Η λεύκη είναι πάθηση του δέρματος που οδηγεί στη βλάβη και απώλεια των μελανοκυττάρων που παράγουν τη μελανίνη η οποία δίνει το χρώμα στο δέρμα. Εμφανίζονται άσπρες πλάκες ή κηλίδες που είναι δυνατόν να εντοπιστούν σε οποιοδήποτε μέρος του σώματος.
Η λεύκη μπορεί να εμφανιστεί σε όλες τις ηλικίες. Είναι συχνότερη σε νέους ενήλικες. Επηρεάζει εξίσου γυναίκες και άνδρες. Προσβάλλει από 1 έως 2% του πληθυσμού. Παγκοσμίως υπολογίζεται ότι πάσχουν από 40 έως 50 εκατομμύρια ανθρώπων.
Το 50% των περιπτώσεων εκδηλώνεται πριν από την ηλικία των 20 ετών. Το 95% των ασθενών προσβάλλονται πριν από την ηλικία των 40 ετών. Σε μερικές οικογένειες υπάρχει προδιάθεση για λεύκη.
Η εξέλιξη της ασθένειας είναι διαφορετική από ασθενή σε ασθενή. Σε μερικούς μπορεί να εκδηλωθεί μόνο με μερικές κηλίδες. Σε άλλους μπορεί να επηρεαστεί σχεδόν όλη η επιφάνεια του δέρματος.
Οι αιτίες που προκαλούν τη λεύκη δεν είναι γνωστές. Η επικρατέστερη θεωρία είναι ότι πρόκειται για αυτοάνοσο νόσο. Το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού, παράγει αντισώματα που κατευθύνονται εναντίον των μελανοκυττάρων. Η παθολογική αυτή αντίδραση καταστρέφει τα εν λόγω κύτταρα προκαλώντας έτσι άσπρες πλάκες στο δέρμα.
Η διάγνωση βασίζεται στο ιστορικό του ασθενούς και στην κλινική εξέταση. Εκτός από τις γενικές εξετάσεις που μπορεί ένας γιατρός να ζητήσει, είναι δυνατόν ο δερματολόγος να κάνει μια μικρή βιοψία του δέρματος για επιβεβαίωση της διάγνωσης.
Οι ασθενείς με λεύκη, έχουν αυξημένο κίνδυνο και για άλλες αυτοάνοσους νόσους, ιδιαίτερα αυτές που εμπλέκουν το θυρεοειδή αδένα. Για το λόγο αυτό οι ασθενείς με λεύκη πρέπει να παρακολουθούνται και να αξιολογούνται από το γιατρό τους.
Η θεραπεία μπορεί να μην είναι αναγκαία σε περιπτώσεις που η νόσος είναι περιορισμένη ή που δεν ενοχλεί τον ασθενή.
Η θεραπεία για τη λεύκη πρέπει να γίνεται με επίβλεψη και παρακολούθηση από δερματολόγο με εμπειρία στο πρόβλημα. Δεν πρέπει οι ασθενείς από μόνοι τους ανεξέλεγκτα να χρησιμοποιούν τοπικά φάρμακα ή να κάνουν φωτοθεραπεία.
Υπάρχουν τοπικές θεραπείες, κρέμες ή αλοιφές που τοποθετούνται στις περιοχές που επηρεάζονται από τη λεύκη. Περιέχουν ενεργές ουσίες (κορτικοστεροειδή, τακρόλιμους, πιμεκρολίμη) που καταστέλλουν τοπικά τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος περιορίζοντας έτσι την καταστροφή των μελανοκυττάρων.
Η εφαρμογή στο δέρμα ανοσοκατασταλτικών ουσιών μπορεί να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες. Για το λόγο αυτό δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται χωρίς τη συμβουλή και παρακολούθηση του γιατρού.
Η φωτοθεραπεία με υπεριώδεις ακτίνες ή λέιζερ στοχεύει τις παθολογικές περιοχές. Χρησιμοποιούνται ακτίνες φωτός που έχουν διαφορετικά μήκη κύματος.
Η θεραπεία PUVA βασίζεται στο συνδυασμό ψωραλενίου και χορήγησης φωτοθεραπείας με υπεριώδεις ακτίνες Α. Η θεραπεία μπορεί να γίνει με χορήγηση του ψωραλενίου από το στόμα ή με εφαρμογή του, τοπικά στις περιοχές όπου υπάρχει λεύκη.
Πρόκειται για μια από τις πλέον αποτελεσματικές θεραπείας που επιτρέπουν στο δέρμα να μαυρίσει ξανά.
Η θεραπεία PUVA μπορεί να έχει παρενέργειες, χρειάζονται ειδικός εξοπλισμός και προφυλάξεις, διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Για τους λόγους αυτούς πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένο γιατρό που θα παρακολουθεί μακροχρόνια τον ασθενή του.
Σε ορισμένες περιπτώσεις λεύκης εστιακής μορφής, μπορεί να προταθεί χειρουργική θεραπεία με μεταμόσχευση φυσιολογικού δέρματος ή ακόμη αυτόλογων μελανοκυττάρων που πολλαπλασιάστηκαν σε καλλιέργεια.
Σε πολλές περιπτώσεις, η ιδανική αντιμετώπιση περιλαμβάνει ένα συνδυασμό από τις πιο πάνω θεραπευτικές μεθόδους.
Το δέρμα στις περιοχές που παρουσιάζουν λεύκη, είναι απροστάτευτο από τον ήλιο λόγω της απουσίας μελανίνης. Για το λόγο αυτό είναι περισσότερο ευάλωτο στα εγκαύματα λόγω ήλιου. Έτσι η χρήση αντηλιακών με ψηλό δείκτη προστασίας (τουλάχιστο μεγαλύτερο από 15) είναι αναγκαία.
Επίσης το καλυπτικό μακιγιάρισμα του δέρματος με ειδικά make up, μπορεί να βοηθά σε περιπτώσεις περιορισμένης απώλειας χρωστικής ουσίας.
Ασθενείς των οποίων το δέρμα έχει προσβληθεί σε μεγάλο βαθμό ή σχεδόν στην ολότητα του, κάποτε προτιμούν την αφαίρεση της υπολειπόμενης χρωστικής ουσίας του δέρματος. Αυτό μπορεί να γίνει με ειδική χημική ουσία και το αποτέλεσμα είναι μόνιμο.
Η λεύκη είναι δυνατόν σε ορισμένους ασθενείς να προκαλεί κοινωνικά και ψυχολογικά προβλήματα. Οι αλλαγές στην εμφάνιση που προκαλεί η λεύκη, προκαλούν ανησυχία και άγχος στους ασθενείς.
Η επαγγελματική τους καριέρα είναι δυνατόν να επηρεάζεται στις περιπτώσεις που η λεύκη εντοπίζεται σε εμφανή μέρη του σώματος. Για τους λόγους αυτούς, οι ασθενείς με λεύκη χρειάζονται υποστήριξη και καθοδήγηση από γιατρούς και άλλους επαγγελματίες της υγείας που είναι ευαισθητοποιημένοι και καλοί γνώστες του προβλήματος.
Επίσης η επαφή με άλλους ασθενείς με λεύκη μπορεί να συνδράμει ουσιαστικά στην αντιμετώπιση των αισθηματικών, ψυχολογικών και κοινωνικών προβλημάτων που δημιουργεί η νόσος.