Το ανεύρυσμα μπορεί να εκδηλωθεί σε οποιοδήποτε μέρος της αορτής. Όμως τα περισσότερα ανευρύσματα αορτής συμβαίνουν στο τμήμα της αορτής που βρίσκεται στην κοιλιακή περιοχή.
Η αορτή είναι η μεγαλύτερη αρτηρία του ανθρώπινου σώματος. Η αορτή αρχίζει από την καρδία και μετά κατεβαίνει προς το θώρακα και την κοιλία.
Τα τοιχώματα της αορτής είναι πολύ ελαστικά. Για να προσαρμοστούν στις ανάγκες της ροής του αίματος, που προέρχεται άμεσα από την καρδία μπορούν κανονικά να εκτείνονται και μετά να επανέρχονται πίσω στην αρχική τους θέση.
Το ανεύρυσμα της αορτής είναι μια διάταση ενός τμήματός της. Η σοβαρότητα του ανευρύσματος εξαρτάται μεταξύ άλλων από τη διάμετρο της διαπλάτυνσης και το μήκος του τμήματος της αορτής που καταλαμβάνει.
Η αδυναμία του τοιχώματος που προκύπτει στο ανεύρυσμα δημιουργεί κίνδυνο ρήξης της αρτηρίας. Μια τέτοια ρήξη οδηγεί σε καταστροφική αιμορραγία, που απειλεί άμεσα τη ζωή. Εκτός από τη ρήξη του ανευρύσματος υπάρχει και ο κίνδυνος δημιουργίας θρόμβων στο ανεύρυσμα.
Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες και ασθένειες, που αδυνατίζουν τα τοιχώματα της αορτής. Οι καταστάσεις αυτές ταυτόχρονα με την αύξηση της ηλικίας φθείρουν και αδυνατίζουν την αορτή. Το αποτέλεσμα είναι ένα μέρος της αορτής να υφίσταται μόνιμη διάταση (όπως ένα φούσκωμα), που είναι το ανεύρυσμα.
Οι κυριότεροι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο πρόκλησης ανευρύσματος της αορτής είναι:
- Το κάπνισμα: 90% των ασθενών που παρουσιάζουν ανεύρυσμα αορτής είχαν καπνίσει
- Η ψηλή πίεση: Η ψηλή πίεση εκτείνει το επιθήλιο του αυλού της αορτής, αυξάνει τον κίνδυνο να δημιουργηθούν φθορές και ρήξεις που αυξάνουν τον κίνδυνο γένεσης ανευρύσματος
- Το άρρεν φύλο
- Η κληρονομικότητα: Υπάρχουν γενετικές καταστάσεις που κληρονομούνται οι οποίες έχουν αρνητικές επιπτώσεις στους συνδετικούς ιστούς των ασθενών και ευνοούν έτσι τη δημιουργία ανευρυσμάτων
- Η γήρανση: Με την αύξηση της ηλικίας η αορτή γίνεται λιγότερο ελαστική, πιο σκληρή και έτσι είναι ευκολότερο να δημιουργούνται ανευρύσματα
- Οι μολύνσεις: Οι διάφορες μορφές μολύνσεων είναι δυνατόν να προκαλούν φθορά στο επιθήλιο του αυλού της αορτής
- Η φλεγμονή: Διάφορες ασθένειες που συνοδεύονται από γενικευμένη φλεγμονή δυνατόν να προκαλούν βλάβες στην αορτή
- Οι τραυματισμοί: Οι πτώσεις και τα αυτοκινητιστικά δυστυχήματα με συγκρούσεις τραυματίζουν την αορτή οδηγώντας έτσι σε ανεύρυσμα.
Συνήθως το ανεύρυσμα της αορτής δεν προκαλεί συμπτώματα. Συμπτώματα δημιουργούνται κυρίως σε περιπτώσεις ρήξης του ανευρύσματος:
- Ξαφνικός, έντονος και επίμονος πόνος στην κοιλιά, στο στήθος ή στην πλάτη
- Πόνος που αντανακλάται στην πλάτη ή στα πόδια
- Εφίδρωση, αίσθηση κρύου
- Ζαλάδα
- Χαμηλή πίεση
- Γρήγορος παλμός, ταχυκαρδία
- Απώλεια συνείδησης, λιποθυμία
- Δύσπνοια
Η δημιουργία θρόμβων είναι ακόμη ένα πρόβλημα που μπορεί να περιπλέξει την κατάσταση στο ανεύρυσμα.
Εντός του ανευρύσματος είναι δυνατόν να σχηματιστούν μικροί θρόμβοι αίματος. Η απελευθέρωση τμημάτων από θρόμβους μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές με απόφραξη ζωτικών αρτηριών στην κοιλιά ή στα πόδια.
Τα τεστ που μπορούν να ανιχνεύσουν και να δώσουν πληροφορίες για όλα τα χαρακτηριστικά του ανευρύσματος αορτής είναι:
- Η εξέταση με υπερήχους της κοιλιάς: Το υπερηχογράφημα της κοιλιάς είναι μια απλή και ανώδυνη εξέταση που μπορεί να ανιχνεύσει ένα ανεύρυσμα στο μέρος της αορτής που διέρχεται στην κοιλιά (κοιλιακή αορτή)
- Η αξονική τομογραφία
- Η μαγνητική τομογραφία, με αγγειακή μελέτη
Η θεραπεία του ανευρύσματος της αορτής εξαρτάται από το μέγεθος και τον εντοπισμό του.
Εάν το ανεύρυσμα έχει διάμετρο μικρότερη των 5 εκατοστών και δεν συνοδεύεται από συμπτώματα, οι γιατροί είναι πιθανόν να συστήσουν μόνο μια προσεκτική παρακολούθηση με προγραμματισμένες τακτικές εξετάσεις και μετρήσεις του μεγέθους του ανευρύσματος. Με τον τρόπο αυτό οποιαδήποτε επιδείνωση θα ανιχνευτεί έγκαιρα και τότε θα γίνει η θεραπεία.
Στις περιπτώσεις που το ανεύρυσμα είναι μεγαλύτερο των 5 εκατοστών ή όταν η ταχύτητα μεγέθυνσης του είναι μεγαλύτερη από 1 εκατοστό κάθε χρόνο τότε η χειρουργική διόρθωση του προβλήματος πιθανόν να είναι η καλύτερη θεραπευτική επιλογή.
Οι άλλες συνιστώσες της αντιμετώπισης και πρόληψης της νόσου είναι:
- Η αποφυγή κάθε μορφής καπνίσματος
- Ο έλεγχος της ψηλής πίεσης εάν υπάρχει
- Αντιμετώπιση της ψηλής κακής χοληστερόλης LDL αίματος με φάρμακα και πρόγραμμα σωματικής άσκησης μετά από οδηγίες του γιατρού
- Η υγιεινή διατροφή για προστασία της καρδίας και του κυκλοφορικού συστήματος γενικότερα.