Η αϋπνία είναι η συχνότερη διαταραχή του ύπνου στον ανεπτυγμένο κόσμο. Επηρεάζει όλα τα στάδια της ενήλικης ζωής και για πολλούς το πρόβλημα είναι χρόνιο.
Υπολογίζεται ότι μέχρι 50% του πληθυσμού παρουσιάζει συχνά πρόβλημα αϋπνίας. Μόνο στο 6% έχει τοποθετηθεί η διάγνωση της χρόνιας αϋπνίας.
Τα συχνότερα συμπτώματα της αϋπνίας που εμφανίζονται τουλάχιστο μερικές νύχτες κάθε εβδομάδας περιλαμβάνουν δυσκολία αποκοίμισης, ξύπνημα πολύ νωρίς, ξύπνημα χωρίς ο ασθενής να νιώθει ξεκούραστος και αγρυπνία με τον ασθενή να μένει ξύπνιος κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Έχουν αναγνωριστεί ορισμένοι παράγοντες κινδύνου και αιτίες για την αϋπνία. Όμως οι λόγοι για τους οποίους αυτό συμβαίνει δεν έχουν γίνει πλήρως κατανοητοί. Μεταξύ των παραγόντων που αυξάνουν τον κίνδυνο για χρόνια αϋπνία περιλαμβάνονται το γυναικείο φύλο, η προχωρημένη ηλικία, η ανεργία, το χαμηλό επίπεδο μόρφωσης, ο χωρισμός ή το διαζύγιο και οι ασθένειες.
Η αϋπνία μπορεί να είναι πρωτογενής ή δευτερογενής λόγω άλλων προβλημάτων του ύπνου και μπορεί να συνοδεύεται από άλλες παθολογικές καταστάσεις.
Έχει βρεθεί ότι υπάρχει συσχετισμός μεταξύ αϋπνίας και ψυχιατρικών ή ψυχολογικών διαταραχών. Η κατάθλιψη και οι αγχώδεις καταστάσεις μπορεί να συνοδεύονται από αϋπνία.
Όλο και περισσότερα στοιχεία δείχνουν ότι η χρόνια αϋπνία προδιαθέτει στην ανάπτυξη ψυχιατρικών διαταραχών. Η χρόνια επίμονη, συνεχής αϋπνία αυξάνει τον κίνδυνο για αγχώδεις καταστάσεις, κατάθλιψη, χρήση ναρκωτικών και αλκοόλ.
Παράγοντες όπως οι ακανόνιστες ώρες ύπνου, η κατανάλωση καφεΐνης και άλλων διεγερτικών ουσιών, η εργασία με βάρδιες και άλλες συνυπάρχουσες παθολογικές καταστάσεις, καθιστούν τους ανθρώπους περισσότερο ευάλωτους στο να παρουσιάσουν αϋπνία.
Η χρόνια αϋπνία έχει άμεσες και έμμεσες συνέπειες στην υγεία και ποιότητα ζωής των ατόμων που πάσχουν από αυτή. Ασθενείς με χρόνια αϋπνία έχουν αυξημένο κίνδυνο για καρδιακά προβλήματα, ψηλή πίεση και μυοσκελετικά προβλήματα.
Επίσης η ύπαρξη χρόνιας αϋπνίας έχει συσχετισθεί με αυξημένη χρήση των ιατρικών υπηρεσιών, με χρόνια προβλήματα υγείας και αυξημένο κίνδυνο χρήσης φαρμάκων ή ναρκωτικών.
Οι συνέπειες της αϋπνίας κατά την ημέρα, περιλαμβάνουν μειωμένη συγκέντρωση, δυσκολίες μνήμης, υπνηλία, φτωχή απόδοση στην εργασία, αποτυχίες στον επαγγελματικό τομέα, αλλαγές της ψυχικής διάθεσης, κατάθλιψη και αυξημένη χρήση των ιατρικών υπηρεσιών.
Οι οικονομικές συνέπειες της αϋπνίας είναι εξαιρετικά μεγάλες. Οι άμεσες δαπάνες λόγω αϋπνίας περιλαμβάνουν το κόστος των θεραπειών και γενικά των ιατρικών υπηρεσιών.
Το έμμεσο κόστος της χρόνιας αϋπνίας οφείλεται στην απώλεια χρόνου εργασίας και παραγωγικότητας. Παράλληλα η στέρηση ύπνου λόγω αϋπνίας αυξάνει τον κίνδυνο ατυχημάτων.
Η αντιμετώπιση της χρόνιας αϋπνίας παραδοσιακά βασίστηκε στη θεραπεία με φάρμακα. Παρά το γεγονός ότι πολλά φάρμακα δεν έχουν επίσημα εγκριθεί για την αϋπνία, εντούτοις πολλά χορηγούνται για το σκοπό αυτό.
Φάρμακα που χρησιμοποιούνται συχνά για την αντιμετώπιση της αϋπνίας περιλαμβάνουν τα αντικαταθλιπτικά, τα αντιισταμινικά, τα αντιχολινεργικά, τις βενζοδιαζεπίνες και άλλα υπνωτικά. Υπάρχουν σε κάθε κατηγορία φαρμάκων παρενέργειες που περιορίζουν τη χρήση και αποτελεσματικότητα τους.
Η αποτελεσματικότητα των φαρμάκων στην αντιμετώπιση της χρόνιας αϋπνίας δεν έχει αξιολογηθεί συστηματικά.
Η γνωστική συμπεριφορική ψυχοθεραπεία, έχει αναγνωρισθεί ως μία αξιόλογη και αποτελεσματική θεραπεία για την αντιμετώπιση της χρόνιας αϋπνίας.
Συμπερασματικά θέλουμε να τονίσουμε ότι η χρόνια αϋπνία είναι ένα κοινό πρόβλημα με σοβαρές προεκτάσεις και συνέπειες τόσο για τους ασθενείς όσο και για το κοινωνικό σύνολο.
Παρά το γεγονός ότι κατά τις τελευταίες δεκαετίες έχει γίνει σημαντική πρόοδος στην έρευνα για το ύπνο, εντούτοις παραμένουν ακόμη πολλά άλυτα προβλήματα όσον αφορά στην θεραπεία της αϋπνίας.