Η σπλήνα είναι ένα σημαντικό όργανο του σώματός μας. Ο ρόλος της είναι βασικός για την άμυνα του οργανισμού μας από ορισμένες μορφές μολύνσεων.
Η ζωή μπορεί να συνεχιστεί μετά από αφαίρεση της σπλήνας. Παρά το γεγονός ότι η σπλήνα δεν είναι απαραίτητη για να ζήσει κάποιος, εντούτοις η αφαίρεση της συνοδεύεται από μεγάλους κινδύνους μόλυνσης.
Η σπλήνα μπορεί να χρειαστεί να αφαιρεθεί για διάφορους λόγους. Η χειρουργική αφαίρεση της σπλήνας ονομάζεται σπληνεκτομή. Μπορεί να χρειαστεί να διενεργηθεί μετά από τραυματισμό ή εξαιτίας ορισμένων ασθενειών που την καθιστούν παθολογική ή κάποτε και σε περιπτώσεις καρκίνων.
Υπάρχουν ασθένειες του αίματος και άλλες στις οποίες η σπλήνα αυξάνεται πολύ σε μέγεθος. Στις περιπτώσεις αυτές, η σπλήνα δυνατόν να συμπεριφέρεται παθολογικά και να καταστρέφει τα έμμορφα στοιχεία του αίματος δηλαδή τα αιμοπετάλια, τα ερυθρά και τα λευκά αιμοσφαίρια (υπερσπληνισμός).
Επιπρόσθετα η παθολογική σπλήνα λόγω του μεγάλου της μεγέθους είναι δυνατόν να κινδυνεύει με ρήξη. Η ρήξη της σπλήνας δημιουργεί άμεση απειλή για τη ζωή του ασθενούς. Κάτω από αυτές τις συνθήκες συνιστάται η σπληνεκτομία.
Μετά από σπληνεκτομή οι ασθενείς κινδυνεύουν περισσότερο από ορισμένα μικρόβια, όπως ο πνευμονιόκοκκος, ο μηνιγγιτιδόκοκκος και ο αιμόφιλος της ινφλουέντσας. Για το λόγο αυτό, πριν από τη σπληνεκτομή εφόσον αυτό είναι δυνατόν συστήνεται οι ασθενείς να εμβολιάζονται εναντίον των εν λόγω βακτηριδίων. Επίσης συστήνεται να γίνεται και το εμβόλιο για τη γρίπη.
Σε περιπτώσεις που η σπληνεκτομία πραγματοποιείται επειγόντως λόγω για παράδειγμα κάποιου τραυματισμού, τα εμβόλια μπορούν να γίνονται μετά. Παράλληλα χρειάζεται μακροχρόνια χορήγηση αντιβιοτικών, ιδιαίτερα στην παιδική ηλικία.
Μια έρευνα από Δανούς γιατρούς μάς προσφέρει ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τους βραχυπρόθεσμους όσο και μακροπρόθεσμους κινδύνους μόλυνσης με εισαγωγή στο νοσοκομείο σε ασθενείς που υποβλήθηκαν σε σπληνεκτομή.
Οι Δανοί γιατροί μελέτησαν όλους τους 3.812 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε σπληνεκτομή στη Δανία από το 1996 έως το 2005. Οι ερευνητές μελέτησαν επίσης 3 ομάδες για σκοπούς σύγκρισης: Το γενικό πληθυσμό, ασθενείς που υποβλήθηκαν σε σκωληκοειδεκτομή και ασθενείς που ενώ είχαν κατάσταση που μπορούσε να οδηγήσει σε σπληνεκτομή (τραυματισμό, καρκίνο) τελικά δεν υποβλήθηκαν στην επέμβαση.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο κίνδυνος εισαγωγής σε νοσοκομείο λόγω μόλυνσης για ένα ασθενή που υποβλήθηκε σε σπληνεκτομή ήταν μεγαλύτερος στις πρώτες 90 μέρες μετά τη σπληνεκτομή. Ο κίνδυνος για μόλυνση ήταν μεγαλύτερος στους ασθενείς που υποβλήθηκαν σε σπληνεκτομή λόγω αιματολογικής πάθησης.
Το συμπέρασμα των Δανών ερευνητών είναι ότι η σπληνεκτομή σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για μολύνσεις που απαιτούν εισαγωγή των ασθενών σε νοσοκομείο τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.