Οι
ασθενείς που παρουσιάζουν σημαντική στένωση της καρωτίδας, διατρέχουν
σημαντικό κίνδυνο να υποστούν ισχαιμικό επεισόδιο.
Τα ισχαιμικά εγκεφαλικά επεισόδια είναι αιτία θανάτων και σοβαρών
μόνιμων αναπηριών.
Η στένωση της καρωτίδας μπορεί να υπάρχει χωρίς να δημιουργεί
συμπτώματα και ο ασθενής να μην το γνωρίζει. Ο κίνδυνος για σοβαρό
εγκεφαλικό επεισόδιο είναι μεγαλύτερος εάν ήδη ο ασθενής παρουσιάζει
νευρολογικά συμπτώματα ή έχει στο ιστορικό του προηγούμενο εγκεφαλικό.
Η στένωση της έσω καρωτίδας μπορεί να ανακαλυφθεί με υπερηχογράφημα. Η
εξέταση αυτή μπορεί ταυτόχρονα να υπολογίσει το ποσοστό του αυλού της
σημαντικής αυτής αρτηρίας που έχει στένωση.
Η στένωση του αυλού της καρωτίδας οφείλεται σε πλάκα αθηρωμάτωσης.
Η στένωση λόγω πλάκας αθηρωμάτωσης και η προσβολή και των δύο καρωτίδων
αυξάνουν τον κίνδυνο για ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο.
Η στένωση της έσω καρωτίδας μπορεί να αποκατασταθεί
με χειρουργική επέμβαση. Η επέμβαση αυτή ονομάζεται ενδαρτηρεκτομή της
καρωτίδας.
Η επέμβαση προτείνεται στον ασθενή όταν η στένωση υπερβαίνει το 70%
σε ασυμπτωματικούς ασθενείς ή το 50% σε ασθενείς που έχουν ήδη σχετικά
συμπτώματα. |
Κατά την ενδαρτηρεκτομή της καρωτίδας, μετά από γενική αναισθησία του
ασθενούς, γίνεται τομή στο λαιμό του ασθενούς και διανοίγεται η έσω
καρωτίδα. Μετά τη διάνοιξη αφαιρείται η αθηρωματική πλάκα που προκαλεί τη
στένωση στο ζωτικό αυτό αγγείο.
Στους ασθενείς με συμπτώματα λόγω της στένωσης της καρωτίδας, η
ενδαρτηρεκτομή της καρωτίδας είναι αποτελεσματική και μειώνει το ποσοστό
των ισχαιμικών εγκεφαλικών επεισοδίων στον εγκέφαλο.
Όμως πόσο αποτελεσματική είναι η ενδαρτηρεκτομή της καρωτίδας που
γίνεται για σκοπούς πρόληψης σε ασθενείς με σημαντική στένωση αλλά χωρίς
νευρολογικά συμπτώματα;
Σε μια μεγάλη έρευνα που συμπεριέλαβε 3.120 ασθενείς από 30 χώρες
εξετάστηκε ο ρόλος της εν λόγω χειρουργικής επέμβασης για πρόληψη των
ισχαιμικών εγκεφαλικών επεισοδίων. Η έρευνα διήρκεσε από το 1993 έως το
2000 και έλαβαν μέρος 126 νοσοκομεία.
Όλοι οι ασθενείς ήσαν νεώτεροι των 75 ετών, δεν είχαν σχετικά
νευρολογικά συμπτώματα και παρουσίαζαν στένωση της έσω καρωτίδας, της
τάξης τουλάχιστο του 70% του αυλού της αρτηρίας τους.
Οι ασθενείς με τυχαιοποιημένο τρόπο κατατάσσονταν προοδευτικά σε μία
από τις δύο ομάδες της θεραπευτικής δοκιμής. Η μια ομάδα υποβαλλόταν σε
προληπτική ενδαρτηρεκτομή της καρωτίδας ενώ η άλλη ακολουθούσε την
κλασσική θεραπεία. Ο μέσος χρόνος παρακολούθησης ήταν 5 χρόνια.
Τα αποτελέσματα της έρευνας έδωσαν πολύτιμες
πληροφορίες:
- Οι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση με
ενδαρτηρεκτομή της καρωτίδας, είχαν 50% λιγότερο κίνδυνο να υποστούν
εγκεφαλικό επεισόδιο
- Οι ασθενείς που δεν είχαν υποβληθεί σε ενδαρτηρεκτομή είχαν 12%
κίνδυνο θανάτου λόγω εγκεφαλικού ενώ αυτοί που υποβλήθηκαν σε
επέμβαση είχαν 6% κίνδυνο
- Οι ασθενείς που υποβάλλονταν σε ενδαρτηρεκτομή διέτρεχαν 3%
κίνδυνο να αποβιώσουν μετά την επέμβαση λόγω επιπλοκών της
επέμβασης. Επιπρόσθετα κατά την περίοδο της παρακολούθησης είχαν
ακόμη 3% πιθανότητες να αποβιώσουν λόγω εγκεφαλικού. Έτσι συνολικά
οι πιθανότητες θανάτου ανέρχονταν στο 6%
|
Το συμπέρασμα των ερευνητών είναι ότι σε ασθενείς χωρίς συμπτώματα
οι οποίοι παρουσιάζουν σημαντικό βαθμό στένωσης των έσω καρωτίδων, της
τάξης του 70% ή περισσότερο, η διάνοιξη του αυλού των αρτηριών με
ενδαρτηρεκτομή μειώνει κατά 50% τον κίνδυνο ισχαιμικών εγκεφαλικών
επεισοδίων.
Παρ' όλα αυτά οι γιατροί που διεξήγαγαν την έρευνα τονίζουν ότι τα πιο
πάνω ισχύουν όταν η επιλογή των ασθενών γίνεται ορθά και όταν η
χειρουργική επέμβαση είναι ψηλού επιπέδου.
Κατά τη γνώμη μας θα χρειαστούν και άλλες έρευνες σχετικά με την
ενδαρτηρεκτομή σε ασυμπτωματικούς ασθενείς με στένωση της καρωτίδας μέχρι
που η εν λόγω θεραπεία να γίνει τελεσίδικα αποδεκτή από όλους.
Η αξιολόγηση του βαθμού στένωσης της καρωτίδας, η αποτελεσματικότητα
των άλλων μεθόδων και φαρμάκων, ο συνυπολογισμός όλων των άλλων κινδύνων
του ασθενούς όπως και η ποιότητα της χειρουργικής επέμβασης, είναι
παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπ' όψη στην λήψη της τελικής
απόφασης.