Η
ασπιρίνη (ακετυλοσαλικυλικό οξύ) όπως
τη γνωρίζουμε σήμερα είναι ένα φάρμακο ηλικίας 110 χρονών. Όμως το
σαλικυλικό οξύ, η φαρμακευτική ενεργός ουσία στην οποία βασίζεται η
ασπιρίνη, χρησιμοποιόταν στην αρχαία Αίγυπτο ως παυσίπονο.Η
ασπιρίνη είναι από τα αρχαιότερα φάρμακα. Χαρακτηρίζεται από
αντιπυρετικές, αναλγητικές, αντιφλεγμονώδεις και αντιπηκτικές δράσεις.
Χρησιμοποιείται ευρέως από τους ανθρώπους για αιώνες και έχει μελετηθεί
όσο λίγα άλλα φάρμακα. Ωστόσο συνεχώς κρατεί το ενδιαφέρον μας για αυτή
αμείωτο λόγω των ιδιοτήτων της και εξαιτίας των νέων σημαντικών θετικών
για την υγεία μας που μπορεί να προσφέρει.
Η ασπιρίνη σε χαμηλή δόση έχει αντιφλεγμονώδη δράση. Εντός 30 λεπτών
από τη λήψη της είναι σε θέση να μειώνει τη συγκολλητικότητα των
αιμοπεταλίων που αποτελεί βασικό μηχανισμό του σχηματισμού θρόμβων.
Η ιδιότητα αυτή της ασπιρίνης, την έχει καθιερώσει ως ένα
αποτελεσματικό θεραπευτικό όπλο στον τομέα της καρδιακής προσβολής και των
ισχαιμικών εγκεφαλικών επεισοδίων. Ακόμη και σε χαμηλές δόσεις (75 έως 81
mg), η ασπιρίνη βρέθηκε ικανή να αποτρέπει την
απόφραξη ζωτικών στεφανιαίων ή εγκεφαλικών αρτηριών λόγω μείωσης της
συγκολλητικότητας των αιμοπεταλίων.
Το ζήτημα που τυγχάνει ενδελεχούς διερεύνησης, αφορά στο ποιοι και
από ποια ηλικία θα πρέπει να παίρνουν την ασπιρίνη για πρόληψη
καρδιαγγειακών και εγκεφαλικών ισχαιμικών επεισοδίων.
Σύμφωνα με τις συστάσεις που ισχύουν σήμερα η ασπιρίνη χορηγείται
προληπτικά σε ασθενείς που έχουν ήδη υποστεί ένα έμφραγμα ή ένα ισχαιμικό
εγκεφαλικό επεισόδιο. Δίνεται επίσης μετά από ιατρική αξιολόγηση σε άτομα
που έχουν προδιαθεσικούς παράγοντες οι οποίοι προκαλούν ψηλό κίνδυνο για
καρδιαγγειακά επεισόδια.
Σε μια ενδιαφέρουσα ευρείας έκτασης μελέτη, Βρετανοί γιατροί από τα
πανεπιστήμια του Νότιγχαμ και του Σέφιλντ, εξέτασαν σε περίπου 12.000
άνδρες και γυναίκες ηλικίας 35 έως 75 ετών, το ζήτημα του κατάλληλου ορίου
ηλικίας για την πρωτογενή πρόληψη των καρδιαγγειακών παθήσεων με χαμηλή
δόση ασπιρίνης.
Οι συμμετέχοντες έπρεπε τουλάχιστον να τύγχαναν ιατρικής παρακολούθησης
για τους 12 μήνες πριν την έναρξη της έρευνας από γενικό παθολόγο, να μην
έπαιρναν φάρμακα για μείωση των λιπιδίων αίματος (χοληστερόλη,
τριγλυκερίδια), να μην έπασχαν από διαβήτη και να μην είχαν ιστορικό
καρδιαγγειακής πάθησης όπως στεφανιαία νόσο της καρδίας, καρδιακή προσβολή
και εγκεφαλικό επεισόδιο.
Βασικά το ερώτημα που ήθελαν να απαντήσουν ήταν κατά πόσο στους
εθελοντές που παρακολούθησαν, η ασπιρίνη χορηγούμενη συστηματικά σε
προληπτική δόση, ήταν σε θέση να μειώνει τον κίνδυνο για στεφανιαία νόσο
της καρδίας ανάλογα με την ηλικία.
Τα συμπεράσματα τους ήταν τα ακόλουθα:
- Θα έπρεπε να εξετάζεται η χορήγηση της ασπιρίνης χαμηλής δόσης
συστηματικά σε όλους τους άνδρες και γυναίκες χωρίς διαβήτη άνω των 48
και 57 ετών αντίστοιχα για την πρωτογενή πρόληψη των καρδιαγγειακών
παθήσεων
- Για άτομα κάτω των εν λόγω ηλικιακών ορίων ή που είναι άνω των 75
ετών, η απόφαση για έναρξη της προληπτικής θεραπείας με ασπιρίνη θα
πρέπει να βασίζεται στα χαρακτηριστικά του κάθε ατόμου σύμφωνα με τους
παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου που έχει
- Τα προτεινόμενα όρια ηλικίας λαμβάνουν υπόψη το φύλο του ασθενούς,
τον κίνδυνο αιμορραγίας και τα προστατευτικά για την καρδία ωφελήματα
της θεραπείας με χαμηλή δόση ασπιρίνης
- Σε ασθενείς με διαβήτη ή με έλκος στο στομάχι που έχουν ψηλό κίνδυνο
για αιμορραγία οι εν λόγω συστάσεις δεν ισχύουν. Οι διαβητικοί είναι
πιθανόν ότι θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τη θεραπεία με ασπιρίνη λόγω
του ψηλού καρδιακού κινδύνου που έχουν αλλά τα στοιχεία που υπάρχουν για
αυτό δεν είναι επαρκή. Σε άτομα άνω των 75 ετών η απόφαση για χορήγηση
ασπιρίνης πρέπει να γίνεται εξατομικευμένα από το θεράποντα ιατρό διότι
στην ηλικιακή αυτή ομάδα οι πιθανότητες αιμορραγικών επιπλοκών είναι
αυξημένες
Θα τονίσουμε ότι χρειάζονται ακόμη περισσότερες έρευνες για να γίνει
αποδεκτή η χρήση ασπιρίνης συστηματικά σε όλους τους ανθρώπους
ορισμένων ηλικιακών ομάδων. Βέβαια θα πρέπει να επιβεβαιωθεί ότι μια
τέτοια πρακτική συμβάλλει στη μείωση του κινδύνου για έμφραγμα ή ισχαιμικό
εγκεφαλικό επεισόδιο.
Προς τον παρόν ο κάθε ασθενής πρέπει να αξιολογείται από το γιατρό
του, να λαμβάνεται υπόψη το προσωπικό και οικογενειακό ιατρικό ιστορικό
του, οι προδιαθεσικοί παράγοντες κινδύνου που έχει και μετά να λαμβάνεται
η απόφαση της χρόνιας χορήγησης χαμηλής δόσης ασπιρίνης εάν τα οφέλη μιας
τέτοιας θεραπείας είναι σημαντικά μεγαλύτερα από τους κινδύνους για το
συγκεκριμένο ασθενή.