Η αγγειοπλαστική μέθοδος δίδει καλύτερα αποτελέσματα
για τη θεραπεία της απόφραξης ή της στένωσης των στεφανιαίων αγγείων της
καρδίας.
Όμως η θεραπεία αυτή χάνει τα σημαντικά πλεονεκτήματα που έχει όταν
δεν γίνει έγκαιρα.
Στους ασθενείς με έμφραγμα του μυοκαρδίου η ταχύτητα με την οποία θα
αντιμετωπιστεί η απόφραξη του στεφανιαίου αγγείου που έχει σοβαρή στένωση
ή έχει κλείσει, είναι καθοριστική για την επιβίωση.
Η αγγειοπλαστική μπορεί να σταματήσει μια καρδιακή προσβολή εάν γίνει
μέσα στις πρώτες 2 έως 3 ώρες από την εκδήλωση του επεισοδίου.
Η αγγειοπλαστική επιτυγχάνει να ανοίξει ξανά μια κλειστή αρτηρία στο
95% των περιπτώσεων ενώ η θρομβολυτική μέθοδος στο 66%.
Η αγγειοπλαστική θεραπεία γίνεται διαμέσου ενός ειδικού καθετήρα που
εισάγεται στη στεφανιαία αρτηρία που έχει πάθει απόφραξη. Ένα ειδικό
μπαλονάκι που βρίσκεται στην άκρη του καθετήρα αυτού φουσκώνεται με
αποτέλεσμα η απόφραξη να υποχωρεί. Σε αρκετές περιπτώσεις τοποθετείται και
ένα ειδικό εξάρτημα (
stent) το οποίο διατηρεί
τον αυλό της αρτηρίας ανοικτό.
Η άλλη μέθοδος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί στις περιπτώσεις
καρδιακής προσβολής, είναι η θρομβολυτική θεραπεία. Εδώ χορηγούνται
φάρμακα τα οποία έχουν την ιδιότητα να διαλύουν τους θρόμβους που
σχηματίζονται στον αυλό των στεφανιαίων αρτηριών και τις αποφράσσουν.
Πολλές έρευνες μέχρι σήμερα έδειξαν ότι η αγγειοπλαστική μέθοδος
δίνει καλύτερα αποτελέσματα από τη θρομβολυτική μέθοδο. Όμως όσο πιο
γρήγορα γίνει η αγγειοπλαστική μετά από την εκδήλωση του εμφράγματος, τόσο
πιο καλά είναι.
Η γρήγορη διάνοιξη του κλειστού αυλού της στεφανιαίας αρτηρίας
επιτρέπει ξανά στην κυκλοφορία του αίματος να φτάσει στο μυοκάρδιο και έτσι
να αποτρέψει νέκρωση του καρδιακού ιστού.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν είναι όλα τα νοσοκομεία που έχουν τη
δυνατότητα να κάνουν την αγγειοπλαστική.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες μόνο
το 30% των ασθενών που έχουν υποστεί καρδιακή
προσβολή επωφελούνται από μια άμεση αγγειοπλαστική επέμβαση. Τα
περισσότερα νοσοκομεία αδυνατούν να προσφέρουν τη θεραπεία αυτή και
επιπρόσθετα οι ασθενείς δεν μεταφέρονται σε άλλα κέντρα με αποτέλεσμα να
παίρνουν μόνο τα θρομβολυτικά φάρμακα.
Πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι είναι πολύ καλύτερα για
ένα ασθενή να οδηγηθεί επειγόντως σε εξειδικευμένο νοσοκομείο για να
υποβληθεί σε αγγειοπλαστική παρά να μείνει σε ένα μικρότερο νοσοκομείο
όπου δεν υπάρχει δυνατότητα καθετηριασμού και αγγειοπλαστικής και όπου
θα του δοθεί μόνο θρομβολυτική θεραπεία. |
Το πρόβλημα που τίθεται στις περιπτώσεις μεταφοράς του ασθενούς σε
εξειδικευμένο κέντρο αμέσως μετά από την εκδήλωση μιας καρδιακής προσβολής
για αγγειοπλαστική είναι η ταχύτητα με την οποία αυτό μπορεί να γίνει.
Σύμφωνα με πρόσφατη ανασκόπηση 23 ερευνών για το θέμα, εάν η
αγγειοπλαστική γίνει σε περισσότερο από 62 λεπτά από την έναρξη της
θρομβολυτικής θεραπείας, τότε το πλεονέκτημα για τον ασθενή χάνεται.
Εάν όμως η αγγειοπλαστική γίνει σε λιγότερο από 61λεπτά από την έναρξη
της θρομβολυτικής, τότε ο ασθενής επωφελείται από τα πλεονεκτήματα και των
δύο θεραπειών. Στην αντίθετη περίπτωση τα αποτελέσματα είναι τα ίδια όπως
όταν ο ασθενής παίρνει μόνο μία από τις δύο θεραπείες.
Συμπερασματικά θα τονίσουμε ότι πλέον είναι αποδεκτό από όλους ότι η
αγγειοπλαστική μέθοδος πρέπει να εφαρμόζεται πρώτη και άμεσα μετά από την
εκδήλωση καρδιακού επεισοδίου λόγω απόφραξης στεφανιαίας αρτηρίας.
΄Εάν ένα νοσοκομείο δεν έχει τη δυνατότητα καθετηριασμού και
αγγειοπλαστικής τότε ο ασθενής θα πρέπει να κατευθύνεται σε ένα κέντρο που
να μπορεί να προσφέρει άμεσα και μέσα στις πρώτες δύο ώρες από την έναρξη
του επεισοδίου την αγγειοπλαστική.
Είναι επίσης αναγκαίο οι ασθενείς να μπορούν να κατευθύνονται σε
νοσοκομεία που μπορούν να προσφέρουν την αγγειοπλαστική επί
εικοσιτετραώρου βάσης.