Ποιοι
είναι οι κίνδυνοι που διατρέχουν οι ασθενείς που έχουν υποστεί έμφραγμα
του μυοκαρδίου και επιβιώνουν μετά από την αρχική θεραπεία;
Για την αντιμετώπιση των κινδύνων αυτών υπάρχει πρόληψη και πως αυτή
είναι δυνατόν να γίνεται;
Μεταξύ των ασθενών αυτών, υπάρχουν κάποιοι που κινδυνεύουν
περισσότερο και χρειάζονται δραστικότερα μέτρα προφύλαξης;
Τα σημαντικά αυτά ερωτήματα προσπάθησαν να απαντήσουν γιατροί σε μια
διεθνή έρευνα που συμπεριέλαβε 14.609 ασθενείς που είχαν υποστεί καρδιακή
προσβολή.
Κατά την εκδήλωση του καρδιακού επεισοδίου όλοι οι ασθενείς έτυχαν
ανάλογης θεραπείας και συνέχισαν με ασπιρίνη. Ο μέσος χρόνος
παρακολούθησης των ασθενών ήταν δύο χρόνια.
Τα αποτελέσματα της ιδιαίτερα επίκαιρης και
ενδιαφέρουσας αυτής έρευνας μας προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες:
- Κατά τα δύο χρόνια παρακολούθησης, καταγράφηκαν από το σύνολο
των 14.609 ασθενών, 903 ξαφνικοί θάνατοι και 164 περιπτώσεις που
επανήλθαν μετά από καρδιακή ανάνηψη
- Ο κίνδυνος ξαφνικού θανάτου ήταν 10 φορές μεγαλύτερος κατά τις
πρώτες 30 μέρες που ακολουθούσαν το καρδιακό επεισόδιο σε σύγκριση
με τον κίνδυνο 2 χρόνια μετά.
Από το σύνολο των ξαφνικών θανάτων το 19% συνέβηκε κατά τον πρώτο
μήνα μετά από το αρχικό καρδιακό επεισόδιο. Ο κίνδυνος ήταν της
τάξης του 1,4% κατά τον πρώτο μήνα ενώ της τάξης του 0,14% στα δύο
χρόνια
- Ακόμη και μεταξύ των ασθενών που διατηρούσαν την καλύτερη
καρδιακή λειτουργία μετά από το έμφραγμα του μυοκαρδίου, ο κίνδυνος
για ξαφνικό θάνατο ή καρδιακή ανακοπή που οδηγούσε σε καρδιακή
ανάνηψη, ήταν 6 φορές μεγαλύτερος κατά τις πρώτες 30 μέρες σε
σύγκριση με το τι συνέβαινε μετά από 1 χρόνο
- Οι ασθενείς που κινδύνευαν το περισσότερο ήσαν αυτοί που μετά
από το επεισόδιο εμφράγματος, παρουσίαζαν μειωμένη συστολική
λειτουργία της αριστερής κοιλίας της καρδίας, καρδιακή ανεπάρκεια ή
και τα δύο
|
Τα δεδομένα που προέκυψαν πρέπει να προβληματίσουν για τη φροντίδα
που προσφέρεται στους ασθενείς κατά την κρίσιμη περίοδο των πρώτων 30
ημερών που ακολουθούν ένα καρδιακό επεισόδιο.
Οι βλάβες που υφίσταται η καρδία λόγω του αποφρακτικού επεισοδίου που
δημιουργεί το έμφραγμα, είναι δυνατόν να οδηγούν σε ανωμαλίες του ρυθμού
της καρδίας.
Οι αρρυθμίες μετά από έμφραγμα, μπορούν να προκαλέσουν καρδιακή ανακοπή
και ξαφνικό θάνατο.
Το πρόβλημα άρχισε κατά τα τελευταία χρόνια να γίνεται οξύτερο με πολύ
περισσότερους ασθενείς να πεθαίνουν λόγω καρδιακής ανακοπής. Ο λόγος είναι
διότι όλο και περισσότεροι ασθενείς επιβιώνουν μετά από την αρχική φάση
εμφράγματος μυοκαρδίου χάρις στις σύγχρονες θεραπείες.
Πως μπορεί λοιπόν να μειωθεί ο κίνδυνος αρρυθμιών και κατά συνέπεια
ξαφνικού θανάτου σε ασθενείς μετά από την πρώτη φάση καρδιακής προσβολής
και ιδιαίτερα κατά την κρίσιμη περίοδο των 30 μερών που ακολουθούν;
Οι ειδικοί απινιδοτές που εμφυτεύονται στον ασθενή για να ανιχνεύουν
τις καρδιακές αρρυθμίες και να χορηγούν ηλεκτροσόκ για την αποκατάσταση
του καρδιακού ρυθμού σε επικίνδυνες για τη ζωή καταστάσεις, φαίνεται ότι
μπορούν να βοηθούν σε σημαντικό βαθμό για την επίλυση του προβλήματος.
Το ζήτημα που πρέπει τώρα να ρυθμιστεί είναι σε ποιους ασθενείς και
πότε ακριβώς θα πρέπει να εμφυτεύονται απινιδοτές για την πρόληψη
αρρυθμιών που απειλούν άμεσα τη ζωή ασθενών που επιβιώνουν μετά από την
αρχική φάση εμφράγματος του μυοκαρδίου.