Ο βιασμός είναι ένα από τα συχνότερα, αποτρόπαια εγκλήματα.
Δυστυχώς η πραγματική του συχνότητα δεν είναι γνωστή διότι πολλά από τα θύματα δεν τολμούν να αναφέρουν ή να καταγγείλουν την κακοποίηση που έχουν υποστεί.
Σύμφωνα με ορισμένες στατιστικές μία γυναίκα στις τέσσερις κινδυνεύει από βιασμό κατά τη διάρκεια της ζωής της. Περίπου 30% των θυμάτων καταγγέλλουν την υπόθεση βιασμού τους στην αστυνομία, 50% δεν το λένε σε κανένα και ένα πολύ μικρό ποσοστό καταφεύγει στο να ζητήσει βοήθεια από εξειδικευμένα κέντρα.
Πολλά από τα θύματα βιασμών είναι κορίτσια στην εφηβική ηλικία και παιδιά. Πολύ συχνά τα θύματα βιασμού γνωρίζουν αυτόν που κάνει την εγκληματική πράξη.
Οι ορισμοί του τι είναι βιασμός δεν είναι παντού ομοιόμορφοι και μπορεί να διαφέρουν μεταξύ κρατών. Η κλασσική αντίληψη του βιασμού αφορά την εισχώρηση του πέους στον κόλπο ή στον πρωκτό ενός ατόμου, ανδρικού ή γυναικείου φύλου, που γίνεται χωρίς τη συγκατάθεσή του. Άλλες χώρες περιλαμβάνουν μια ευρύτερη κατηγορία καταστάσεων που αφορούν σεξουαλική επίθεση και με άλλους τρόπους.
Τα θύματα βιασμών μπορούν να παρουσιάσουν σοβαρότατες συνέπειες που περιλαμβάνουν ψυχολογικά προβλήματα, μολύνσεις και ανεπιθύμητες κυήσεις.
Τα άτομα που έχουν υποστεί βιασμό, έστω και εάν δεν καταγγείλουν την επίθεση που έχουν δεχθεί, πιθανόν να ζητήσουν βοήθεια από το γιατρό τους ή άλλους ειδικούς. Δεν είναι σίγουρο ότι όλοι οι γιατροί είναι εξοικειωμένοι με αυτού του είδους τις καταστάσεις.
Η καλύτερη δυνατή περίθαλψη των θυμάτων βιασμού πρέπει να λάβει υπ' όψη τις επιθυμίες και τις ανάγκες του κάθε ατόμου, το χρονικό διάστημα που έχει περάσει από τη στιγμή του βιασμού και το κατά πόσο έχει ζητηθεί η βοήθεια της αστυνομίας.
Είναι απαραίτητο ευθύς εξ' αρχής να λαμβάνεται πρόνοια για την ασφάλεια του θύματος. Εάν ο βιασμός προέκυψε λόγω βίας μέσα στην οικογένεια τότε το άτομο θα πρέπει να τοποθετηθεί σε ένα νέο ασφαλές περιβάλλον.
Είναι πολύ σημαντικό να γίνεται μια λεπτομερής εξέταση και καταγραφή των ευρημάτων συμπεριλαμβανομένων των τραυματισμών στις γεννητικές και άλλες περιοχές του σώματος.
Πρέπει να γίνεται μέριμνα για ιατροδικαστική εξέταση και συλλογή δειγμάτων όπως τρίχες, αίμα, σπέρμα, ούρα, άλλα σωματικά υγρά για σκοπούς έρευνας του DNA και τοξικών ή φαρμακολογικών ουσιών. Είναι σημαντικό το θύμα του βιασμού να μην πλυθεί, σκουπιστεί, λουσθεί, να φαει ή να πιει προτού γίνει λήψη δειγμάτων, ανάλογα με τις περιοχές του σώματος που έχουν κακοποιηθεί. Οποιαδήποτε τεκμήρια έχει αφήσει πίσω του ο βιαστής, είναι σημαντικό να συλλεχθούν με προσοχή για να μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν αργότερα στο δικαστήριο.
Είναι σημαντικό όπως οι γιατροί, οι νοσηλεύτριες και όλοι οι άλλοι επαγγελματίες που θα κληθούν να βοηθήσουν ένα άτομο που έχει υποστεί βιασμό, να είναι εξειδικευμένοι για να μπορέσουν να το βοηθήσουν ορθά και με την πρέπουσα ευαισθησία.
Μετά από ένα βιασμό γυναίκας σε αναπαραγωγική ηλικία περιγράφονται περίπου 5% εγκυμοσύνες. Τα κορίτσια εφηβικής ηλικίας είναι περισσότερο επιρρεπείς στο να μείνουν έγκυες μετά από ένα βιασμό.
Το χάπι επείγουσας αντισύλληψης με προγεστερόνη, μπορεί να χορηγηθεί ακόμη και 72 ώρες μετά από το βιασμό για να αποτρέψει μια κύηση. Η τοποθέτηση ενδομήτρια ενός αντισυλληπτικού σπιράλ που περιέχει χαλκό, μπορεί να βοηθήσει κάτω από ορισμένες συνθήκες.
Ο κίνδυνος μιας σεξουαλικώς μεταδιδόμενης νόσου μετά από ένα βιασμό κυμαίνεται μεταξύ 4%-56%. Χρειάζεται να γίνονται επαναληπτικές εξετάσεις μετά από το βιασμό για να διαγνωστούν μολύνσεις που έχουν μεταδοθεί σεξουαλικά.
Ασθένειες όπως η γονόρροια, τα χλαμύδια, η σύφιλης, μπορούν να μεταδοθούν από ένα βιασμό και είναι δυνατόν να αντιμετωπισθούν με αντιβιοτικά. Η λήψη προληπτικών αντιβιοτικών μπορεί να αποτρέψει τον κίνδυνο μακροπρόθεσμων επιπλοκών, όπως τις φλεγμονώδεις νόσους του γεννητικού συστήματος που μπορούν να οδηγήσουν σε στειρότητα και άλλες επιπλοκές.
Ο κίνδυνος για ηπατίτιδα Β μπορεί να απομακρυνθεί με εμβολιασμούς, εάν το θύμα δεν είναι καλυμμένο από προηγούμενους εμβολιασμούς.
Ο κίνδυνος μετάδοσης του ιού HIV που προκαλεί το AIDS είναι μικρότερος από 1%. Η προφυλακτική θεραπεία στην περίπτωση αυτή περιλαμβάνει το συνδυασμό 2 φαρμάκων, zidovudine (Retrovir) και lamivudine (Epivir) για 4 εβδομάδες.
Οι ψυχολογικές επιπλοκές που παρατηρούνται μετά από ένα βιασμό περιλαμβάνουν αγχώδεις καταστάσεις, κατάθλιψη, τάση αυτοκτονίας, προβλήματα στις ανθρώπινες σχέσεις και στη σεξουαλική ζωή. Ο βιασμός έχει ένα τεράστιο ψυχολογικό τραυματικό αντίκτυπο για όλη τη ζωή του θύματος.
Περίπου 50% των ανθρώπων που έχουν υποστεί βιασμό πάσχουν από κατάθλιψη κατά το χρόνο που ακολουθεί την εγκληματική πράξη. Είναι πολύ σημαντικό να αναγνωρίζεται ο κίνδυνος αυτοκτονίας που παρατηρείται σε ορισμένα άτομα, για τη λήψη θεραπευτικών μέτρων από ειδικούς γιατρούς και άλλους που μπορούν να παρέχουν υποστήριξη.
Τα άτομα που έχουν υποστεί βιασμό χρειάζονται μια πολύ ευαίσθητη, προσεκτική και συντονισμένη μακροχρόνια βοήθεια. Τα σωματικά, συναισθηματικά και σεξουαλικά προβλήματα που δημιουργούνται, απαιτούν μια φροντίδα και περίθαλψη που πρέπει να παρέχεται από κέντρα εξειδικευμένα στο πολύ σοβαρό αυτό πρόβλημα. Δυστυχώς τέτοια κέντρα δεν υπάρχουν στο βαθμό που χρειάζεται.
Η ανάγκη όμως υπάρχει για να προσφέρεται στα θύματα βιασμού μια βοήθεια που να τους επιτρέπει να ξεπεράσουν την αρχική οδυνηρή φάση και να αναρρώσουν και για να αποφευχθούν στο μέτρο του δυνατού, οι μακροπρόθεσμες επιπλοκές. Παράλληλα χρειάζεται αρωγή και συμβουλές προς τα θύματα σε περιπτώσεις νομικών και δικαστικών διαδικασιών.