Η παχυσαρκία αποδεικνύεται, ότι είναι μια μάστιγα που προκαλεί πολλά κακά στον άνθρωπο: Διαβήτη, καρδιακές ασθένειες, καρκίνο, σκελετικά προβλήματα και αρθρίτιδες.
Είναι αναμφίβολο ότι οι ειδικοί σήμερα συμφωνούν ότι πρέπει με κάθε τρόπο να καταπολεμούμε τη λήψη υπερβολικού βάρους.
Όλοι προσπαθούμε με κάθε τρόπο να μειώσουμε αυτά που τρώμε. Μερικοί από εμάς δεν τα καταφέρνουν καθόλου και είναι υπερβολικά παχύσαρκοι με αποτέλεσμα να διατρέχουν πολύ σοβαρούς κινδύνους.
Πόσο όμως μπορούμε εμείς οι ίδιοι να ελέγξουμε την πείνα μας ή την όρεξή μας; Πόσο εμείς οι ίδιοι μπορούμε να σταματήσουμε να τρώγουμε όταν ο οργανισμός μας έχει πάρει τις θερμίδες που χρειάζεται;
Το ζήτημα δεν φαίνεται να είναι τόσο απλό. Ακόμη χειρότερα φαίνεται ότι σε αρκετές περιπτώσεις το θέμα μπορεί να είναι εκτός των δικών μας δυνατοτήτων.
Σύμφωνα με έρευνες υπάρχουν τουλάχιστο δύο ορμόνες που ρυθμίζουν την πείνα μας, την όρεξη και την παχυσαρκία.
Οι ορμόνες αυτές ακολουθούν τους δικούς τους βιολογικούς ρυθμούς και η συγκέντρωση τους μέσα στο αίμα μπορεί να είναι διαφορετική από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Η πρώτη ορμόνη που ανακαλύφθηκε τα τελευταία χρόνια είναι η γκρελίνη. Η ορμόνη αυτή που αποκαλείται και η ορμόνη της όρεξης ή της πείνας, απελευθερώνεται στο αίμα από το στομάχι.
Σύμφωνα με πρόσφατη κλινική έρευνα που έγινε στο Λίβερπουλ η γκρελίνη συμπεριφέρεται διαφορετικά στα άτομα που είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα σε σύγκριση με τα άτομα κανονικού βάρους.
Στα άτομα κανονικού βάρους, η γκρελίνη βρέθηκε να ψηλώνει με την πείνα και να μειώνεται μετά από το φαγητό.
Στους παχύσαρκους τα επίπεδα στο αίμα της γκρελίνης είναι χαμηλά πριν από το φαγητό και παραμένουν χαμηλά μετά από το γεύμα.
Με τον τρόπο αυτό φαίνεται, ότι η μη αλλοίωση των επιπέδων αίματος της γκρελίνης στους παχύσαρκους μετά από το γεύμα, δεν τους δίνει το απαραίτητο μήνυμα στον εγκέφαλο ότι έχουν χορτάσει. Η αρνητική συνέπεια είναι ότι συνεχίζουν να τρώνε.
Η λεπτίνη, που συχνά αποκαλείται η ορμόνη της παχυσαρκίας, είναι η δεύτερη ορμόνη η οποία φαίνεται να ρυθμίζει την όρεξη και την πείνα.
Παλαιότερες έρευνες είχαν δείξει ότι η λεπτίνη μπορεί να δίνει σήμα στον εγκέφαλο να σταματά το φαγητό όταν τα κύτταρα του λιπώδους ιστού του οργανισμού είναι κορεσμένα.
Στην έρευνα που έκαναν οι γιατροί από το Λίβερπουλ φάνηκε ότι η λεπτίνη μειώνεται στα άτομα κανονικού βάρους μετά από το φαγητό με τον ίδιο τρόπο που μειώνεται και η γκρελίνη. Αντίθετα στους παχύσαρκους παραμένει στα ίδια σταθερά επίπεδα.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι υπάρχει μια αλληλοεπίδραση μεταξύ της γκρελίνης και της λεπτίνης. Πιστεύουν ότι η λεπτίνη μπορεί και μειώνει την παραγωγή της γκρελίνης.
Τα πιο πάνω στοιχεία μας δείχνουν ότι υπάρχει ένας σύνθετος ορμονικός μηχανισμός που ρυθμίζει την πείνα την όρεξη και την παχυσαρκία. Μόλις τώρα αρχίζουν οι γιατροί και οι επιστήμονες να καταλαβαίνουν τους μηχανισμούς αυτούς.
Σίγουρα λοιπόν η καταπολέμηση της παχυσαρκίας δεν εξαρτάται μόνο από τη βούληση των ασθενών.
Η κατανόηση των ορμονικών μηχανισμών θα οδηγήσει ίσως στην ανεύρεση φαρμάκων που να καταστέλλουν την απελευθέρωση στο αίμα της γκρελίνης για να μειώνεται η όρεξη.