Οι εξετάσεις για συστηματική
ανίχνευση του καρκίνου του προστάτη, δεν μειώνουν σημαντικά τους
θανάτους από τη νόσο.
Οι συστηματικές εξετάσεις για καρκίνο του προστάτη, δημιουργούν
μεγάλο κίνδυνο υπερβολικής ανίχνευσης και διενέργειας αχρείαστων
θεραπειών.
Τα δύο αυτά, βαρυσήμαντα συμπεράσματα προέκυψαν, από έρευνα διάρκειας
20 ετών που διενήργησαν Σουηδοί γιατροί και άλλοι επιστήμονες. Η έρευνα
ήταν προοπτική, τυχαιοποιημένη και μακροχρόνια και περιέλαβε μεγάλο
αριθμό αντρών. Τα χαρακτηριστικά αυτά, ισχυροποιούν την εγκυρότητα των
αποτελεσμάτων της.
Ο καρκίνος του προστάτη, είναι από τους συχνότερους καρκίνους στον
άνδρα παγκοσμίως. Οι εξετάσεις ανίχνευσης της νόσου, χρησιμοποιούνται
ευρέως σε πολλές χώρες.
Ωστόσο, το ζήτημα της ανίχνευσης για τον καρκίνο του προστάτη,
παραμένει επίμαχο. Οι ειδικοί δεν συμφωνούν κατά πόσο το όφελος, που
προκύπτει είναι αρκετό, για να αντισταθμίζει ικανοποιητικά, τις
δυνητικές βλάβες στους άνδρες και το οικονομικό κόστος που
δημιουργούνται, εξαιτίας των υπερβολικών διαγνώσεων και των αχρείαστων
θεραπειών που διενεργούνται σε υγιείς άνδρες.
Για να διαλευκάνουν περισσότερο το σοβαρό και δύσκολο αυτό πρόβλημα,
Σουηδοί ειδικοί, άρχισαν από το 1987 μια έρευνα, που συμπεριέλαβε 9.026
άνδρες, ηλικίας από 50 έως 69 ετών, που επελέγησαν από το εθνικό αρχείο
πληθυσμού της χώρας.
Από τους άνδρες αυτούς, επελέγησαν τυχαία, 1.494 οι οποίοι
υποβάλλονταν σε εξετάσεις ανίχνευσης, μία φορά κάθε τρία χρόνια, από το
1987 έως το 1996. Οι υπόλοιποι 7.532 άνδρες, χρησιμοποιήθηκαν ως
περιπτώσεις ελέγχου.
Στις δύο πρώτες ευκαιρίες διενέργειας εξετάσεων ανίχνευσης για
καρκίνο του προστάτη, η ανίχνευση έγινε μόνο με δακτυλική εξέταση του
προστάτη. Από το 1993, η εν λόγω εξέταση συνδυάστηκε με τη μέτρηση του
ειδικού προστατικού αντιγόνου PSA στο αίμα.
Όταν δημιουργείτο εύλογη υποψία, γινόταν και βιοψία με βελόνα του
προστάτη. Στην τέταρτη διενέργεια εξετάσεων ανίχνευσης, το 1996, μόνο οι άνδρες
ηλικίας 69 ετών ή λιγότερο προσκλήθηκαν για να υποβληθούν στις εν λόγω
εξετάσεις.
Στην ανάλυση των αποτελεσμάτων, συμπεριλήφθηκαν όλοι οι άνδρες, που
είχαν διαγνωστεί με καρκίνο προστάτη μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1999. Η
παρακολούθηση της επιβίωσης των ασθενών έγινε μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2008.
Τα αποτελέσματα έδειξαν:
- Στην ομάδα ανδρών, που υποβαλλόταν σε εξετάσεις ανίχνευσης,
διαγνώστηκαν με καρκίνο προστάτη 85 άνδρες (5,7%)
- Στην ομάδα ελέγχου, που δεν υποβαλλόταν σε εξετάσεις ανίχνευσης,
διαγνώστηκαν με καρκίνο προστάτη 292 άνδρες (3,9%)
- Οι καρκίνοι στην ομάδα ανίχνευσης, ήταν μικρότεροι σε μέγεθος
και συχνότερα εντοπισμένοι απ' ότι στην ομάδα ελέγχου
- Η ανάλυση επιβίωσης, δεν έδειξε σημαντικά αυξημένο χρονικό
διάστημα επιβίωσης ή ποσοστό συνολικής επιβίωσης στους άνδρες με
καρκίνο προστάτη από την ομάδα που υποβαλλόταν σε συστηματικές εξετάσεις
ανίχνευσης, σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου
Το συμπέρασμα των ερευνητών ήταν ότι ο κίνδυνος θανάτου από
καρκίνο του προστάτη μεταξύ των δύο ομάδων των ανδρών, δεν έδειξε ότι
διαφοροποιείτο σημαντικά. Γι' αυτό, επισημαίνουν, οι συστηματικές εξετάσεις
ανίχνευσης του καρκίνου του προστάτη, δεν πρόσφεραν αξιόλογο όφελος.
Αναφέρουν επιπλέον, ότι παρά το γεγονός ότι ο αριθμός των ανδρών στην
έρευνα τους, δεν είναι αρκετός για να βγάλουν οριστικά συμπεράσματα,
εντούτοις η ισχύς της, είναι ικανοποιητική για να δείξει μεγάλες
διαφορές στην επιβίωση από καρκίνο προστάτη.
Ποιες είναι οι προεκτάσεις της κατάστασης όπως παρουσιάζεται τώρα;
Οι άνδρες χωρίς συμπτώματα, προτού υποβληθούν σε εξετάσεις
μέτρησης του ειδικού προστατικού αντιγόνου PSA,
πρέπει να πληροφορούνται για τους πιθανούς κινδύνους, που
δημιουργούνται από τη θεραπεία με στόχο την ίαση, σε περίπτωση, που
διαγνωσθεί καρκίνος προστάτη.
Στους κινδύνους αυτούς περιλαμβάνονται η στυτική δυσλειτουργία, η
ακράτεια ούρων και προβλήματα του εντέρου. Επίσης πρέπει να λαμβάνονται
υπόψη, οι ενοχλήσεις που σχετίζονται με τη βιοψία προστάτη και η
ψυχολογική καταπόνηση, που προκαλούν τα λανθασμένα θετικά αποτελέσματα (είναι
τα αποτελέσματα, που δείχνουν ότι υπάρχει καρκίνος ενώ στην πραγματικότητα
δεν υπάρχει).
Ο επόμενος στόχος στις εξετάσεις ανίχνευσης του καρκίνου του
προστάτη, πρέπει περισσότερο να επικεντρωθεί στο να βρεθούν τρόποι να
αναγνωρίζονται και να διαχωρίζονται, οι καρκίνοι με ανώδυνη εξέλιξη, από
τους καρκίνους υψηλού βαθμού κακοήθειας.
Επίσης, χρειάζεται να αναπτυχθούν λιγότερο επιθετικές και
επιζήμιες θεραπείες για καρκίνους με ανώδυνη εξέλιξη από τους
επιθετικούς καρκίνους που είναι σε θέση να απειλούν τη ζωή του ασθενούς.