Ο εμβολιασμός των παιδιών για την ηπατίτιδα Β γίνεται πλέον συστηματικά σε πολλές χώρες. Επίσης το εμβόλιο γίνεται σε ομάδες πληθυσμού, που έχουν ψηλό κίνδυνο μόλυνσης από τον ιό της ηπατίτιδας Β.
Παρά το γεγονός αυτό, δεν είναι γνωστό εάν το εμβόλιο προσφέρει προστασία μετά από πάροδο 10 ετών.
Ο ιός της ηπατίτιδας Β μεταδίδεται δια μέσου μολυσμένων υγρών του σώματος. Οι συχνότεροι τρόποι μετάδοσης του ιού περιλαμβάνουν τη σεξουαλική επαφή, τη χρήση κοινών βελονών από ναρκομανείς, την επαφή με αίμα ή άλλα υγρά του σώματος, από πληγές ή γρατζουνίσματα στο δέρμα ή στις βλεννογόνους και τη μετάγγιση μολυσμένων προϊόντων αίματος.
Επίσης κατά τον τοκετό μια μητέρα, που φέρει τον ιό της ηπατίτιδας Β μπορεί να μεταδώσει τον ιό στο νεογέννητο παιδί της.
Η ηπατίτιδα Β προκαλεί φλεγμονή στο συκώτι. Οι περισσότεροι ασθενείς δεν αντιλαμβάνονται, ότι έχουν προσβληθεί από τη νόσο. Όμως οι ασθενείς αντιλαμβάνονται το πρόβλημα, εάν η ηπατίτιδα δημιουργήσει χρόνια φλεγμονή με επιπλοκές, όπως κίρρωση ήπατος ή καρκίνο.
Το εμβόλιο της ηπατίτιδας Β είναι αποτελεσματικό, διότι επιτρέπει στο σύστημα άμυνας του οργανισμού να αντιδράσει αποτελεσματικά εναντίον του ιού προσφέροντας έτσι προστασία από τη μόλυνση.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε για πόσο χρονικό διάστημα προσφέρει προστασία το εμβόλιο. Η εν λόγω πληροφόρηση μπορεί να βοηθήσει την πολιτική επαναληπτικών εμβολιασμών του πληθυσμού.
Για να ρίξουν περισσότερο φως στο εν λόγω ζήτημα, Αμερικανοί ερευνητές, εξέτασαν σε 1.578 κατοίκους της Αλάσκα τη διαχρονική εξέλιξη της ανοσίας, που απέκτησαν λόγω εμβολίου για την ηπατίτιδα Β που τους χορηγήθηκε όταν ήταν 6 μηνών ή μεγαλύτεροι. Ο αρχικός εμβολιασμός των ατόμων αυτών είχε γίνει κατά το 1981 -1982.
Δεν είναι τυχαίο που επιλέγηκε η Αλάσκα για την εν λόγω έρευνα. Η ηπατίτιδα Β είναι συχνό πρόβλημα στα χωριά της Αλάσκας. Ο πληθυσμός της Αλάσκας ευεργετείται ιδιαίτερα από τον εμβολιασμό κατά της ηπατίτιδας Β.
Ο σκοπός της έρευνας ήταν να φανεί για πόσα χρόνια μετά τον αρχικό εμβολιασμό προστατεύει το εμβόλιο. Κάθε χρόνο για 15 χρόνια, λαμβανόταν αίμα από τους συμμετέχοντες για μέτρηση των αντισωμάτων κατά της ηπατίτιδας Β και για ανίχνευση του DNA του ιού.
Παράλληλα παρακολουθούνταν οι ασθενείς για αξιολόγηση της προστασίας τους από το εμβόλιο και για καταγραφή τυχόν νέων ηπατιτίδων Β.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 84% των ατόμων που έλαβαν μέρος στην έρευνα είχαν προστατευτικά αντισώματα 15 χρόνια μετά από τον αρχικό εμβολιασμό. Υπήρξαν 3 περιστατικά νέας ηπατίτιδας Β που συνέβηκαν από 10 έως 15 χρόνια μετά τον εμβολιασμό.
Το εμβόλιο ήταν αποτελεσματικότερο στα άτομα που είχαν εμβολιαστεί μετά την ηλικία των 5 ετών. Σε αυτούς που είχαν εμβολιαστεί πριν από την ηλικία των 4 ετών, καταγράφηκε η μεγαλύτερη πτώση των προστατευτικών αντισωμάτων στα 15 χρόνια.
Το συμπέρασμα των ερευνητών είναι ότι το εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας Β προσφέρει ισχυρή προστασία από την εν λόγω μόλυνση.
Τα άτομα που εμβολιάστηκαν, όταν ήταν κάτω των 4 ετών πιθανόν να έχουν λιγότερη προστασία και γι' αυτό μπορούν να επωφεληθούν ιδιαίτερα, από επαναληπτικό εμβολιασμό για την ηπατίτιδα Β.
Το μειονέκτημα της εν λόγω έρευνας είναι ότι από το σύνολο των 1.578 ατόμων που συμπεριλήφθηκαν αρχικά, μόνο τα 841 ήταν δυνατό να αξιολογηθούν στα 15 χρόνια μετά τον αρχικό τους εμβολιασμό. Παρά το γεγονός αυτό επισημαίνεται, ότι τα χαρακτηριστικά αυτών που δεν ήσαν διαθέσιμοι για αξιολόγηση στα 15 χρόνια ήταν ανάλογα με αυτά εκείνων που τελικά αξιολογήθηκαν.
Η γνώμη μας είναι ότι εργασίες αυτού του τύπου επιβεβαιώνουν και υπενθυμίζουν τις εξαιρετικά σημαντικές ωφέλιμες προεκτάσεις που έχουν για την υγεία του πληθυσμού οι εμβολιασμοί γενικά και ειδικότερα ο εμβολιασμός κατά της ηπατίτιδας Β.
Βλέπουμε την ισχυρή προστασία, που προσφέρεται μακροχρόνια και δεν πρέπει να ξεχνούμε τους επαναληπτικούς εμβολιασμούς στα 10 χρόνια για τα παιδιά μας που έλαβαν το εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας Β στη βρεφική ηλικία.