Η θεραπευτική αντιμετώπιση των εγκεφαλικών επεισοδίων
δεν έχει σήμερα ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Ο σημαντικότερος λόγος είναι το γεγονός ότι οι ασθενείς αργούν να
ζητήσουν βοήθεια και να μεταβούν στο νοσοκομείο για να λάβουν την αναγκαία
θεραπεία.
Πράγματι για τα εγκεφαλικά επεισόδια αποφρακτικού τύπου, υπάρχει το
φάρμακο tPA το οποίο μπορεί να διαλύει το θρόμβο
που σχηματίζεται και αποφράσσει ζωτικά αγγεία που τροφοδοτούν τον εγκέφαλο
με αίμα.
Τα εγκεφαλικά αγγειακά επεισόδια ανήκουν σε δύο κατηγορίες. Τα
αποφρακτικά (85% των περιπτώσεων) οφείλονται στο κλείσιμο μιας αρτηρίας
ενώ τα αιμορραγικά (15%) οφείλονται σε αιμορραγία στον εγκέφαλο λόγω ρήξης
αγγείων.
Τα εγκεφαλικά επεισόδια είναι η τρίτη συχνότερη αιτία θανάτου.
Ταυτόχρονα αποτελούν αιτία μόνιμων αναπηριών και απώλειας ποιότητας ζωής.
Σύμφωνα με τις οδηγίες που υπάρχουν σήμερα για την αντιμετώπιση των
εγκεφαλικών επεισοδίων αποφρακτικού τύπου, οι ασθενείς για τους οποίους
υπάρχει υποψία ότι έχουν υποστεί αποπληξία, πρέπει το ταχύτερο δυνατό να
μεταφέρονται σε νοσοκομείο όπου μπορεί να τους χορηγηθεί η θεραπεία με το
φάρμακο
tPA.
Το φάρμακο αυτό που διαλύει τους θρόμβους, πρέπει να χορηγείται
εντός των πρώτων 3 ωρών από την έναρξη του αποφρακτικού επεισοδίου.
Μετά την παρέλευση 6 ωρών από την έναρξη του επεισοδίου, κατά γενικό
κανόνα, η χορήγηση του φαρμάκου θεωρείται επικίνδυνη διότι υπάρχει
κίνδυνος να δημιουργηθεί επικίνδυνη, μοιραία αιμορραγία.
Είναι φανερό ότι με τη μέθοδο αυτή υπάρχουν πολλοί περιορισμοί που
μειώνουν την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Στο ετήσιο συνέδριο της
Αμερικανικής Εταιρείας Νευροχειρουργών που έγινε τον Απρίλιο του 2005,
γιατροί από το πανεπιστήμιο της Δυτικής Βιργινίας, παρουσίασαν τη
μεγαλύτερη κλινική έρευνα που έγινε μέχρι σήμερα για τη χρήση της αξονικής
τομογραφίας διάχυσης στην αντιμετώπιση των αποφρακτικών εγκεφαλικών
επεισοδίων.
Η έρευνα αυτή είναι σημαντική διότι δίνει σημασία στην εξατομίκευση της
θεραπείας που πρέπει να γίνεται στον κάθε ασθενή. Προσθέτει στις γνώσεις
μας και σύμφωνα με τους ερευνητές είναι δυνατόν να αποτελέσει τη βάση για
την αλλαγή των πρωτοκόλλων αντιμετώπισης των εγκεφαλικών επεισοδίων. |
Η νέα μέθοδος βασίζεται στην αξονική τομογραφία διάχυσης και
στην αγγειογραφία που γίνεται με τον αξονικό τομογράφο.
Η αξονική τομογραφία διάχυσης είναι πολύ καλή και ακριβής μέθοδος για
την μέτρηση της ροής αίματος στον εγκέφαλο. Βοηθά ουσιαστικά στον
καθορισμό των ασθενών που θα επωφεληθούν ή όχι από τη θρομβολυτική
θεραπεία με το tPA.
Η μέθοδος βοηθά τους γιατρούς να υπολογίσουν ποια μέρη του εγκεφάλου
του ασθενούς είναι νεκρά και ποια υποφέρουν, χρειάζονται άμεσα βοήθεια
διότι διαφορετικά θα νεκρωθούν. Αφού υπολογίσουν το ποσοστό των περιοχών
που έχουν νεκρωθεί και αυτών που μπορούν να επωφεληθούν ακόμη από τη
θεραπεία, οι γιατροί αποφασίζουν ποια μέθοδο θα χρησιμοποιήσουν για την
αφαίρεση της απόφραξης των εγκεφαλικών αγγείων.
Στην έρευνα συμπεριελήφθησαν 705 ασθενείς που υπέστησαν εγκεφαλικό
επεισόδιο. Η θεραπεία αποφασίστηκε με βάση τα δεδομένα που προέκυπταν από
την αξονική τομογραφία διάχυσης και την αγγειογραφία με χρήση του αξονικού
και όχι σύμφωνα με τα κλασσικά χρονικά κριτήρια των 3 πρώτων ωρών.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι λιγότερο από 1% των ασθενών
παρουσίασαν αιμορραγία μετά από τη θεραπεία με το tPA.
Στους ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με βάση τα κλασσικά κριτήρια
το ποσοστό εγκεφαλικών αιμορραγιών που μπορεί να επιφέρουν το θάνατο, ανέρχεται στο 5,2%. |
Η σημαντική αυτή διαφορά δείχνει την χρησιμότητα της νέας προσέγγισης.
Το ερώτημα που τίθεται είναι, μήπως θα ήταν καλύτερα αντί αξονικής
τομογραφίας να χρησιμοποιείται μαγνητική τομογραφία που δίνει καλύτερες
απεικονίσεις του εγκεφάλου και καλύτερη αγγειογραφία;
Οι γιατροί του πανεπιστημίου της Δυτικής Βιργινίας συμπεριέλαβαν το
ερώτημα αυτό στην εργασία τους. Συγκεκριμένα στους ασθενείς τους, έκαναν
αξονική τομογραφία διάχυσης και μαγνητική τομογραφία. Διαπίστωσαν ότι η
αξονική τομογραφία, δίνει μια εξίσου καλή αξιολόγηση του όγκου
αίματος εγκεφάλου. Ο όγκος αίματος εγκεφάλου είναι μια αξιόπιστη ένδειξη της
σοβαρότητας της απόφραξης.
Με βάση τα αποτελέσματα της αξονικής τομογραφίας διάχυσης, 60% των
ασθενών έτυχαν επιτυχούς αντιμετώπισης με αποκατάσταση του αυλού του
αγγείου που αποφράχθηκε. Η αφαίρεση της απόφραξης γινόταν είτε με τη
χορήγηση του φαρμάκου tPA είτε με τη μέθοδο με ειδικό καθετήρα που αφαιρεί το θρόμβο από τον αυλό του αγγείου
(MERCI,
corkscrew procedure).
Παρά το γεγονός ότι η μαγνητική τομογραφία είναι καλύτερη απεικονιστική
μέθοδος, εντούτοις χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να πραγματοποιηθεί. Η
μέθοδος με την αξονική τομογραφία χρειάζεται μόνο 2 λεπτά ενώ η μαγνητική
τομογραφία χρειάζεται 30 λεπτά.
Στη μαγνητική τομογραφία, ο ασθενής πρέπει να παραμένει ακίνητος
γεγονός που είναι συχνά δύσκολο στους ασθενείς με εγκεφαλικό. Στην αξονική
τομογραφία διάχυσης ακόμη και όταν ασθενής δεν παραμένει εντελώς
ακίνητος, τα αποτελέσματα είναι αξιόπιστα.
Υπάρχει επίσης το πρόβλημα των μετάλλων που δεν πρέπει να υπάρχουν
στους ασθενείς που κάνουν μαγνητική. Οι γιατροί που κάνουν τη μαγνητική
πρέπει να ψάξουν εάν ο ασθενής έχει κάπου στο σώμα του μέταλλο γεγονός που
μπορεί να είναι αδύνατο εάν ο ασθενής δεν μπορεί να συνεργαστεί ή εάν οι
συγγενείς του δεν είναι παρόντες ή δεν γνωρίζουν.
Επιπρόσθετα τα περισσότερα νοσοκομεία διαθέτουν δίπλα από τα τμήματα
επειγόντων περιστατικών αξονικούς τομογράφους και έτσι η πραγματοποίηση της
εξέτασης καθίσταται πολύ πιο εύκολη. Στους υπάρχοντες αξονικούς
τομογράφους χρειάζεται ένα ειδικό λογισμικό που δεν είναι ιδιαίτερα ακριβό
και μια επιπρόσθετη εκπαίδευση του προσωπικού για να είναι δυνατόν να
γίνονται οι εξετάσεις διάχυσης και αγγειογραφίας που χρειάζονται για τη
νέα αυτή μέθοδο.
Με τη χρήση της μεθόδου αυτής, η θεραπεία και πρόγνωση των ασθενών δεν
θα εξαρτάται μόνο από το πόσο γρήγορα ο ασθενής φτάνει στο νοσοκομείο μετά
από την έναρξη του εγκεφαλικού επεισοδίου. Η περίοδος κατά την οποία θα
μπορεί να χορηγηθεί η ευεργετική θεραπεία με ασφάλεια, θα ξεπερνά το όριο
των πρώτων 7 ωρών.
Η γνώμη μας είναι ότι παρά τα καλά αποτελέσματα που αναφέρονται,
είναι απαραίτητο να ελεγχθεί η μέθοδος και να διαπιστωθεί και από άλλες
ιατρικές ομάδες κατά πόσο πράγματι η μέθοδος αυτή αυξάνει το ποσοστό των
ασθενών που επιβιώνουν.