Τα φυτοφάρμακα και η σχέση τους με τον καρκίνο προβληματίζει διαχρονικά τους επιστήμονες και το πλατύ κοινό. Η συχνότητα νέων περιστατικών καρκίνου παρουσιάζει μια συνεχή, σταθερή αύξηση. Επηρεάζονται άνθρωποι όλων των ηλικιών, παιδιά, νέοι και ηλικιωμένοι.
Η βιομηχανοποίηση, η παραγωγή και χρήση συνεχώς όλο και περισσότερων χημικών ενώσεων σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, έχει εύλογα δημιουργήσει υποψίες ότι ο καρκίνος είναι μια ασθένεια που σχετίζεται με την εν λόγω πρόοδο.
Από το 1990 και μετά, η συχνότητα νέων περιστατικών καρκίνου αυξήθηκε παγκοσμίως κατά 20%. Μέχρι το 2020 η συχνότητα αυτή αναμένεται να αυξηθεί κατά 50%.
Η συχνότητα του καρκίνου στα παιδιά, στους έφηβους και στους νέους ενήλικες, αυξάνεται κατά 1,5% κάθε χρόνο.
Επιδημιολογικά στοιχεία από το Ηνωμένο Βασίλειο για την περίοδο μεταξύ 1971 και 1999, δείχνουν τις ακόλουθες αυξήσεις στον αριθμό των νέων περιστατικών κάθε χρόνο:
- Καρκίνος μαστού, αύξηση 75%
- Καρκίνος όρχεων, αύξηση 139%
- Καρκίνος προστάτη, αύξηση 152%
- Λέμφωμα τύπου Non Hodgkin's, στους άνδρες αύξηση 196% και στις γυναίκες αύξηση 214%.
Η Παγκόσμιος Οργάνωση Υγείας θεωρεί ότι μεταξύ 1% και 5% των καρκίνων στις αναπτυσσόμενες χώρες, οφείλονται σε νοσηρούς περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Είναι γεγονός ότι προηγούμενες έρευνες που έγιναν, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η έκθεση σε περιβαλλοντικές καρκινογόνες ουσίες, είναι πολύ χαμηλή για να θεωρηθεί ως σημαντικός παράγοντας στην αύξηση των καρκίνων που παρατηρείται.
Τώρα όμως ερευνητές από το πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ με βάση μελέτη και ανάλυση πέραν των 316 επιστημονικών εργασιών για το ζήτημα, κατέληξαν σε διαφορετικό συμπέρασμα.
Πιστεύουν ότι υπάρχει σημαντική σχέση μεταξύ καρκίνου και χημικών ουσιών που παράγονται από τον άνθρωπο και απελευθερώνονται στο περιβάλλον. Δηλώνουν ότι μέχρι τώρα, ο κίνδυνος αυτός έχει υποτιμηθεί.
Θεωρούν ότι για να έχουμε αποτελέσματα στον πόλεμο κατά του καρκίνου, απαιτούνται απαραίτητα πολύ περισσότερες προσπάθειες για να μειωθεί η έκθεση των ανθρώπων σε βλαβερές χημικές ενώσεις που συσσωρεύονται στο περιβάλλον.
Οι επιβλαβείς ουσίες εισέρχονται στον οργανισμό και προκαλούν καρκίνο. Οι επιστήμονες από το πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ θεωρούν ότι ακόμη και μικρές ποσότητες ορισμένων χημικών ουσιών είναι δυνατό να προκαλούν καρκίνο. Μάλιστα τα βρέφη, τα παιδιά και οι νέοι ενήλικες είναι πολύ πιο ευάλωτοι στις επικίνδυνες δράσεις των νοσηρών περιβαλλοντικών χημικών ουσιών.
Στα φυτοφάρμακα, μικροβιοκτόνα, εντομοκτόνα και πλαστικά, υπάρχουν οργανοχλωριωμένες ενώσεις που έχουν τη δυνατότητα να προκαλούν καρκίνο.
Οι οργανοχλωριωμένες ενώσεις ανήκουν στην κατηγορία των ανθεκτικών οργανικών ρυπαντών (POP, Persistent Organic Pollutants). Διασκορπίζονται σε μεγάλες αποστάσεις και συσσωρεύονται στη διατροφική αλυσίδα.
Οι άνθρωποι προσλαμβάνουν τις οργανοχλωριωμένες ενώσεις κυρίως δια μέσου της διατροφής τους ιδιαίτερα από το κρέας και το γάλα. Τα παιδιά διαμέσου της διατροφής τους, εκτίθενται στη διοξίνη που είναι ένα παράγωγο των οργανοχλωριωμένων ενώσεων.
Η διοξίνη και άλλες οργανοχλωριωμένες ενώσεις έχουν τη δυνατότητα να διαπερνούν τον πλακούντα, να συσσωρεύονται στο έμβρυο και να το θέτουν σε κίνδυνο. Επίσης οι ίδιες αυτές ενώσεις μπορεί να εισέλθουν στο παιδί δια μέσου του μητρικού θηλασμού.
Οι οργανοχλωριωμένες ενώσεις, ιδιαίτερα αυτές που συντίθενται για χρήση στα εντομοκτόνα και μικροβιοκτόνα φυτοφάρμακα, δρουν ως αποδιοργανωτές του ενδοκρινολογικού συστήματος. Οι ουσίες αυτές μπορούν να παίζουν σημαντικό ρόλο στη γένεση καρκίνων που εξαρτώνται από ορμόνες όπως ο καρκίνος του μαστού, του προστάτη και των όρχεων.
Οι επιδράσεις των περιβαλλοντικών καρκινογόνων ουσιών είναι περισσότερο επιβλαβείς σε άτομα με διαφοροποιήσεις του γενετικού κώδικα που τους προδιαθέτουν για καρκίνο.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι με βάση ιστορικές μαρτυρίες από γιατρούς που εργάστηκαν σε κοινωνίες ανθρώπων που βρίσκονταν σε στάδια πριν από τη βιομηχανοποίηση όπως οι Εσκιμώοι του Καναδά και οι Ινδιάνοι της Βραζιλίας, ο καρκίνος ήταν μια σπάνια νόσος. Το γεγονός αυτό ενισχύει την άποψη ότι ο καρκίνος και η αύξηση του που παρατηρείται, είναι αποτέλεσμα της βιομηχανοποίησης.
Για του καρκίνους αυτούς είναι βέβαια απαραίτητο να συνεχιστεί η πρόληψη με την αποφυγή του καπνίσματος, με καλύτερη διατροφή, και σωματική άσκηση.
Παράλληλα όμως πρέπει να γίνουν προσπάθειες για μείωση της έκθεσης των ανθρώπων σε επιβλαβείς περιβαλλοντικές ουσίες. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται για τις πιο ευάλωτες ομάδες στους καρκινογόνους περιβαλλοντικούς παράγοντες που είναι τα έμβρυα, τα βρέφη, τα παιδιά, οι έφηβοι, οι νέοι ενήλικες και άτομα με γενετική προδιάθεση για καρκίνο.
Η ενημέρωση των γιατρών, επιστημόνων και του κοινού γενικότερα για το ρόλο των περιβαλλοντικών παραγόντων στη γένεση και συνεχή αύξηση της συχνότητας του καρκίνου, μπορεί να προάγει τον καλύτερο έλεγχο και πρόληψη του καρκίνου.