Η
ψωρίαση είναι ασθένεια του δέρματος που επηρεάζει περίπου το 2% του
πληθυσμού. Είναι χρόνια πάθηση που οφείλεται σε διαταραχές του
ανοσολογικού συστήματος και ιδιαίτερα των λεμφοκυττάρων τύπου Τ.
Η
ψωρίαση (από την ελληνική λέξη ψώρος που σημαίνει λέπι), χαρακτηρίζεται
από ερυθηματώδεις βλάβες του δέρματος που καλύπτονται με παχιές πλάκες
λεπιών, χρώματος λευκού ή ασημί.
Οι βλάβες του δέρματος μπορούν να εμφανιστούν οπουδήποτε στο σώμα αλλά
συχνότερα εντοπίζονται στους αγκώνες, στα γόνατα, στο τριχωτό της κεφαλής,
στο κάτω μέρος της πλάτης, στις παλάμες στα πέλματα, στο πρόσωπο, γύρω από
τον ομφαλό.
Οι ασθενείς παρουσιάζουν φαγούρα, διασπάσεις του δέρματος που μπορεί να
αιμορραγούν και πόνο.
Η ψωρίαση είναι δυνατόν να δημιουργεί και μη δερματικά προβλήματα.
Μπορεί να προσβάλλει τις αρθρώσεις, τα νύχια των χεριών και των ποδιών, το
εσωτερικό του στόματος, τα γεννητικά όργανα.
Η ψωρίαση δεν είναι μεταδοτική. Υπάρχει γενετική προδιάθεση και
κληρονομικότητα. Το στρες, οι μολύνσεις και ορισμένα φάρμακα, επιδεινώνουν
την πάθηση.
Δεν υπάρχει σήμερα θεραπεία που προσφέρει ίαση στην ψωρίαση.
Όμως υπάρχουν πολλές θεραπευτικές επιλογές που αντιμετωπίζουν
αποτελεσματικά τη νόσο και προσφέρουν μεγάλες περιόδους ύφεσης της νόσου
χωρίς δερματολογικές ή άλλες εκδηλώσεις.
Η κάθε θεραπεία έχει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της. Μια
θεραπεία που αποδίδει σε ένα ασθενή πιθανόν να μην είναι αποδοτική για
έναν άλλο.
Το είδος της θεραπείας εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Οι
παράγοντες αυτοί είναι ο τύπος της ψωρίασης, η σοβαρότητα, η έκταση του
δέρματος που επηρεάζεται, ο εντοπισμός των βλαβών, η ηλικία και το ιατρικό
ιστορικό του ασθενούς και τέλος οι επιπτώσεις της ασθένειας στην ποιότητα
ζωής του ασθενούς, στο σωματικό και ψυχικό τομέα.
Οι θεραπείες που υπάρχουν σήμερα για την ψωρίαση μπορούν να χωριστούν
σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: Τοπικές θεραπείες (για μέχρι μέτριας
σοβαρότητας περιπτώσεις), φωτοθεραπεία (υπεριώδης ακτινοβολία) και
συστεμική θεραπεία (φάρμακα από το στόμα ή ενδοφλέβια).
Κατά τα τελευταία δύο χρόνια, έχουν εγκριθεί αξιόλογα νέα
βιοτεχνολογικά φάρμακα που ανοίγουν μια νέα εποχή για τους ασθενείς με
ψωρίαση προσφέροντας μακροχρόνιο έλεγχο της νόσου. Οι εν λόγω δραστικές
ουσίες παράγονται με μεθόδους βιολογικής μηχανικής από πρωτείνες που
παράγονται από κύτταρα.
Τα βιολογικά φάρμακα είναι διαφορετικά από τα άλλα φάρμακα που
χρησιμοποιούνται για την ψωρίαση λόγω του ότι έχουν σχεδιασθεί για να
σταματούν την ασθένεια στα πρώτα στάδια της γένεσης της. Καταστέλλουν τους
αρχικούς μηχανισμούς που οδηγούν στην παθολογική δραστηριοποίηση του
ανοσοποιητικού συστήματος.
Τα κυριότερα από τα νέα βιολογικά φάρμακα που υπόσχονται πολλά για
τους ασθενείς με ψωρίαση είναι:
- Το etanercept (Enbrel)
είναι φάρμακο βιοτεχνολογικό που εγκρίθηκε κατά το 2004 για
μέτριας και σοβαρής μορφής ψωρίαση. Επίσης βοηθά και στην αντιμετώπιση
της αρθρίτιδας της ψωρίασης. Καταστέλλει μια ειδική πρωτεΐνη (την
TNF-alpha, tumor necrosis factor-alpha) που δημιουργεί φλεγμονή στην
ψωρίαση και στην αρθρίτιδα της ψωρίασης.
Τα θεραπευτικά αποτελέσματα με το φάρμακο αυτό που θεωρείται ασφαλές,
είναι πολύ καλά και διαχρονικά σταθερά. Χορηγείται δύο φορές την
εβδομάδα υποδορίως και οι ίδιοι οι ασθενείς μπορούν να κάνουν τις
ενέσεις τους
- Το alefacept (Amevive) εγκρίθηκε τον Ιανουάριο του 2003 από
το FDA. Καταστέλλει την παθολογική
δραστηριοποίηση των λεμφοκυττάρων τύπου Τ.
Ενδείκνυται για μέτριας και σοβαρής μορφής ψωρίαση, χορηγείται μία φορά
κάθε δώδεκα εβδομάδες ενδομυικώς από το γιατρό και χρειάζονται να
γίνονται εβδομαδιαίως αναλύσεις αίματος για παρακολούθηση της
ανοσοκαταστολής
- Η εφαλιζουμάμπη (efalizumab, Raptiva)
εγκρίθηκε πριν 18 μήνες και καταστέλλει την παθολογική
δραστηριοποίηση των λεμφοκυττάρων τύπου Τ. Χορηγείται υποδορίως μια φορά
την εβδομάδα. Αρχικά η ένεση γίνεται από το γιατρό αλλά στη συνέχεια
μπορεί να την κάνει ο ίδιος ο ασθενής.
Συστήνεται σε ασθενείς που δεν ανταποκρίθηκαν στη μεθοτρεξάτη, στην
κυκλοσπορίνη και στη φωτοθεραπεία. Πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι η
θεραπεία για 6 μήνες με το εν λόγω φάρμακο, είναι ασφαλής με πολύ καλά
αποτελέσματα και χωρίς επιπρόσθετες παρενέργειες
- Η ινφλιξιμάμπη (infliximab, Remicade)
και η αδαλιμουμάμπη (adalimumab, Humira)
είναι φάρμακα της ίδιας οικογένειας που δρουν με ανάλογους τρόπους
Οι ασθενείς πρέπει να συμβουλεύονται τους γιατρούς τους για την πλέον
κατάλληλη θεραπεία για την περίπτωση τους.
Παράλληλα θέλουμε να τονίσουμε το γεγονός ότι έρευνες έχουν δείξει ότι
ασθενείς με ψωρίαση που είναι καλύτερα πληροφορημένοι για την ασθένεια και
τις θεραπευτικές επιλογές που υπάρχουν σήμερα, είναι περισσότερο
ευχαριστημένοι όσον αφορά την εξέλιξη της νόσου τους.