Τα παιδιά τα οποία θηλάζονται από τη μητέρα τους για 6 μήνες ή
περισσότερο έχουν δείκτη νοημοσύνης ψηλότερο και γνωστικές ικανότητες
καλύτερες από τα παιδιά που θήλαζαν για 3 μήνες ή λιγότερο.Το
συμπέρασμα αυτό προκύπτει από έρευνα που έγινε στη Νορβηγία σε 345 παιδιά
για τα οποία μελετήθηκαν τα δεδομένα σε σχέση με το θηλασμό κατά το πρώτο
έτος της ζωής τους.
Ακολούθως αξιολογήθηκαν οι νοητικές και κινητικές ικανότητες των
παιδιών αυτών στην ηλικία των 1 και 5 ετών με τη χρήση διαφόρων
εξειδικευμένων ψυχομετρικών μεθόδων.
Όλα τα ψυχομετρικά τεστ έδειξαν ότι τα παιδιά που έτυχαν θηλασμού
για 6 μήνες ή περισσότερο είχαν καλύτερες επιδόσεις όσον αφορά τις
γνωστικές και νοητικές ικανότητες (IQ) από τα
παιδιά που έτυχαν μικρότερης διάρκειας θηλασμού, από 3 μήνες και λιγότερο.
Όσον αφορά τις κινητικές ικανότητες δεν διαπιστώθηκε σημαντική διαφορά
μεταξύ των 2 ομάδων των παιδιών.
Η διαφορά που διαπιστώθηκε παρέμενε στατιστικά σημαντική ακόμα και εάν
ελαμβάνοντο υπ' όψη και άλλοι παράγοντες που πιθανόν να επηρέαζαν το
αποτέλεσμα όπως οι νοητικές ικανότητες της μητέρας, το κοινωνικό και
οικονομικό επίπεδο και το γεγονός εάν κάπνιζε ή όχι η μητέρα.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι οι διαφορές που έχουν βρεθεί, οφείλονται
σε βιολογικές ουσίες που περιέχονται μέσα στο μητρικό γάλα αλλά δεν
περιέχονται μέσα στα τεχνητά γάλατα που χρησιμοποιούνται σαν υποκατάστατα
του μητρικού θηλασμού.
Τα τεχνητά αυτά γάλατα κατασκευάζονται βασικά από γάλα αγελάδας και
γίνεται προσπάθεια ούτως ώστε η σύνθεση τους να είναι όσο το δυνατό πιο
κοντά στη σύνθεση του μητρικού γάλακτος.
Παρ' όλα αυτά σύμφωνα με τους Νορβηγούς ερευνητές υπάρχουν ορισμένα
ουσιώδη αμινοξέα και παράγοντες αναπτύξεως που περιέχονται μέσα στο
μητρικό γάλα αλλά δεν υπάρχουν μέσα στα τεχνητά γάλατα.
Οι διάφορες που έχουν βρεθεί στις επιδόσεις στα διάφορα
ψυχομετρικά τεστ, παρά το γεγονός ότι είναι στατιστικά σημαντικές
εντούτοις δεν είναι πολύ μεγάλες.
Επιπρόσθετα είναι γνωστό ότι υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που
επηρεάζουν την νοητική και πνευματική ανάπτυξη του παιδιού. Αυτό σημαίνει
ότι τα παιδιά που δεν έτυχαν θηλασμού περισσότερο από 3 μήνες μπορούν να
αποκτήσουν ανάλογο επίπεδο εάν οι άλλοι παράγοντες που βοηθούν στην
γνωστική τους ανάπτυξη διατηρηθούν σε ψηλά επίπεδα.
Αντίθετα παιδιά τα οποία διατρέχουν κίνδυνο για μια μη ιδανική
ανάπτυξη, δηλαδή αυτά που δεν έχουν μια καλή διατροφή, αυτά τα οποία έχουν
γεννηθεί πρόωρα και αυτά που ζουν στη φτώχεια και ταυτόχρονα δεν τυγχάνουν
μητρικού θηλασμού διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να έχουν μειωμένες
νοητικές ικανότητες.
Η μελέτη αυτή προσθέτει ακόμη ένα σημαντικό στοιχείο που υποστηρίζει
τον μητρικό θηλασμό. Ο μητρικός θηλασμός έχει σημαντικά πλεονεκτήματα σε
σχέση με τα τεχνητά γάλατα.
Είναι καλύτερος για την διατροφή του παιδιού, τη σωματική και νοητική
του ανάπτυξη, προστατεύει καλύτερα το παιδί από λοιμώξεις βελτιώνοντας την
άμυνα του οργανισμού του και πολύ σημαντικό ωφελεί ουσιαστικά την
ψυχολογική σχέση μητέρας παιδιού.
Επιπρόσθετα, πρόσφατες μελέτες συμπέραναν ότι οι γυναίκες που
θηλάζουν τα παιδιά τους διατρέχουν μικρότερο κίνδυνο να παρουσιάσουν οι
ίδιες καρκίνο του μαστού σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν θήλαζαν.