Η μείωση ή η απώλεια της
επιθυμίας για σεξ επηρεάζει περίπου μία σε κάθε τρεις γυναίκες.
Οι
παράγοντες που ευθύνονται περιλαμβάνουν τον πόνο κατά τη συνουσία, τη
συναισθηματική καταπόνηση, το στρες, την κατάθλιψη, την κούραση, την
αύξηση της ηλικίας και τα προβλήματα σχέσεων.
Τα
τελευταία χρόνια έχει παρουσιαστεί αυξημένο ενδιαφέρον για τη χρήση της
τεστοστερόνης στη θεραπεία της μειωμένης σεξουαλικής διάθεσης των
γυναικών. Το γεγονός ότι σήμερα υπάρχει τεστοστερόνη που μπορεί να
χορηγηθεί διαμέσου αυτοκόλλητων επιθεμάτων ή γέλης, καθιστά ευκολότερη τη
θεραπεία με τη εν λόγω ορμόνη σε σύγκριση με παλαιότερα που η χορήγηση
γινόταν με ένεση.
Η χορήγηση τεστοστερόνης για την αποκατάσταση της επιθυμίας για σεξ των
γυναικών είναι ένα επίμαχο θέμα για το οποίο δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία. Η ασφάλεια και αποτελεσματικότητα της εν
λόγω θεραπείας είναι τομείς που απαιτούν μεγάλη προσοχή.
Οι κίνδυνοι που δημιουργούνται για τις γυναίκες από τη χορήγηση
τεστοστερόνης περιλαμβάνουν τις αυξημένες πιθανότητες για καρδιακά προβλήματα και
για καρκίνο του μαστού. Για την αποτελεσματικότητα μιας τέτοιας θεραπείας
ελάχιστα στοιχεία υπάρχουν και οι λίγες έρευνες που έχουν γίνει δεν
έπεισαν για την ισχύ των αποτελεσμάτων τους λόγω μεθοδολογικών
ανεπαρκειών.
Σε μια ανασκόπηση πληθυσμιακών ερευνών που έγινε για το ζήτημα από
ερευνήτρια του πανεπιστημίου του Τέξας, εξετάστηκε η σχέση που υπάρχει
μεταξύ της συγκέντρωσης της ενδογενούς τεστοστερόνης σε γυναίκες και τη
σεξουαλική λειτουργία ή ικανοποίηση.
Μελετήθηκαν επίσης οι επιδράσεις των επιπέδων της ενδογενούς
τεστοστερόνης (αυτής που παράγει ο ίδιος ο οργανισμός της γυναίκας), πριν
και μετά από την εμμηνόπαυση, στις πιθανότητες προσβολής των γυναικών από
καρκίνο του μαστού. Εξετάστηκε επίσης ο ρόλος της εξωγενούς τεστοστερόνης
(δηλαδή αυτής που χορηγείται) στον κίνδυνο μιας γυναίκας να προσβληθεί από
καρκίνο του μαστού.
Τα αποτελέσματα ήσαν:
- Τα επίπεδα της ενδογενούς τεστοστερόνης δεν συσχετίζονται με τη
σεξουαλική επιθυμία σε ηλικιωμένες γυναίκες
- Η αποτελεσματικότητα της θεραπείας με τεστοστερόνη σε γυναίκες με
προβλήματα διάθεσης για σεξ είναι λίγη. Ωστόσο οι έρευνες που έγιναν δεν
ελέγχθηκαν αρκετά οι ψυχολογικοί παράγοντες που θα επηρέαζαν την
αποτελεσματικότητα μιας τέτοιας θεραπείας
- Τα επιδημιολογικά ευρήματα συνηγορούν στο ότι τα ψηλότερα επίπεδα
της ενδογενούς τεστοστερόνης αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού τόσο πριν όσο και μετά από την εμμηνόπαυση
- Τα επιδημιολογικά στοιχεία έδειξαν επίσης ότι η εξωγενής
τεστοστερόνη αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού
Τα συμπεράσματα της έρευνας από το πανεπιστήμιο του Τέξας είναι:
- Η θεραπεία με τεστοστερόνη δεν πρέπει να δίνεται σε γυναίκες για την
αντιμετώπιση προβλημάτων μειωμένης σεξουαλικής επιθυμίας έως ότου
μακροχρόνιες καλά σχεδιασμένες έρευνες να μπορέσουν να αποδείξουν πέραν
πάσης αμφιβολίας ότι η χορήγηση εξωγενούς τεστοστερόνης είναι ασφαλής
και αποτελεσματική
- Η θεραπεία της μειωμένης σεξουαλικής επιθυμίας στις γυναίκες πρέπει
να εστιάζεται στις γενεσιουργές αιτίες όπως η συναισθηματική καταπόνηση,
τα προβλήματα των σχέσεων, η κατάθλιψη, η κούραση, το στρες και η δυσπαρευνία
(πόνος κατά τη συνουσία)
|
Είναι γεγονός ότι το μεγάλο ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε για τη χορήγηση
τεστοστερόνης στις γυναίκες αλλά και στους άνδρες για σκοπούς ενίσχυσης
του λίμπιντο (επιθυμία για σεξ), είναι δυνατόν να αντιπροσωπεύει
τεράστια κέρδη για τις εταιρείες που την παράγουν λόγω της φύσης του
προβλήματος. Η τεστοστερόνη έχει βέβαια τις ενδείξεις χορήγησης της σε
άνδρες με ορμονικά προβλήματα και σε τέτοιες περιπτώσεις χρειάζεται
προσεκτική ιατρική αξιολόγηση και απόφαση για θεραπεία υποκατάστασης με
τεστοστερόνη.
Για το πρόβλημα όμως αποκατάστασης της διάθεσης για σεξ, οι γυναίκες
δεν θα πρέπει να παίρνουν το φάρμακο παρά μόνο εάν αποδειχθεί ότι είναι
ασφαλές και ότι πράγματι έχει θετικές επιδράσεις.
Ο ανθρώπινος οργανισμός μετατρέπει την τεστοστερόνη σε οιστρογόνα που
είναι σε θέση να προάγουν τον καρκίνο του μαστού. Επίσης καθιστούν
ορισμένες μορφές καρκίνου του μαστού περισσότερο επιθετικές.
Οι συχνότερες παρενέργειες της τεστοστερόνης είναι η ακμή και η
εμφάνιση υπερβολικής τριχοφυΐας στο πρόσωπο. Πιο σπάνια, παρατηρούνται
αλλαγή της φωνής που γίνεται πιο βαρύτονη, μεγέθυνση της κλειτορίδας,
ηπατικά προβλήματα και αλλαγές της διάθεσης ή της προσωπικότητας.
Η απόφαση χορήγησης τεστοστερόνης πρέπει να γίνεται μετά από αυστηρή
αξιολόγηση από το γιατρό. Σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση που έχουν
ιστορικό καρκίνου του μαστού ή της μήτρας ή που έχουν καρδιαγγειακή ή
ηπατική πάθηση, δεν πρέπει να χορηγείται τεστοστερόνη.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η χορήγηση τεστοστερόνης για αύξηση της
επιθυμίας για σεξ στις γυναίκες είναι ένα επίμαχο και δύσκολο πρόβλημα.
Απαιτούνται νέες μακροχρόνιες έρευνες που πρέπει να αξιολογούνται με
μεγάλη προσοχή και αυστηρότητα για να διαφανεί κατά πόσο μια τέτοια
θεραπεία είναι ασφαλής και αποτελεσματική.