Η αδικία έχει επιπτώσεις στην καρδία. Η ψυχική καταπόνηση, που προκαλεί, βλάπτει σε σημαντικό αριθμό ανθρώπων τα στεφανιαία αγγεία της καρδίας, αυξάνοντας τον κίνδυνο για καρδιακή προσβολή.
Λίγο πολύ, όλοι γνωρίζουμε και αποδεχόμαστε το γεγονός ότι στη ζωή υπάρχει αδικία. Φυσικά ο τρόπος που ο καθένας μας, βιώνει το μερίδιο αδικίας, που του επιφυλάσσει η ζωή, είναι διαφορετικός.
Αδικία μπορεί να αισθανόμαστε για καταστάσεις που έχουν σχέση με το επαγγελματικό μας περιβάλλον, με την οικογένεια ή την κοινωνία στην οποία ζούμε. Εκείνο που δεν γνωρίζουμε ακόμη τόσο καλά, είναι σε ποιο βαθμό η αδικία που βιώνουμε, επηρεάζει την καρδία και γενικότερα την υγεία μας.
Φαίνεται ότι το αίσθημα αδικίας που αισθανόμαστε στο σπίτι ή στις κοινωνικές μας αλληλεπιδράσεις, επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την καρδία. Αυξάνει τον κίνδυνο για στεφανιαία νόσο της καρδίας που ως γνωστό ευθύνεται για τη στηθάγχη, το έμφραγμα του μυοκαρδίου και την καρδιακή ανεπάρκεια.
Στο ενδιαφέρον αλλά συνάμα ανησυχητικό αυτό συμπέρασμα, κατέληξαν ερευνητές από το
University College του Λονδίνου που διερεύνησαν το ζήτημα σε 8.000 άτομα, ανώτερους κυβερνητικούς υπάλληλους, που παρακολούθησαν για σχεδόν 11 χρόνια.
Η έρευνα ήταν προοδευτική δηλαδή αρχικά, όλοι οι συμμετέχοντες δεν είχαν καρδιακά προβλήματα και διαχρονικά παρακολουθείτο η εξέλιξη τους σε συνάρτηση με διάφορους παράγοντες, βιολογικούς και ψυχοκοινωνικούς.
Λήφθηκαν υπόψη τα βιολογικά χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων όπως η χοληστερόλη αίματος, η ψηλή πίεση, η παχυσαρκία, το κάπνισμα, η σωματική άσκηση και η κατανάλωση αλκοόλ. Τα ψυχοκοινωνικά χαρακτηριστικά που λήφθηκαν υπόψη ήταν το άγχος στην εργασία, το αίσθημα για ανισοζύγιο μεταξύ προσφοράς και αμοιβής και η άποψη για την ύπαρξη ή όχι δικαιοσύνης στον οργανισμό που εργάζονταν.
Οι συμμετέχοντες απαντούσαν σε ερωτηματολόγια με κλίμακα από 1 έως 6 για το πόσο έντονα συμφωνούσαν με τη δήλωση "συχνά αισθάνομαι ότι με μεταχειρίζονται άδικα". Η ψυχική και σωματική τους, υγεία αξιολογείτο κατά τακτικά χρονικά διαστήματα.
Οι Βρετανοί ερευνητές διαπίστωσαν, ότι τα άτομα που βίωναν ένα βαθύ, έντονο αίσθημα αδικίας, είχαν 55% περισσότερες πιθανότητες από άλλους χωρίς ανάλογο αίσθημα, να παρουσιάσουν σοβαρή καρδιοπάθεια.
Όσο πιο μεγάλη αδικία ένιωθαν, τόσο μεγαλύτερος ήταν ο κίνδυνος τους για καρδιακή προσβολή ή στηθάγχη.
Επίσης βρέθηκε να υπάρχει έντονος συσχετισμός μεταξύ ατόμων σε χαμηλότερες βαθμίδες στο εργασιακό περιβάλλον και αισθημάτων αδικίας. Στις χαμηλότερες ιεραρχικές βαθμίδες, οι εργαζόμενοι ένιωθαν μεγαλύτερη αδικία εις βάρος τους.
Το αίσθημα της αδικίας, ως προγνωστικός παράγοντας πρόκλησης στεφανιαίας νόσου της καρδίας και κακής υγείας, βρέθηκε να είναι ανεξάρτητος από τους άλλους γνωστούς παράγοντες για καρδιακή πάθηση που λήφθηκαν υπόψη στην έρευνα.
Το γιατί το αίσθημα αδικίας προκαλεί σοβαρή καρδιακή πάθηση παραμένει αναπάντητο. Είναι βέβαια πιθανόν ότι τα έντονα ή και διαρκή αισθήματα αδικίας, δημιουργώντας αρνητική ψυχολογική κατάσταση, αποτελούν αιτία αλλαγών σε βιοχημικό επίπεδο, σε νευροδιαβιβαστές ή παράγοντες ρυθμιστές του στρες, που έχουν αρνητικές επιπτώσεις σε μηχανισμούς φλεγμονής και βλάπτουν την καρδία.
Θα χρειαστούν και άλλες πιο προχωρημένες έρευνες για να γίνει δυνατός ο διαχωρισμός του ρόλου της αδικίας από τους άλλους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες όσον αφορά στις επιδράσεις στην καρδία και στην υγεία γενικότερα. Επίσης απαιτείται να βρεθούν οι ακριβείς μηχανισμοί διαμέσου των οποίων ενεργεί βιολογικά η αδικία για να προκαλεί σοβαρά προβλήματα στην καρδία.
Εμείς θα συγκρατήσουμε ότι φαίνεται να επιβεβαιώνεται αυτό που υποπτεύονταν οι άνθρωποι ότι η αδικία μπορεί να προκαλεί σοβαρά προβλήματα καρδίας.
Εκείνο που μπορούμε να επιδιώκουμε και πραγματικά να κάνουμε, είναι να είμαστε σαν άτομα και σαν κοινωνία όσο το δυνατό πιο δίκαιοι με όλους.
Αυτό αναπόφευκτα, θα καλλιεργεί τη νοοτροπία αποφυγής αδικιών, το άδικο οπουδήποτε συμβαίνει όταν το αντιλαμβανόμαστε θα ενοχλεί και η νέα κατάσταση που θα επικρατήσει, θα έχει πολύ καλές επιδράσεις για όλους μας.