη μητέρα στο έμβρυο.
Ο ιός δεν μεταδίδεται μέσω της καθημερινής κοινωνικής επαφής (αγκαλιά, φιλί στο μάγουλο, χειραψία), του ιδρώτα, του σιέλου (εκτός των περιπτώσεων που υπάρχουν πληγές στην περιοχή του στόματος), των δακρύων, του αέρα ή του νερού. Σε ότι αφορά το τσίμπημα των κουνουπιών ή άλλων εντόμων οι απόψεις διίστανται, εφόσον δεν υπάρχουν ολοκληρωμένες μελέτες που να αποδεικνύουν τη μη μετάδοσή του.
Κλινική εικόνα – Συμπτώματα
Στο 50 – 93% των περιπτώσεων η οξεία φάση -πρώτο στάδιο- είναι συνήθως συμπτωματική. Ονομάζεται οξεία λοίμωξη και ξεκινά εντός 2 έως 6 εβδομάδων από την έκθεση. Μπορεί να υπάρχουν συμπτώματα γρίπης, λοιμώδους μονοπυρήνωσης, φαρυγγίτιδα με πιθανές ελκώδεις βλάβες στο βλεννογόνο του στόματος, διόγκωση λεμφαδένων και εξανθήματα δέρματος. Είναι, ωστόσο, πιθανό να μην εκδηλωθούν συμπτώματα.
Στο δεύτερο στάδιο, που μπορεί να διαρκέσει πολλά χρόνια, τα συμπτώματα υποχωρούν. Ο HIV προσβάλλει τα CD4 T – λεμφοκύτταρα, καταστέλλοντας το ανοσοποιητικό σύστημα. Στο τρίτο στάδιο ο αριθμός των CD4 κυττάρων μειώνεται δραματικά με αποτέλεσμα την εμφάνιση συμπτωμάτων όπως, καχεξία, απώλεια βάρους, διάρροιες, υποτροπιάζουσες λοιμώξεις.
Το AIDS εκδηλώνεται στο τελευταίο στάδιο της HIV λοίμωξης. Αξίζει να σημειωθεί πως μπορεί κάποιος να έχει μολυνθεί και να μην το γνωρίζει, έχοντας καταστεί φορέας για όλη του τη ζωή. Ο φορέας δεν παρουσιάζει συμπτώματα και είναι άτομο ικανό για κοινωνική και επαγγελματική δραστηριότητα.
Εργαστηριακή διάγνωση
Στους κύριους σκοπούς της εργαστηριακής διάγνωσης είναι ο εντοπισμός ατόμων με HIV λοίμωξη, για παροχή ιατρικής φροντίδας στους ίδιους και προφύλαξη του περιβάλλοντός τους. Οι κύριες μέθοδοι εργαστηριακής διάγνωσης είναι η αξιόπιστη και πρώιμη μέθοδος ανίχνευσης γενετικού υλικού του ιού, η λεγόμενη μέθοδος PCR, η οποία μας δίνει τη δυνατότητα να ανιχνευτεί ο ιός από τον 1ο μήνα της μόλυνσης του ατόμου και η όψιμη μέθοδος ανίχνευσης αντισωμάτων έναντι του ιού στον αίμα μετά την πάροδο ενός τριμήνου από την αρχική μόλυνση, μια μέθοδος όμως η οποία μας δίνει απάντηση αφού έχει περάσει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς θεραπεία.
Ακολουθεί μία ασυμπτωματική φάση της νόσου, κατά τη διάρκεια της οποίας ο ιός είναι σχετικά ανενεργός. Η φάση αυτή ονομάζεται λανθάνουσα περίοδος ή περίοδος επώασης του νοσήματος και διαρκεί κατά μέσο όρο 10 χρόνια. Η περίοδος επώασης τελειώνει με την επανεργοποίηση του ιού, που έχει σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση συμπτωμάτων στον ασθενή και τελική κατάληξη την κλινική εικόνα της πλήρους ασθένειας.
Θεραπεία
Για τη θεραπεία του HIV χορηγείται κατάλληλη αντιϊική αγωγή, την οποία αποφασίζει ο θεράπων ιατρός, ανάλογα με την κατάσταση του ανοσοποιητικού συστήματος, την κλινική εικόνα και το στάδιο διάγνωσης της νόσου του ασθενούς.
Το σημαντικότερο πρόβλημα είναι η διάγνωση της οξείας HIV λοίμωξης. Περίπου το ήμισυ των ασθενών, γνωρίζουν την κατάστασή τους μόνο όταν η νόσος έχει προχωρήσει.
Η έγκαιρη διάγνωση και η θεραπεία μειώνουν τις επιπτώσεις του ιού στον οργανισμό και καθιστούν τη νόσο χρόνια. Δεν έχει ακόμα παρασκευαστεί εμβόλιο και δεν υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία για τη νόσο, γι’ αυτό και οι ασθενείς αντιμετωπίζονται ανάλογα με την κλινική εικόνα που παρουσιάζουν.
Πρόληψη
Δυστυχώς, και παρά τις προσπάθειες ενημέρωσης του κοινού γύρω από τους τρόπους μετάδοσης του ιού ΗΙV, εξακολουθεί να υπάρχει προκατάληψη γύρω από τη νόσο και τους φορείς του ιού με αποτέλεσμα αρκετά άτομα να αποφεύγουν τις προληπτικές και διαγνωστικές εξετάσεις, υπό το φόβο του κοινωνικού αποκλεισμού. Είναι, ωστόσο, εξαιρετικής σημασίας η παρακολούθηση και η συμβουλευτική ιατρική τόσο του υγιούς ατόμου όσο και των φορέων του ιού από τον θεράποντα ιατρό.
Ο ετήσιος έλεγχος σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων σε διαπιστευμένο χημείο με ISO κρίνεται εξίσου απαραίτητος, καθώς η έγκαιρη διάγνωση με επικύρωση αποτελεσμάτων από ιατρούς μικροβιολόγους και βιοπαθολόγους και φυσικά η άμεση αντιμετώπιση από τον θεράποντα ιατρό μπορεί να προλάβουν την εξέλιξη της νόσου, αλλά και να σώσουν ζωές. Η υπεύθυνη σεξουαλική συμπεριφορά αποτελεί το κλειδί για την πρόληψη του HIV.
Συνιστάται πάντα η χρήση προφυλακτικού latex σε κάθε σεξουαλική επαφή. Τα προφυλακτικά είναι αποτελεσματικά όταν χρησιμοποιούνται από την αρχή της ερωτικής πράξης, είναι ακέραια, καλής ποιότητας και δεν έχουν εκτεθεί για πολύ καιρό στο φως ή στη ζέστη.
*Συγγραφέας άρθρου:
Δρ Ηλίας Μπούτης
Βιοπαθολόγος – Μικροβιολόγος
Ιατρικής ομάδα Ομίλου ΒΙΟΙΑΤΡΙΚΗ Κύπρου