Τα εγκεφαλικά επεισόδια και ο πόνος στο βάδισμα, πώς σχετίζονται; Είναι απαραίτητο τόσο οι γιατροί όσο και το πλατύ κοινό να γίνουν περισσότερο ενήμεροι για το πρόβλημα της περιφερικής αρτηριακής νόσου.
Η περιφερική αρτηριακή νόσος επηρεάζει μεγάλο ποσοστό ανθρώπων. Είναι συχνότερη μετά την ηλικία των 40 ετών. Εκτιμάται ότι περίπου 17% των ανθρώπων άνω των 55 ετών πάσχουν από τη νόσο.
Η νόσος προκαλείται από τη στένωση των αρτηριών, που παρέχουν αίμα στα κάτω μέλη του σώματος (μηροί, κνήμες, πόδια). Η ασθένεια μπορεί να εκδηλωθεί σε οποιονδήποτε. Ωστόσο μερικοί άνθρωποι κινδυνεύουν περισσότερο.
Πολλοί ασθενείς δεν γνωρίζουν ότι έχουν περιφερική αρτηριακή νόσο. Πολλοί γιατροί δεν είναι αρκετά ενήμεροι και έτσι η διάγνωση δεν γίνεται στο βαθμό που θα έπρεπε. Πολλοί άνθρωποι μπορεί να μην παρουσιάζουν συμπτώματα ή να έχουν πολύ λίγες ενοχλήσεις.
Τα συχνότερα σημεία και συμπτώματα είναι:
- Πόνος στα κάτω άκρα κατά το βάδισμα ή την άσκηση. Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα της νόσου, ο πόνος είναι έντονος και αντίστοιχος με τον πόνο που νιώθουν ασθενείς στο στήθος λόγω ισχαιμίας από στένωση των στεφανιαίων αρτηριών στην καρδία. Ο πόνος που νιώθει ο ασθενής όταν περπατά τον κάνει να σταματά, γεγονός που τον ανακουφίζει. Το εν λόγω σύμπτωμα αποκαλείται διαλείπουσα χωλότητα.
- Αίσθημα μουδιασμάτων ή κρύου στο ένα ή και στα δύο κάτω μέλη.
- Πόνοι στα δάκτυλα των ποδιών τη νύκτα.
- Σεξουαλική ανεπάρκεια, στυτική δυσλειτουργία.
- Ανοικτές πληγές (έλκη) στα κάτω μέλη που δεν επουλώνονται.
Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο να προσβληθούν από την αρτηριακή περιφερική νόσο:
- Οι καπνιστές και αυτοί που κάπνιζαν παλαιότερα στη ζωή τους.
- Οι ασθενείς με διαβήτη.
- Οι πάσχοντες από ψηλή πίεση (υπέρταση).
- Τα άτομα, που έχουν ψηλή χοληστερόλη αίματος ή τριγλυκερίδια, υπερλιπιδαιμία.
- Οι καρδιοπαθείς ή ασθενείς που είχαν εγκεφαλικό επεισόδιο, ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου.
Η στένωση αρτηριών στα κάτω μέλη είναι ένδειξη, ότι ανάλογο πρόβλημα στένωσης αρτηριών πολύ πιθανόν υπάρχει στην καρδία και στον εγκέφαλο. Η περιφερική αρτηριακή νόσος θεωρείται εξίσου σοβαρή όπως οι καρδιοπάθειες και για αυτό η πρόληψη και η ανίχνευση της έχουν μεγάλη σημασία.
Οι ασθενείς που πάσχουν από αρτηριακή περιφερική νόσο κινδυνεύουν επιπρόσθετα από:
- Καρδιακή προσβολή, δηλαδή έμφραγμα μυοκαρδίου.
- Εγκεφαλικό επεισόδιο ισχαιμικού τύπου, αποπληξία.
- Ακρωτηριασμούς.
- Θάνατο λόγω καρδιαγγειακής νόσου.
Οι άνθρωποι που αισθάνονται πόνο στους μηρούς, στις κνήμες και στα πόδια όταν περπατούν ο οποίος υποχωρεί όταν ξεκουράζονται πρέπει να το αναφέρουν στο γιατρό τους. Πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν ότι οι πόνοι που παρουσιάζονται όταν αρχίζουν να περπατούν μπορεί να προκαλούνται λόγω προβλημάτων στην κυκλοφορία του αίματος, στις αρτηρίες και ότι αυτό τους βάζει σε κίνδυνο για έμφραγμα μυοκαρδίου και αποπληξία.
Η ανίχνευση της περιφερικής αρτηριακής νόσου είναι απλή διαδικασία. Βασίζεται στη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης στο άνω μέλος και στο κάτω μέλος. Εάν το πηλίκο της τιμής της πίεσης στο κάτω μέλος προς την τιμή της πίεσης στο άνω μέλος είναι μικρότερο από 0,90 αυτό δείχνει ότι υπάρχει περιφερική αρτηριακή νόσος.
Συστήνεται όπως οι άνθρωποι άνω των 40 ετών να ελέγχονται για περιφερική αρτηριακή νόσο. Αυτό μπορεί να γίνεται με τη μέτρηση της πίεσης στα άνω και κάτω μέλη.
Με ποιό τρόπο μπορεί να μετρηθεί απλά και σωστά η πίεση στα κάτω μέλη;
Η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης στα κάτω μέλη μπορεί να γίνεται με πιεσόμετρο, που έχει ένα κατάλληλου μεγέθους περιβραχιόνιο (το φουσκωτό μαξιλαράκι του πιεσόμετρου). Αυτό τοποθετείται στη μέση περίπου του μηρού.
Το στηθοσκόπιο τοποθετείται για ακρόαση του αρτηριακού κτύπου στο πίσω μέρος της άρθρωσης του γονάτου εκεί που διέρχεται η αντίστοιχη αρτηρία. Το πλάτος του περιβραχιονίου πρέπει να είναι περίπου 40% της περιφέρειας του μηρού και το μήκος του πρέπει να είναι περίπου 75% έως 80% της εν λόγω περιφέρειας.
Κανονικά, η συστολική πίεση (η ψηλή τιμή) στα κάτω μέλη στο μηρό είναι συνήθως 10% έως 20% ψηλότερη από την πίεση που μετριέται στο άνω μέλος, στο βραχίονα. Οι μετρήσεις της πίεσης στα κάτω άκρα που είναι χαμηλότερες από ότι στους βραχίονες θεωρούνται παθολογικές και επιβάλλουν τη διενέργεια ελέγχου για περιφερική αρτηριακή νόσο.
Πόση σημασία έχει η τακτική σωματική άσκηση και το κάπνισμα σε ασθενείς με περιφερική αρτηριακή νόσο; Οι ασθενείς με τη νόσο οι οποίοι είναι σωματικά δραστήριοι, δηλαδή ασκούνται τακτικά και οι οποίοι απελευθερώνονται από το κάπνισμα, μειώνουν την ένταση των συμπτωμάτων τους, βελτιώνουν την κινητικότητα τους και την ποιότητα της ζωής τους. Ταυτόχρονα μειώνουν τον κίνδυνο να πάθουν καρδιακή προσβολή και εγκεφαλικό επεισόδιο.
Ποια είναι η σημασία της διατροφής στην πρόληψη και αντιμετώπιση της περιφερικής αρτηριακής νόσου; Η υγιεινή διατροφή προστατεύει τις αρτηρίες από την αθηρωμάτωση που στενεύει τις αρτηρίες και προκαλεί ισχαιμικά φαινόμενα. Οι ασθενείς πρέπει να διατηρούν ένα κανονικό βάρος σώματος για το ύψος τους, να αποφεύγουν τα κορεσμένα λίπη στη διατροφή και να έχουν κανονικές τιμές χοληστερόλης αίματος.
Η θεραπεία της περιφερικής αρτηριακής νόσου βασίζεται σε φάρμακα και σε επεμβάσεις.
Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι:
- Φάρμακα που μειώνουν τη συγκόλληση των αιμοπεταλίων (αντιαιμοπεταλιακά): Ασπιρίνη, κλοπιδογρέλη, τικλοπιδίνη.
- Αντιπηκτικά (βαρφαρίνη, ασενοκουμαρόλη, ηπαρίνη).
- Αγγειοδιασταλτικά: Μεγάλη κατηγορία φαρμάκων που προκαλούν διαστολή των αιμοφόρων αγγείων, αρτηριών ή φλεβών.
- Στατίνες για μείωση της χοληστερόλης αίματος.
Οι επεμβατικές μέθοδοι περιλαμβάνουν:
- Αγγειοπλαστική περιφερικών αγγείων για διάταση αγγειακών στενώσεων και αύξηση της ροής αίματος στην περιοχή που πάσχει από ισχαιμία.
- Τοποθέτηση στέντ, δηλαδή ενδοπρόθεσης για αποκατάσταση στένωσης ή περιορισμένης απόφραξης αρτηρίας.
- Αρτηριακή παράκαμψη (bye pass) για λειτουργική παράκαμψη αρτηριακής βλάβης μεγάλης έκτασης.
Συνοπτικά βλέπουμε ότι επιβάλλεται η διαφώτιση τόσο των γιατρών όσο και του κοινού για το σοβαρό πρόβλημα της περιφερικής αρτηριακής νόσου.
Είναι χιλιάδες οι ζωές που χάνονται κάθε χρόνο λόγω ανεπάρκειας της πρόληψης και της αντιμετώπισης της νόσου.
Η περιφερική αρτηριακή νόσος μπορεί να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά φτάνει να γίνει έγκαιρα η διάγνωση. Η συστηματική ανίχνευση μπορεί να βελτιώνει την ποιότητα ζωής και να αποτρέπει το θάνατο πολλών συνανθρώπων μας