Η
συχνότητα της ασθένειας του Άλτσχάιμερ αυξάνεται. Σήμερα έχει καταστεί
πλέον η τέταρτη συχνότερη αιτία θανάτου μετά από τις καρδιακές παθήσεις,
τον καρκίνο και τα εγκεφαλικά επεισόδια.Παρά τις πολλές έρευνες που
έγιναν και συνεχίζουν να γίνονται, δεν έχει ακόμη βρεθεί μια
αποτελεσματική θεραπεία.
Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι η ασπιρίνη και άλλα αντι-φλεγμονώδη
φάρμακα, πιθανόν να βοηθούν στην πρόληψη της ασθένειας του Άλτσχάιμερ.
Γιατροί από τα πανεπιστήμια της Βαλτιμόρης και της Ουάσιγκτον, εξέτασαν
και ανέλυσαν τις περιπτώσεις 3.227 ατόμων ηλικίας από 65 ετών και άνω, για
τη χρονική περίοδο από το 1995 έως 1996.
Ο στόχος τους ήταν να διερευνήσουν και να επιβεβαιώσουν ή όχι, τα
ευρήματα προηγούμενων ερευνών, που έγιναν από
διαφορετικές ερευνητικές ομάδες, που έδειχναν ότι η ασπιρίνη, τα άλλα μη
στεροειδή αντι-φλεγμονώδη φάρμακα και τα αντι-ισταμινικά φάρμακα τύπου
H2, μειώνουν τη συχνότητα της
εκδήλωσης της ασθένειας του Άλτσχάιμερ.
Τα αποτελέσματα τους έδειξαν ότι:
- Η ασπιρίνη και τα άλλα μη στεροειδή αντι- φλεγμονώδη φάρμακα (ibuprofen,
naproxen), μείωναν κατά 50% περίπου, τον κίνδυνο εκδήλωσης
της ασθένειας του Άλτσχάιμερ, σε άτομα που
τα έπαιρναν για μεγάλα χρονικά διαστήματα, τουλάχιστο για δύο χρόνια
- Οι θετικές προληπτικές επιδράσεις της ασπιρίνης και των άλλων
φαρμάκων, εκδηλώνονταν μόνο σε άτομα που έπαιρναν τα φάρμακα αυτά
πριν από την κλινική εμφάνιση της ασθένειας. Δεν υπήρχε ευεργετική
δράση των φαρμάκων αυτών μετά από την εκδήλωση της ασθένειας
- Το αναγκαίο χρονικό διάστημα λήψης της ασπιρίνης και των άλλων
αντι-φλεγμονοδών φαρμάκων για να υπάρχει προληπτική δράση, ήταν
τουλάχιστο δύο χρόνια αλλά τα καλύτερα αποτελέσματα παρατηρήθηκαν σε
αυτούς που έπαιρναν τα φάρμακα αυτά για τα μεγαλύτερα χρονικά
διαστήματα
- Η λήψη των αντι-ισταμινικών φαρμάκων τύπου H2
(Tagamet, Zantac, Pepsid, Axid), τα οποία
χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση γαστρικών διαταραχών (έλκος,
γαστρίτιδα, καούρα), δεν συνοδευόταν από μείωση της συχνότητας της
ασθένειας του Άλτσχάιμερ. Αυτό το εύρημα, βρίσκεται σε αντίθεση με
άλλες έρευνες που έδειξαν ότι και τα φάρμακα αυτά μειώνουν τη
συχνότητα της ασθένειας
|
Τα συμπεράσματα των ερευνητών είναι ότι τα ευρήματα τους, επιβεβαιώνουν
αυτά προηγούμενων εργασιών, που δείχνουν ότι η ασπιρίνη και τα άλλα μη
στεροειδή αντι-φλεγμονώδη φάρμακα, μπορούν να αποτελέσουν πρόληψη ή ακόμη
παράγοντες αναστολής της εγκατάστασης της ασθένειας του Άλτσχάιμερ.
Τονίζουν ότι για να υπάρξει η ευεργετική αυτή δράση, θα πρέπει τα
φάρμακα αυτά να λαμβάνονται πριν από την εγκατάσταση εκφυλιστικών
αλλοιώσεων στον εγκέφαλο, που προκαλεί η νόσος. Όταν οι βλάβες αυτές
εγκατασταθούν και αρχίζουν να αποδιοργανώνουν τον εγκέφαλο, η ασθένεια
εμφανίζεται κλινικά και τα φάρμακα δεν μπορούν να βοηθήσουν.
Επισημαίνουν επίσης ότι παρά τις θετικές και ενθαρρυντικές αυτές
ενδείξεις, θα πρέπει να υπάρξουν προοδευτικές μελέτες που θα μπορέσουν να
συγκρίνουν σε ασθενείς τη δράση της ασπιρίνης και των αντιφλεγμονοδών
φαρμάκων μαζί με εικονικό φάρμακο.
Μόνο τέτοιου είδους έρευνες μπορούν τελεσίδικα να δείξουν την
αποτελεσματικότητα ή όχι κάποιου φαρμακευτικού παράγοντα για μια
συγκεκριμένη ασθένεια.
Παράλληλα δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι τόσο η ασπιρίνη όσο και τα άλλα
αντι-φλεγμονώδη φάρμακα μπορούν να έχουν σημαντικές επιπλοκές. Οι
συχνότερες παρενέργειες των φαρμάκων αυτών είναι οι γαστρίτιδες, έλκος στο
στομάχι ή το δωδεκαδάκτυλο, αιμορραγία του πεπτικού συστήματος και νεφρικά
προβλήματα.
Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα οποιαδήποτε λήψη φαρμάκων της
κατηγορίας αυτής, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για μεγάλα χρονικά διαστήματα,
θα πρέπει να γίνεται μόνο μετά από προσεκτική εξέταση του ασθενούς από το
γιατρό του και με συνεχή παρακολούθηση.