Η
σημασία της καλής χοληστερόλης
HDL
για τη μείωση του κινδύνου καρδιακών επεισοδίων, παραμένει μεγάλη
ανεξάρτητα από τη θεραπεία με τις στατίνες που είναι φάρμακα που
μειώνουν την κακή χοληστερόλη
LDL στο αίμα.Τα ψηλά
επίπεδα αίματος της κακής χοληστερόλης τύπου LDL,
σχετίζονται με μεγάλο κίνδυνο απόφραξης αρτηριών της καρδίας και
πρόκληση εμφράγματος μυοκαρδίου (στεφανιαία νόσος της καρδίας). Σε
ασθενείς με ψηλή LDL, οι γιατροί χορηγούν
συνήθως φάρμακα της κατηγορίας των στατινών για να τη φέρουν σε πολύ
χαμηλά επίπεδα.
Η χοληστερόλη τύπου HDL σχετίζεται με
μειωμένο κίνδυνο καρδιακών επεισοδίων. Για το λόγο αυτό είναι
προτιμότερο τα επίπεδα της στο αίμα να είναι ψηλότερα.
Ενώ η μείωση της LDL συνοδεύεται με μείωση
του κινδύνου για καρδιακό και εγκεφαλικό επεισόδιο, δεν είναι γνωστό
κατά πόσο με μειωμένη LDL λόγω θεραπείας, ο
ρόλος της HDL παραμένει ο ίδιος.
Για να απαντήσουν στο σημαντικό αυτό ερώτημα, μια διεθνής ομάδα
γιατρών, εξέτασαν 9.700 ασθενείς με συμπτωματική στεφανιαία νόσο της
καρδίας, ηλικίας 35 έως 75 ετών, που λάμβαναν θεραπεία με το φάρμακο
Lipitor που περιέχει την ατορβαστατίνη.
Οι ασθενείς ταξινομήθηκαν ανάλογα με τις τιμές στο αίμα τους της
καλής και κακής χοληστερόλης μετά από την έναρξη της θεραπείας με τη
στατίνη.
Τα ευρήματα είναι σημαντικά:
- Οι ασθενείς που διατηρούσαν HDL
χοληστερόλη ίση ή ψηλότερη από 55 mg/dl,
είχαν 25% χαμηλότερο κίνδυνο για καρδιαγγειακά επεισόδια σε
σύγκριση με τους ασθενείς που είχαν HDL
χοληστερόλη χαμηλότερη από 38 mg/dl
- Ο συσχετισμός αυτός υπήρχε ανεξάρτητα από τα επίπεδα της
LDL και από τη δόση στατίνης που
λάμβαναν οι ασθενείς. Ακόμη και σε ασθενείς με
LDL χαμηλότερη από 70
mg/dl, ίσχυε η σχέση που βρέθηκε
γεγονός που δείχνει τη μεγάλη σημασία των επιπέδων της
HDL χοληστερόλης
Το συμπέρασμα των ερευνητών είναι ότι τα επίπεδα στο αίμα της
HDL χοληστερόλης έχουν μεγάλη προγνωστική
σημασία ακόμη και στους ασθενείς στους οποίους μια επιθετική
θεραπεία με στατίνες έχει μειώσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα την κακή
χοληστερόλη LDL. |
Επισημαίνεται ότι η σημαντική μείωση της LDL
με στατίνες, πιθανόν μειώνει τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής και
εγκεφαλικού επεισοδίου κατά 40% έως 50%. Εάν επιτευχθεί επιπρόσθετα η
άνοδος των τιμών της HDL, τότε πιθανόν ο
υπολειπόμενος κίνδυνος να μειώνεται κατά ακόμη 50%.
Για το λόγο αυτό, οι γιατροί όταν χρησιμοποιούν στατίνες, δεν πρέπει
να ικανοποιούνται μόνο με τη μείωση της κακής χοληστερόλης στο αίμα.
Είναι απαραίτητο να παρακολουθούν και όλους τους άλλους παράγοντες που
επηρεάζουν τον κίνδυνο για καρδιακή προσβολή και εγκεφαλικά επεισόδια.
Για να επιτευχθεί άνοδος της καλής χοληστερόλης στο αίμα, δυστυχώς
δεν έχουμε σήμερα τόσο καλά φάρμακα όπως για την περίπτωση μείωσης της
κακής χοληστερόλης. Πρόκειται για δυσκολότερο εγχείρημα και από τους
αποτελεσματικότερους τρόπους που διαθέτουμε για αυτό, είναι η τακτική
σωματική άσκηση και η διατήρηση κανονικού βάρους σώματος.
Από φαρμακευτικής απόψεως, υπάρχει η νιακίνη (ανήκει στην οικογένεια
των βιταμινών Β) που έχει τη δυνατότητα να ανεβάζει στο αίμα την
HDL. Όμως έχει παρενέργειες και το γεγονός αυτό
περιορίζει τη χρήση της. Έχουν γίνει προσπάθειες από φαρμακευτικές
εταιρείες για δημιουργήσουν φάρμακα που με ασφάλεια ανεβάζουν στο αίμα
την HDL αλλά δυστυχώς ακόμη δεν έχει
επιτευχθεί κάτι τέτοιο.
Θα συγκρατήσουμε λοιπόν ότι η πρόληψη της στεφανιαίας νόσου της
καρδίας, του εμφράγματος του μυοκαρδίου και των εγκεφαλικών επεισοδίων,
δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στη θεραπεία με στατίνες για μείωση της
κακής χοληστερόλης αλλά πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα επίπεδα της
HDL τα οποία διατηρούν καθοριστική προγνωστική
αξία για τον κίνδυνο καρδιαγγειακού νοσήματος.