Η αϋπνία είναι η κατάσταση κατά την οποία ένα άτομο νιώθει ότι η διάρκεια ή η ποιότητα του ύπνου του δεν είναι ικανοποιητικές.
Οι λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν στην αϋπνία είναι:
- Δυσκολία στο να αποκοιμηθεί το άτομο
- Συχνά ξυπνήματα κατά τη διάρκεια της νύχτας με δυσκολία στο να επέλθει ξανά ο ύπνος
- Το άτομο ξυπνά πολύ νωρίς το πρωί
- Ύπνος ο οποίος δεν επανορθώνει και δεν ξεκουράζει τον οργανισμό.
Η αϋπνία δεν προσδιορίζεται σύμφωνα με τις ώρες που ένα συγκεκριμένο άτομο χρειάζεται για να κοιμηθεί ή πόση ώρα του χρειάζεται για ν' αποκοιμηθεί.
Οι ανάγκες για ύπνο διαφέρουν σημαντικά από άνθρωπο σε άνθρωπο όπως επίσης η ικανοποίηση που νιώθουν μετά από τον ύπνο.
Η αϋπνία μπορεί να προκαλέσει προβλήματα κατά τη διάρκεια της ημέρας. Μπορεί να προκαλέσει κούραση, έλλειψη ενεργητικότητας, δυσκολία στη συγκέντρωση και ερεθιστικότητα.
Η αϋπνία μπορεί να είναι παροδική και μικρής διάρκειας. Η διάρκειά της σ' αυτές τις περιπτώσεις κυμαίνεται από μια νύκτα μέχρι μερικές εβδομάδες.
Μπορεί να είναι επαναλαμβανόμενη, δηλαδή να υπάρχουν χρονικές περίοδοι που να επέρχεται και μετά να υπάρχουν διαστήματα που φεύγει.
Μπορεί επίσης να είναι χρόνια, να συμβαίνει τις περισσότερες νύκτες και να διαρκεί από ένα μήνα και περισσότερο.
Τι προκαλεί την αϋπνία;
Ορισμένες καταστάσεις φαίνεται ότι μπορούν να συνοδεύονται από αϋπνία. Παραδείγματα τέτοιων καταστάσεων είναι οι εξής:
- Η προχωρημένη ηλικία. Η αϋπνία είναι συχνότερη σε άτομα μεγαλύτερα των 60 ετών
- Το θηλυκό γένος. Η αϋπνία είναι συχνότερη στις γυναίκες
- Η κατάθλιψη. Άτομα με ιστορικό κατάθλιψης μπορεί να υποφέρουν συχνότερα από αϋπνία
- Τα άτομα που περιλαμβάνονται στις πιο πάνω κατηγορίες εάν βρεθούν σε καταστάσεις που εμπεριέχουν στρες, έχουν ανησυχίες και άγχος, ή έχουν επιπρόσθετα κάποιο ιατρικό πρόβλημα ή ακόμη όταν πρέπει να πάρουν ορισμένα φάρμακα τότε η πιθανότητα να υποφέρουν από αϋπνία είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Υπάρχουν πολλές αιτίες που μπορούν να προκαλέσουν αϋπνία.
Οι παροδικές και επαναλαμβανόμενες μορφές αϋπνίας μπορούν να προκληθούν σε ανθρώπους που προσωρινά μπορεί να υποβάλλονται σε μια από τις πιο κάτω καταστάσεις:
- Στρες
- Περιβαλλοντικός θόρυβος, ηχορύπανση
- Υπερβολικά ψηλές περιβαλλοντικές θερμοκρασίες
- Αλλαγές στο άμεσο περιβάλλον
- Προβλήματα που προκαλούνται στον ύπνο και το ξύπνημα λόγω ταξιδιών με μεγάλες διαφορές στην ώρα (jet lag)
- Παρενέργειες φαρμάκων.
Η χρόνια αϋπνία είναι ένα πιο σύνθετο και δύσκολο πρόβλημα. Σε αρκετές περιπτώσεις προέρχεται από ένα συνδυασμό παραγόντων που περιλαμβάνουν οργανικές ή ψυχικές διαταραχές που συνυπάρχουν.
Μια από τις συχνότερες αιτίες της χρόνιας αϋπνίας είναι η κατάθλιψη. Άλλες οργανικές αιτίες που μπορεί να προκαλούν την χρόνια αϋπνία είναι η αρθρίτιδα, οι ασθένειες του νεφρού, η καρδιακή ανεπάρκεια, το άσθμα, η άπνοια του ύπνου, η ναρκοληψία, το σύνδρομο RLS (restless leg syndrome), η ασθένεια Πάρκινσον και ο υπερθυροϊδισμός.
Επίσης η χρόνια αϋπνία μπορεί να σχετίζεται με τον τρόπο ζωής του ατόμου. Το χρόνιο στρες προκαλεί αϋπνία.
Η κατάχρηση της καφεϊνης, του αλκοόλ ή άλλων ουσιών μπορεί να προκαλέσουν αϋπνία. Επίσης άτομα που εργάζονται με σύστημα βάρδιας ή έχουν άλλες δραστηριότητες κατά τη διάρκεια της νύκτας μπορεί να έχουν διαταραχές του κύκλου του ύπνου με αϋπνίες.
Επιπρόσθετα ορισμένοι τρόποι ζωής φάνηκε ότι υποβοηθούν στην συνέχιση και επιδείνωση μιας κατάστασης αϋπνίας:
- Όταν ένα άτομο προσδοκά και ανησυχεί ότι θα δυσκολευτεί ν' αποκοιμηθεί τότε αυτό μπορεί να επιδεινώσει το πρόβλημα
- Το να πίνει κάποιος υπερβολικές ποσότητες καφέ
- Το να πίνει κάποιος αλκοόλ προτού να κοιμηθεί
- Το να καπνίζει προτού να κοιμηθεί
- Το να κοιμάται κάποιος πολλές ώρες το απόγευμα
- Ακανόνιστος ή συνεχώς διακοπτόμενος ρυθμός ύπνου και ξυπνήματος.
Οι καταστάσεις που περιγράφονται πιο πάνω μπορούν να επιδεινώσουν μια προϋπάρχουσα αϋπνία ή ακόμα να την δημιουργήσουν. Η διακοπή αυτών των καταστάσεων μπορεί να σταματήσει για καλά την αϋπνία.
Ποιοι μπορεί να υποφέρουν από αϋπνίες;
Η αϋπνία μπορεί να προσβάλει άνδρες και γυναίκες όλων των ηλικιών παρά το γεγονός ότι φαίνεται να είναι συχνότερη στις γυναίκες και αυτό ιδιαίτερα μετά την εμμηνόπαυση.
Φαίνεται ότι με την αύξηση της ηλικίας ενός ατόμου προκαλείται περισσότερη μείωση της ικανότητάς του ν' αποκοιμηθεί και όχι μείωση των αναγκών του για ύπνο.
Πώς γίνεται η διάγνωση της αϋπνίας;
Οι ασθενείς με αϋπνία αξιολογούνται μετά από τη λήψη του ιστορικού και την κλινική εξέταση. Επίσης είναι αναγκαίο να ληφθεί και ένα ιστορικό του ύπνου του ασθενούς και είναι χρήσιμο οι ασθενείς να διατηρούν ένα ημερολόγιο στο οποίο να γράφουν τα προβλήματα ύπνου που έχουν διαχρονικά.
Σε αρκετές περιπτώσεις είναι χρήσιμο να ληφθούν πληροφορίες από το σύζυγο ή σύντροφο του ασθενούς που μπορεί να δώσει στοιχεία για την διάρκεια και ποιότητα του ύπνου του.
Σε ορισμένες περιπτώσεις που μπορεί να υπάρχει μια ειδική παθολογία όπως η άπνοια του ύπνου ή ναρκοληψία μπορεί να είναι αναγκαίο να γίνουν εξειδικευμένες μελέτες ύπνου.
Πώς αντιμετωπίζεται η αϋπνία;
Οι παροδικές και επαναλαμβανόμενες μορφές αϋπνίας μπορεί να μη χρειάζονται θεραπεία επειδή τα επεισόδια είναι μικρής διάρκειας κάθε φορά.
Για παράδειγμα εάν το πρόβλημα οφείλεται σε μια προσωρινή αλλαγή του ρυθμού ύπνου και ξυπνήματος, όπως με το "jet lag", τότε είναι θέμα χρόνου για να ξαναβρεί το άτομο τον κανονικό του ρυθμό.
Τα άτομα τα οποία συναντούν δυσκολίες στις καθημερινές τους δραστηριότητες λόγω υπνηλίας που προκαλείται από την αϋπνία μπορεί να χρειαστούν μια θεραπεία μικρής διάρκειας.
Είναι όμως πολύ σημαντικό να τονισθεί ότι τα φάρμακα που προκαλούν ύπνο μπορεί να έχουν σοβαρές ανεπιθύμητες παρενέργειες. Γι' αυτό δεν είναι σωστό οι ασθενείς να παίρνουν φάρμακα από μόνοι τους. Συνήθως γίνεται κάθε προσπάθεια για ν' αποφευχθεί η χορήγηση υπνωτικών χαπιών εκτός από ορισμένες περιπτώσεις που δεν υπάρχει άλλη επιλογή.
Η αντιμετώπιση της χρόνιας αϋπνίας χρειάζεται προσεκτική ολοκληρωμένη αντιμετώπιση και περιλαμβάνει ιατρική εξέταση, σε ορισμένες περιπτώσεις φαρμακευτική προσέγγιση και τεχνικές που έχουν σχέση με τον τρόπο ζωής και αντίληψης για το θέμα του ύπνου.
Πρώτα απ' όλα πρέπει να γίνει η διάγνωση και αντιμετώπιση μιας υποβόσκουσας άλλης γενεσιουργού παθολογίας.
Πρέπει ταυτόχρονα ν' αναγνωρισθούν οι τρόποι ζωής και συμπεριφορές του ασθενούς οι οποίες προδιαθέτουν και διατηρούν μακρόχρονα την αϋπνία
Πιθανόν σε ορισμένες περιπτώσεις να είναι χρήσιμο να χορηγηθούν υπνωτικά χάπια, αν και το κατά πόσο αυτό είναι χρήσιμο αποτελεί επίμαχο θέμα.
Είναι αναγκαίο όπως ένας ασθενής που παίρνει υπνωτικά χάπια να είναι υπό την επίβλεψη του γιατρού του για να εξακριβωθεί κατά πόσο υπάρχει πράγματι όφελος για τον άρρωστο και για να μειωθούν στο ελάχιστο οι ανεπιθύμητες δράσεις των φαρμάκων αυτών με την κατάλληλη ρύθμιση.
Γενικά τα φάρμακα αυτά δίνονται στην χαμηλότερη δυνατή δόση και για τα μικρότερα αναγκαία χρονικά διαστήματα για βελτίωση της κατάστασης του ασθενούς. Μερικά από τα φάρμακα αυτά όταν διακόπτονται πρέπει να διακόπτονται με σταδιακή μείωση της δόσης διότι εάν διακοπούν απότομα τότε υπάρχει κίνδυνος να επανέλθει η αϋπνία για μία ή δύο νύκτες
Είναι σημαντικό να δοκιμασθούν και ορισμένες άλλες μέθοδοι όπως η τεχνική της χαλάρωσης. Υπάρχουν ειδικές τεχνικές χαλάρωσης που μπορούν να μειώσουν το άγχος, τις ανησυχίες και την ένταση του σώματος. Χρειάζεται χρόνος για να μπορέσει ένα άτομο να εξασκηθεί και να μάθει να εφαρμόζει αποτελεσματικά τις τεχνικές αυτές. Όμως όταν τις μάθει είναι αποτελεσματικές και μπορούν να το ηρεμήσουν, να το βγάλουν από την κατάσταση της συνεχούς έντασης στην οποία μπορεί να βρίσκεται και να επιτρέψουν στο να επέλθει ένας ήρεμος ύπνος.
Μια άλλη τεχνική είναι αυτή του περιορισμού του ύπνου. Πολλά άτομα ξοδεύουν πολύ χρόνο στο κρεβάτι προσπαθώντας να κοιμηθούν χωρίς να το επιτυγχάνουν. Στις περιπτώσεις αυτές μπορεί να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα περιορισμού των ωρών του ύπνου επιτρέποντας στον ασθενή να κοιμηθεί μόνο λίγες ώρες κάθε νύκτα. Σταδιακά ο χρόνος αυξάνεται μέχρι που να επιτευχθεί ένα πιο κανονικός νυκτερινός ύπνος.
Ακόμη μια τεχνική είναι αυτή που επιδιώκει να κάνει τους ασθενείς να αντιλαμβάνονται με νέο διαφορετικό τρόπο τον ύπνο και τη χρησιμότητα του κρεβατιού. Σε περίπτωση που βρίσκονται στο κρεβάτι και δεν μπορούν να κοιμηθούν, είναι καλό να σηκωθούν, να κάνουν μια άλλη δραστηριότητα μέχρι που ν' αρχίσουν να νυστάζουν. Τότε μπορούν να επιστρέφουν στο κρεβάτι για να κοιμηθούν.