Η
κατάθλιψη είναι τρεις φορές συχνότερη σε ασθενείς που έχουν υποστεί
έμφραγμα του μυοκαρδίου ή που έχουν παρουσιάσει άλλα καρδιακά προβλήματα
σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό. Επιπρόσθετα, η κατάθλιψη αποτελεί
αρνητικό παράγοντα για την ποιότητα και διάρκεια της ζωής τους.
Οι ασθενείς που πάσχουν από καρδιακές παθήσεις πρέπει να ελέγχονται
συστηματικά για να διαπιστώνεται κατά πόσο παρουσιάζουν ή όχι συμπτώματα
κατάθλιψης. Η κατάθλιψη είναι συχνή πάθηση που επηρεάζει σημαντικά όχι
μόνο την ποιότητα ζωής αλλά και το προσδόκιμο επιβίωσης των ασθενών.
Δυστυχώς μόνο περίπου 50% των καρδιολόγων θεραπεύουν την κατάθλιψη
στους ασθενείς τους. Επιπρόσθετα δεν δίνεται θεραπεία σε όλους όσοι
διαγιγνώσκονται με κατάθλιψη.
Τα σημαντικά αυτά δεδομένα αναφέρονται σε συστάσεις σχετικά με το
σοβαρό πρόβλημα της κατάθλιψης και της σχέσης με τη στεφανιαία νόσο της
καρδίας (έμφραγμα μυοκαρδίου, καρδιακή προσβολή, καρδιακή ανεπάρκεια) που
εκδόθηκαν το Σεπτέμβριο του 2008 από την Αμερικανική Εταιρεία Καρδίας (American
Heart Association) και που υποστηρίχθηκαν από την Αμερικανική
Εταιρεία Ψυχιατρικής (American Psychiatric
Association).
Στα τελευταία 40 χρόνια περισσότερες από 60 προοδευτικές μελέτες
εξέτασαν τη σχέση κατάθλιψης και πρόγνωσης σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο
της καρδίας. Από τη δεκαετία του 1990 και μετά, περισσότερες από 100
ανασκοπήσεις του προβλήματος εξέτασαν το ρόλο της κατάθλιψης στη
νοσηρότητα και θνησιμότητα λόγω καρδιοπαθειών.
Η έκδοση των εν λόγω συστάσεων για την ανίχνευση και αντιμετώπιση
της κατάθλιψης σε καρδιοπαθείς ασθενείς, κατέστη αναγκαία για τους
ακόλουθους λόγους:
- Τον αυξανόμενο όγκο των στοιχείων που τεκμηριώνουν ότι η κατάθλιψη
είναι συχνότερη σε ασθενείς με κατάθλιψη
- Το γεγονός ότι η κατάθλιψη συνοδεύεται από χειρότερη ποιότητα ζωής
και χαμηλότερο προσδόκιμο επιβίωσης των καρδιοπαθών
- Το ότι η διάγνωση και αντιμετώπιση της κατάθλιψης δεν γίνονται
επαρκώς από τους καρδιολόγους στους ασθενείς τους
- Την ανάγκη για παροχή καλύτερης φροντίδας στους καρδιοπαθείς
ασθενείς που θα βελτιώνει την πρόγνωση, την ευεξία και τη διάρκεια της
ζωής τους
Σύμφωνα με τις νέες οδηγίες, η πρώτη ανίχνευση της κατάθλιψης στους
ασθενείς με καρδιοπάθεια πρέπει να στηρίζεται σε δύο τυπικές ερωτήσεις.
Η πρώτη θα ερωτά τον ασθενή εάν στις δυο προηγηθείσες εβδομάδες είχε
ελάχιστο ενδιαφέρον ή ευχαρίστηση στο να κάνει διάφορα πράγματα. Η δεύτερη
θα ερωτά τον ασθενή εάν είχε αισθήματα κατάθλιψης, λύπης, κακής διάθεσης ή
απελπισίας.
Βασικά οι δύο αυτές ερωτήσεις ευρέως φάσματος, διευκολύνουν το γιατρό
στο να αντιληφθεί τη γενικότερη ψυχική κατάσταση του καρδιοπαθούς
ασθενούς. Εάν το έναυσμα αυτό δημιουργήσει την υποψία καταθλιπτικών
συμπτωμάτων τότε ο γιατρός πρέπει να προχωρήσει σε περισσότερη διερεύνηση.
Η περισσότερη διερεύνηση μπορεί να γίνεται τον ίδιο τον καρδιολόγο με
βάση τις ερωτήσεις για τα διαγνωστικά κριτήρια της κατάθλιψης. Μπορεί μετά
από αυτό ή εάν ο γιατρός το επιθυμεί από την αρχή των υποψιών του, να
παραπέμψει τον καρδιοπαθή ασθενή σε ψυχίατρο, έμπειρο στην αντιμετώπιση
της κατάθλιψης.
Σήμερα υπάρχουν αποτελεσματικές θεραπείες για την κατάθλιψη. Η θεραπεία
της κατάθλιψης μπορεί να περιλάβει φάρμακα (αντικαταθλιπτικά), διάφορες
μορφές ψυχοθεραπείας και αλλαγές στον τρόπο ζωής. Παράλληλα χρειάζεται
στήριξη και παρακολούθηση των ασθενών για να διασφαλιστεί η καλή τους
εξελικτική πορεία.
Απαιτείται διαφώτιση και διαπαιδαγώγηση όχι μόνο των γιατρών αλλά και
των καρδιοπαθών ασθενών. Όπως έχουμε αναφέρει μεγάλο ποσοστό καρδιολόγων
δεν γνωρίζουν ή δεν δίνουν τη δέουσα σημασία στο πρόβλημα της κατάθλιψης
στους καρδιοπαθείς ασθενείς.
Παράλληλα όμως οι καρδιοπαθείς δεν γνωρίζουν για τους κίνδυνους της
κατάθλιψης. Επίσης, ακόμη και όταν ενημερώνονται δεν ακολουθούν τις
οδηγίες για μακροχρόνια επιτυχή αντιμετώπιση του προβλήματος της
κατάθλιψης.
Θα συγκρατήσουμε λοιπόν ότι οι καρδιοπαθείς ασθενείς κινδυνεύουν από
την κατάθλιψη και ότι επιβάλλεται ευαισθητοποίηση όλων προς το συμφέρον
των καρδιοπαθών ασθενών.