Η ναρκοληψία είναι μια χρόνια, νευρολογική διαταραχή που οφείλεται στην ανεπάρκεια του εγκεφάλου να ρυθμίζει τους κύκλους κατά τους οποίους ο ασθενής κοιμάται ή είναι ξύπνιος.
Η ναρκοληψία δεν είναι σπάνια. Όμως η διάγνωση δεν γίνεται στο βαθμό, που θα έπρεπε και έτσι το πρόβλημα δεν αναγνωρίζεται στις πραγματικές του διαστάσεις.
Σύμφωνα με επιδημιολογικά δεδομένα, που υπάρχουν σήμερα υπολογίζεται ότι η ναρκοληψία επηρεάζει 1 σε κάθε 2 χιλιάδες άτομα. Η πραγματική συχνότητα της νόσου στον πληθυσμό δεν είναι γνωστή, λόγω των προβλημάτων διάγνωσης που παρατηρούνται.
Όσον αφορά στις διαταραχές του ύπνου, μετά από την αποφρακτική άπνοια του ύπνου και το σύνδρομο των ανήσυχων ποδιών, η ναρκοληψία είναι η τρίτη συχνότερη πάθηση μεταξύ των ασθενών, που αναζητούν βοήθεια σε κλινικές εξειδικευμένες για προβλήματα ύπνου.
Σε διάφορες στιγμές κατά τη διάρκεια της ημέρας, οι ασθενείς με ναρκοληψία αισθάνονται μια ακατανίκητη ανάγκη να κοιμηθούν. Εάν η ανάγκη για ύπνο καταστεί ακατανίκητη, τότε ο ασθενής μπορεί να αποκοιμηθεί για περιόδους, που διαρκούν από μερικά δευτερόλεπτα έως μερικά λεπτά. Σπανιότερα είναι δυνατόν να παραμένουν κοιμώμενοι για μια ώρα ή περισσότερο.
Η διάγνωση της ναρκοληψίας, γίνεται οριστικά σε χρονικό διάστημα που κυμαίνεται από 10 έως 15 χρόνια μετά την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων. Στους περισσότερους ασθενείς, τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται στις ηλικίες μεταξύ 10 και 25 ετών.
Σε πολλούς άλλους τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται στις ηλικίες μεταξύ 35 και 45 ετών. Ωστόσο η ναρκοληψία είναι δυνατόν να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία.
Η αιτία της ναρκοληψίας παραμένει άγνωστη. Κατά τα τελευταία χρόνια η κατανόηση της πάθησης έχει βελτιωθεί. Έχουν αναγνωρισθεί γονίδια που σχετίζονται έντονα με την πάθηση (γονίδιο για τον υποδοχέα 2 της υποκρετίνης).
Είναι πιθανό, ότι εμπλέκονται πολλοί παράγοντες που αλληλεπιδρούν, οδηγώντας σε νευρολογική διαταραχή και ανωμαλίες του ύπνου (ιδιαίτερα της φάσης REM του ύπνου).
Περιγράφεται κληρονομική οικογενειακή προδιάθεση για την πάθηση. Μερικές φορές σχετίζεται με βλάβες του εγκεφάλου λόγω τραυματισμού της κεφαλής ή μιας νευρολογικής πάθησης. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η νόσος είναι σποραδική δηλαδή δεν υπάρχει οικογενειακός, κληρονομικός ή άλλος προδιαθεσικός παράγοντας.
Τα κυριότερα συμπτώματα της ναρκοληψίας είναι τα ακόλουθα τέσσερα:
- Υπερβολική κατάσταση υπνηλίας κατά τη διάρκεια της ημέρας: Πρόκειται για το συχνότερο σύμπτωμα της ναρκοληψίας που υπάρχει σχεδόν σε όλους τους ασθενείς. Είναι το πρώτο που εμφανίζεται κλινικά. Επηρεάζει σημαντικά τις δραστηριότητες των ασθενών.
- Καταπληξία: Ξαφνική απώλεια του εκούσιου μυϊκού τόνου.
- Παραισθήσεις: Έντονες παραισθήσεις που εκδηλώνονται κατά την έναρξη του ύπνου ή κατά την αφύπνιση.
- Επεισόδια ολικής παράλυσης: Σύντομα επεισόδια ολικής παράλυσης που συμβαίνουν στην αρχή ή στο τέλος του ύπνου.
Δεν υπάρχει ίαση από τη ναρκοληψία. Από το 1999 έχει εγκριθεί ένα φάρμακο για την αντιμετώπιση της πάθησης το οποίο ονομάζεται μοδαφινίλη.
Υπάρχουν επίσης δύο κατηγορίες αντικαταθλιπτικών φαρμάκων, που βοηθούν στον έλεγχο της καταπληξίας σε πολλούς ασθενείς. Η πρώτη κατηγορία είναι τα τρικυκλικά (ιμιπραμίνη, δεσιπραμίνη, κλομιπραμίνη και προτρυπτιλίνη). Η δεύτερη κατηγορία είναι οι επιλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRI, φλουοξετίνη, σερταλίνη).
Η αγωγή με φάρμακα πρέπει να συμπληρώνεται με συμπεριφορική θεραπεία. Οι ασθενείς εκπαιδεύονται στο να αναγνωρίζουν τις χρονικές περιόδους κατά τις οποίες αισθάνονται περισσότερη υπνηλία και έτσι με προγραμματισμένο τρόπο κοιμούνται για μικρά, τακτικά, καθορισμένα διαστήματα.
Επίσης πρέπει να γίνονται προσπάθειες για να βελτιώνεται η ποιότητα του νυκτερινού ύπνου. Η τήρηση τακτικού ωραρίου για το νυκτερινό ύπνο, η αποφυγή κατανάλωσης αλκοόλ και καφεϊνούχων ροφημάτων πριν πάει ο ασθενής τη νύκτα στο κρεβάτι, βοηθούν για καλύτερο ύπνο. Ο καλύτερος νυκτερινός ύπνος των ασθενών με ναρκοληψία, καταπολεμεί το αίσθημα κούρασης κατά την ημέρα.
Από το 2002, έχει εγκριθεί ένα φάρμακο για την αντιμετώπιση της καταπληξίας. Πρόκειται για το Xyrem (sodium oxybate ή gamma hydroxyburate, GHB). Επειδή υπάρχουν ανησυχίες για την ασφάλεια χορήγησης του φαρμάκου, δίνεται μόνο με αυστηρούς περιορισμούς.
Η πρόγνωση της νόσου χαρακτηρίζεται από το ότι κανένα από τα φάρμακα που υπάρχουν σήμερα για την πάθηση δεν είναι σε θέση να εξαλείψει πλήρως το πρόβλημα προσφέροντας στους ασθενείς μια κανονική κατάσταση εγρήγορσης.
Οι ασθενείς με τη σοβαρότερη μορφή ναρκοληψίας, που παρουσιάζουν καταπληξία εκτός από την υπερβολική κατάσταση υπνηλίας κατά τη διάρκεια της ημέρας, επωφελούνται στην πλειονότητα τους από τη φαρμακευτική αγωγή που υπάρχει.
Συχνά η θεραπεία τροποποιείται με την αλλαγή των συμπτωμάτων. Ανεξάρτητα από την ηλικία έναρξης της νόσου, οι ασθενείς αντιλαμβάνονται, ότι τα συμπτώματα τους επιδεινώνονται με την πάροδο του χρόνου ιδιαίτερα κατά τις πρώτες δύο έως τρεις δεκαετίες.
Πολλοί ηλικιωμένοι ασθενείς βρίσκουν, ότι μερικά από τα συμπτώματα, που βιώνουν κατά τη διάρκεια της ημέρας γίνονται λιγότερο σοβαρά μετά την ηλικία των 60 ετών.