Ο
καρκίνος του παχέος εντέρου αποτελεί μια από τις συχνότερες αιτίες
θανάτων λόγω καρκίνου. Κατέχει τη δεύτερη θέση μετά από τον καρκίνο
του πνεύμονα ο οποίος κατέχει την πρώτη θέση ως αιτία θανάτων λόγω
καρκίνων που πλήττουν άνδρες και γυναίκες.
Ο καρκίνος μπορεί να
δημιουργηθεί σε οποιοδήποτε μέρος του παχέος εντέρου. Το παχύ έντερο
αρχίζει στη δεξιά περιοχή της κοιλιάς, μετά τον ειλεό που είναι το
τελευταίο μέρος του λεπτού εντέρου. Ανέρχεται προς το άνω μέρος της
δεξιάς κοιλιάς και στη συνέχεια εκτείνεται οριζόντια και φθάνει στην
αριστερή περιοχή της κοιλιάς όπου σχηματίζει μία γωνία και αρχίζει να
κατεβαίνει προς τα κάτω. Στη συνέχεια από τα αριστερά οδεύει προς τον
πρωκτό αφού πρώτα σχηματίσει το σιγμοειδές και το ορθό έντερο.
Οι πλείστοι καρκίνοι του παχέος εντέρου αρχίζουν ως μικροί
πολύποδες. Πρόκειται για νεοπλασματικές δομές οι οποίες σε πολλές
περιπτώσεις έχουν σχήματα που θυμίζουν μανιτάρι που αναπτύσσονται στη
βλεννογόνο του παχέος εντέρου η οποία επικαλύπτει την εσωτερική
επιφάνεια του οργάνου.
Ορισμένες μεταλλάξεις στους πολύποδες που αναπτύσσονται στο παχύ
έντερο επηρεάζουν τον έλεγχο του πολλαπλασιασμού των κυττάρων του
πολύποδα. Σταδιακά ο πολύποδας μεγαλώνει σε μέγεθος και τελικά ο
ανεξέλεγκτος πολλαπλασιασμός των κυττάρων δημιουργεί διηθήσεις στο
τοίχωμα του εντέρου και μεταστάσεις αλλού στον οργανισμό του ασθενούς.
Ο στόχος των μεθόδων ανίχνευσης του καρκίνου του παχέος εντέρου
είναι η έγκαιρη ανακάλυψη των πολύποδων και η αφαίρεση τους προτού
αρχίσουν να διηθούν το παχύ έντερο και να εξαπλώνονται σε άλλα όργανα.
Οι ειδικοί συστήνουν διάφορα ανιχνευτικά τεστ. Ένα από αυτά είναι η
επισκόπηση όλου του παχέος εντέρου με ενδοσκόπηση με τη βοήθεια του
κολονοσκοπίου. Το κολονοσκόπιο είναι ένας εύκαμπτος σωλήνας εξοπλισμένος
με ειδική κάμερα και άλλα εργαλεία που επιτρέπουν στο γιατρό να βλέπει
το εσωτερικό του εντέρου και να παίρνει και βιοψίες.
Η κολονοσκόπηση είναι η μέθοδος η πιο ακριβή, η πλέον δυσάρεστη για
τον ασθενή και που έχει τους περισσότερους κίνδυνους πρόκλησης προβλημάτων σε σύγκριση
με τις άλλες μεθόδους που υπάρχουν για ανίχνευση του καρκίνου του παχέος
εντέρου. Για τους λόγους αυτούς είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε εάν η
κολονοσκόπηση μειώνει τον κίνδυνο θανάτου από καρκίνο του παχέος
εντέρου.
Για να απαντήσουν στο καθοριστικό αυτό ερώτημα, γιατροί από το
Οντάριο του Καναδά ερεύνησαν για να δουν εάν πράγματι το ποσοστό των
θανάτων από καρκίνο παχέος εντέρου είναι χαμηλότερο σε άτομα που
υποβλήθηκαν σε κολονοσκόπηση.
Στην έρευνα συμπεριλήφθηκαν άνθρωποι με καρκίνο παχέος εντέρου στους
οποίους η διάγνωση έγινε μεταξύ 1996 και 2001 στο Οντάριο και οι οποίοι
μέχρι το 2003 αποβίωσαν λόγω του καρκίνου αυτού. Για κάθε ένα τέτοιο
ασθενή, οι ερευνητές μελέτησαν 5 ανάλογα άτομα αλλά τα οποία δεν είχαν
αποβιώσει από καρκίνο παχέος εντέρου έως το 2003.
Οι ερευνητές εξέτασαν στη συνέχεια πόσο συχνά είχαν κάνει
κολονοσκόπηση οι ασθενείς που αποβίωσαν και οι άλλοι. Μετά συγκρίναν τις
πιθανότητες θανάτου από καρκίνο παχέος εντέρου μετά από διενέργεια
κολονοσκόπησης και τις ίδιες πιθανότητες εάν δεν είχε γίνει
κολονοσκόπηση. Οι γιατροί έκαναν τους ίδιους υπολογισμούς και για τους
καρκίνους που εκδηλώνονταν στο δεξιό (ανερχόμενο) και στο αριστερό
(κατερχόμενο) τμήμα του παχέος εντέρου.
Τα αποτελέσματα της ενδιαφέρουσας αυτής εργασίας έδειξαν:
- Οι πιθανότητες θανάτου από καρκίνο παχέος εντέρου ήταν
χαμηλότερες σε ασθενείς που έκαναν κολονοσκόπηση αλλά μόνο εάν ο
καρκίνος που είχαν εντοπιζόταν στο αριστερό τμήμα του παχέος εντέρου
- Οι πιθανότητες θανάτου από καρκίνο παχέος εντέρου που
αναπτυσσόταν στο δεξιό τμήμα του παχέος εντέρου ήταν οι ίδιες σε
ασθενείς που έκαναν κολονοσκόπηση και σε αυτούς που δεν έκαναν την
εξέταση
Τα συμπεράσματα των ερευνητών ήταν:
- Η κολονοσκόπηση δεν αποτελεί την τέλεια μέθοδο για την πρόληψη
θανάτων λόγω καρκίνου του παχέος εντέρου
- Ενισχύεται η σύσταση για τη διενέργεια κολονοσκόπησης για
ανίχνευση του καρκίνου του παχέος εντέρου
- Ταυτόχρονα δημιουργούνται ανησυχίες σχετικά με το ότι η
κολονοσκόπηση πιθανόν να είναι λιγότερο αποτελεσματική εναντίον του
καρκίνου που αναπτύσσεται στο δεξιό τμήμα του παχέος εντέρου
Οι περιορισμοί που μειώνουν τη δύναμη των αποτελεσμάτων της έρευνας
αυτής είναι ότι δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία στα ηλεκτρονικά αρχεία των
ασθενών για το εάν η κολονοσκόπηση είχε γίνει για σκοπούς ανίχνευσης σε
ασθενείς που δεν είχαν σημεία ή συμπτώματα του καρκίνου ή εάν έγινε για
αξιολόγηση συμπτωμάτων ή σημείων που δυνατόν να προκληθούν από τον
καρκίνο του παχέος εντέρου.
Ακόμη ένας περιορισμός είναι ότι δεν είχε γίνει τυχαία κατανομή
προοδευτικά για το ποιος ασθενής θα έκανε ή όχι κολονοσκόπηση. Για τους
λόγους αυτούς, με βάση τα στοιχεία που προέκυψαν δεν είναι δυνατόν να
ειπωθεί με κάθε ακρίβεια ότι η κολονοσκόπηση οδηγεί σε λιγότερους
θανάτους.
Είναι γεγονός ότι κολονοσκόπηση συστήνεται για την ανίχνευση και την
πρόληψη του καρκίνου του παχέος; εντέρου. Ωστόσο οι τυχαιοποιημένες
προοδευτικές έρευνες (μέθοδος ερευνών που παράγουν ισχυρότατης αξίας
αποτελέσματα) που υπάρχουν και που τις ευεργετικές επιδράσεις της
κολονοσκόπησης είναι λίγες.
Στην πράξη φαίνεται πράγματι ότι η κολονοσκόπηση σχετίζεται με
λιγότερους θανάτους από καρκίνο του παχέος εντέρου. Η σχέση αυτή
υπάρχει λόγω μείωσης θανάτων από καρκίνο του αριστερού, κατερχόμενου
μέρους του παχέος εντέρου.
Η ανίχνευση των πολύποδων και καρκίνων που βρίσκονται στο ορθό, στο
σιγμοειδές και στο αριστερό μέρος του παχέος εντέρου είναι ευκολότερη
διότι τα τμήματα αυτά του εντέρου είναι τα πρώτα που βλέπει ο γιατρός
κατά την κολονοσκόπηση μετά από την είσοδο του κολονοσκοπίου από τον
πρωκτό στο σώμα του ασθενούς.
Το δεξιό τμήμα του παχέος εντέρου είναι πιο δύσκολο να εξεταστεί
αποτελεσματικά και αυτό πιθανόν να εξηγεί τις διαφορές στην
αποτελεσματικότητα της κολονοσκόπησης.