Νέες
γενετικές θεραπείες οδήγησαν στην
γέννηση παιδιών τα οποία στην ουσία
έχουν γενετικό υλικό από 2 μητέρες και
από 1 πατέρα.
Είναι η πρώτη φορά στην
ιστορία της ανθρωπότητας που έγινε
αυτή η διαδικασία σε περιπτώσεις
άτεκνων ζευγαριών.
Η τεχνική που
χρησιμοποιήθηκε ονομάζεται "ωοπλασμική
μεταφορά" (ooplasmic transfer). Χρησιμοποιείται
το ωάριο μιας δότριας, από το οποίο
λαμβάνεται το κυτταρόπλασμα. Το
κυτταρόπλασμα είναι το υλικό που
περιβάλλει τον πυρήνα και περιέχει
σημαντικά στοιχεία για την ζωή του
κυττάρου, όπως τα μιτοχόνδρια.
Ακολούθως το κυτταρόπλασμα
της δότριας μεταφέρεται στο ωάριο μιας
στείρας γυναίκας. Ορισμένες γυναίκες
δεν μπορούν να τεκνοποιήσουν επειδή τα
ωάριά τους περιέχουν μέσα στο
κυτταρόπλασμά τους μιτοχόνδρια τα
οποία είναι ανεπαρκή.
Τα μιτοχόνδρια είναι
πραγματικά τα εργοστάσια παραγωγής
ενέργειας των κυττάρων. Ιδιαίτερα
είναι απαραίτητα για τα ωάρια για να
μπορέσουν να τροφοδοτήσουν την
ανάπτυξη του εμβρύου μετά από τη
σύλληψη.
Τα μιτοχόνδρια περιέχουν
δικό τους DNA, δηλαδή το κληρονομικό
γενετικό υλικό που που είναι
χαρακτηριστικό του κάθε ανθρώπου. Το DNA
που περιέχουν τα μιτοχόνδρια της
στείρας γυναίκας έχει προβλήματα και
έτσι δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στην
αποστολή του.
Με την προσθήκη στο ωάριο
της στείρας γυναίκας των μιτοχονδρίων
της δότριας έχουμε τελικά ένα επαρκές
για την ανάπτυξη του εμβρύου ωάριο, το
οποίο όμως έχει DNA, γενετικό
κληρονομικό υλικό από δύο μητέρες.
Στο νέο γενετικά
τροποποιημένο ωάριο έχουμε στον πυρήνα
το DNA της στείρας μητέρας. Το DNA αυτό
είναι υπεύθυνο για τον προσδιορισμό
των χαρακτηριστικών του παιδιού όπως
το χρώμα των ματιών, το χρώμα των μαλλιών,
τα χαρακτηριστικά του προσώπου, της
σωματικής διάπλασης και χιλιάδων άλλων
λεπτομερειών. Το DNA της δότριας μητέρας
θα βρίσκεται μέσα στο κυτταρόπλασμα
του κυττάρου και θα είναι υπεύθυνο για
την παραγωγή ενέργειας στα κύτταρα.
Όταν κατασκευαστεί το
γενετικά τροποποιημένο αυτό ωάριο,
τότε χρησιμοποιείται το σπέρμα του
πατέρα για να γίνει η γονιμοποίηση και
στη συνέχεια το έμβρυο εμφυτεύεται στη
μήτρα της μητέρας.
Σύμφωνα με τους γιατρούς
και ερευνητές που έκαναν αυτές τις
διαδικασίες έχουν γεννηθεί μέχρι
σήμερα, 30 παιδιά παγκοσμίως με τη
μέθοδο αυτή. Το μεγαλύτερο από τα
παιδιά αυτά είναι σήμερα 4 ετών.
Οι πρώτοι που εφάρμοσαν τις
τεχνικές αυτές είναι οι γιατροί στο
Institute for Reproductive Medicine and Science of St Barnabas Medical
Center, New Jersey των Ηνωμένων Πολιτειών. Ήδη 15
παιδιά έχουν γεννηθεί με τέτοιο τρόπο
στο κέντρο αυτό. Τα αποτελέσματα της
μεθόδου που χρησιμοποιείται
δημοσιεύονται στο Journal of
Human Reproduction 2001; 16:513-6.
Η δημοσίευση της
πρωτοποριακής αυτής μεθόδου προκάλεσε
έντονες αντιδράσεις από τη διεθνή
επιστημονική κοινότητα. Σε πολλές
χώρες η τροποποίηση των γενετικών
κυττάρων όπως τα ωάρια δεν επιτρέπεται
από τη νομοθεσία.
Αυτοί οι οποίοι ασκούν
έντονη κριτική γι' αυτό που έγινε
θεωρούν ότι είναι επικίνδυνη η
τροποποίηση των γενετικών κυττάρων
διότι οι αλλαγές αυτές θα μεταφέρονται
πλέον σ' όλες τις γενεές που θα
προκύψουν από τα παιδιά αυτά. Είναι
άγνωστο τι συνέπειες και τι κινδύνους
θα έχουν για τον ανθρώπινο
οργανισμό και ούτε είναι δυνατόν να
υπολογισθούν εκ των προτέρων.
Το γεγονός ότι στις
περιπτώσεις αυτές πραγματικά γίνεται
μια θεμελιώδης αλλαγή της ανθρώπινης
φύσης, με επεξεργασία και τροποποίηση
του κληρονομικού γενετικού κώδικα,
είναι κατανοητό ότι προκαλεί
δικαιολογημένα φόβο.
Οι υποστηρικτές της
μεθόδου αυτής τονίζουν όμως ότι με τη
μέθοδό τους δεν έχουν επέμβει πάνω στον
γενετικό κώδικα για να τον
τροποποιήσουν και ν' αλλάξουν τα
χαρακτηριστικά του ατόμου. Εκείνο που
κάνουν λένε, είναι να προσθέσουν στον
οργανισμό, στο επίπεδο του
κυτταροπλάσματος του κυττάρου, το
μιτοχονδριακό DNA, το οποίο είναι
απαραίτητο για τη ζωή.
Προσθέτουν επίσης ότι τα
παιδιά που γεννήθηκαν μέχρι σήμερα με
τη μέθοδο αυτή δεν έχουν κανένα
πρόβλημα υγείας.
Οι τροποποιήσεις του
γενετικού κώδικα όπως επίσης και η
προσθήκη νέου DNA στον οργανισμό
προκαλούν σίγουρα φόβους και ανησυχίες.
Η πρόοδος που έχει επιτευχθεί στην
μοριακή βιολογία και στην
αποκωδικοποίηση του DNA, μας οδηγούν σε
νέους δρόμους άγνωστους και με πολλούς
κρυμμένους κινδύνους.
Είναι πολύ δύσκολο να
κατασταλούν οι διάφορες προσπάθειες
που θα γίνονται για επεμβάσεις σε
γενετικό επίπεδο με σκοπό τη
θεραπευτική επίλυση πολλών
προβλημάτων υγείας και πιθανόν και
άλλων δυνητικών εφαρμογών.
Είναι λοιπόν, πολύ
σημαντικό να υπάρχει συνεχής μελέτη
και εγρήγορση για τα προβλήματα αυτά.
Με αυτό τον τρόπο θα μπορούν να υιοθετηθούν
οι πιο κατάλληλες λύσεις,
εξατομικευμένες για την κάθε περίπτωση
και σίγουρα δεν μπορεί να υπάρξει μια
γενική δογματική αντιμετώπιση των
πολύπλοκων και ευαίσθητων αυτών
θεμάτων.