Για
αιώνες τώρα, οι γυναίκες θεωρούνται ότι είναι πιο ευαίσθητες και ότι
αντέχουν λιγότερο τον πόνο από τους άνδρες. Το γεγονός αυτό αποδόθηκε σε
ψυχικούς και κοινωνικούς παράγοντες.Τώρα νέα ερευνητικά ευρήματα
δείχνουν ότι ενώ πράγματι υπάρχει διαφορά μεταξύ των δύο φύλων όσον
αφορά στην αίσθηση του πόνου, εντούτοις αυτό δεν οφείλεται σε ψυχικούς
και κοινωνικούς παράγοντες αλλά καθαρά σε οργανικούς λόγους.
Οι γυναίκες είναι πιο ευαίσθητες στον πόνο διότι στο δέρμα τους έχουν
περισσότερες νευρικές ίνες που αναγνωρίζουν τον πόνο σε σύγκριση με τους
άνδρες.
Πλαστικοί χειρούργοι από τις Ηνωμένες Πολιτείες
εξέτασαν την πυκνότητα των νευρικών ινών στο δέρμα του προσώπου σε
γυναίκες και άνδρες.
Διαπίστωσαν ότι στις γυναίκες υπάρχουν 34 νευρικές ίνες ανά
τετραγωνικό εκατοστό. Στους άνδρες η πυκνότητα αυτή είναι κατά 50%
χαμηλότερη με 17 νευρικές ίνες ανά τετραγωνικό εκατοστό. |
Επειδή οι γυναίκες έχουν περισσότερες νευρικές καταλήξεις, βιώνουν
τον πόνο πολύ πιο έντονα από τους άντρες. Οι άνδρες δεν είναι λοιπόν πιο
σκληροί και ανθεκτικοί αλλά απλά έχουν λιγότερους υποδοχείς που
αναγνωρίζουν τον πόνο.
Τα νέα αυτά δεδομένα έχουν πρακτική σημασία. Η αντιμετώπιση του πόνου
τόσο όταν εμφανίζεται σε οξεία μορφή όσο και όταν είναι σε χρόνια μορφή,
πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις διαφορές μεταξύ των δύο φύλων.
Για παράδειγμα επειδή οι γυναίκες μετά από μια χειρουργική επέμβαση
μπορεί να αισθάνονται πολύ περισσότερο πόνο από τους άντρες, μπορεί να
χρειάζονται διαφορετικές χειρουργικές τεχνικές, θεραπείες και δόσεις
φαρμάκων.
Ο έλεγχος του πόνου είναι κρίσιμος παράγοντας στη διεξαγωγή
χειρουργικών επεμβάσεων. Όλες οι χειρουργικές επεμβάσεις προκαλούν
κάποιο βαθμό πόνου. Η δυνατότητα ελαχιστοποίησης του πόνου επηρεάζει την
αντίληψη του ασθενούς σχετικά με την ποιότητα του αποτελέσματος της
χειρουργικής επέμβασης.
Παρά το γεγονός ότι η ανακάλυψη των τεχνικών αναισθησιολογίας έχει
αλλάξει ριζικά τον τομέα των χειρουργικών επεμβάσεων, εντούτοις η
ανεπαρκής αντιμετώπιση του πόνου αποτελεί ένα από τα κυριότερα
προβλήματα της σύγχρονης ιατρικής.
Υπολογίζεται ότι περίπου 15% έως 20 % του πληθυσμού μπορεί να
υποφέρει από οξύ πόνο ενώ μέχρι 30% υποφέρει από χρόνιο πόνο.
Ο πόνος έχει σημαντικές επιδράσεις στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων.
Εκτός από την απώλεια παραγωγικότητας λόγω απουσιών από την εργασία, ο
πόνος είναι αιτία κατάθλιψης και αρνητικού επηρεασμού της σεξουαλικής
ζωής.
Οι συχνότερες αιτίες πόνου είναι ο πόνος στην πλάτη, οι αρθρίτιδες, ο
πονοκέφαλος και τα τραύματα. Δυστυχώς η φροντίδα που προσφέρεται σήμερα
για την ανακούφιση από τον πόνο και ιδιαίτερα στις περιπτώσεις χρόνιου
πόνου, δεν είναι επαρκής.
Εκτός από περισσότερη έρευνα στον τομέα του πόνου, χρειάζεται
περισσότερη και συνεχής διαπαιδαγώγηση γιατρών και νοσηλευτών για να
είναι σε θέση να προσφέρουν καλύτερα σε ασθενείς με οξύ ή χρόνιο πόνο.
Η ορθή αξιολόγηση και αντιμετώπιση του πόνου, πρέπει να αποτελεί
προτεραιότητα στην προσφορά φροντίδας και περίθαλψης από όλους τους
επαγγελματίες της υγείας υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις.