Τα παιδιά με πρόβλημα κατάθλιψης χάνουν το ενδιαφέρον, που είχαν παλαιότερα για δραστηριότητες που απολάμβαναν. Επικρίνουν τους εαυτούς τους, είναι απαισιόδοξα και νιώθουν ότι για το μέλλον δεν έχουν καμία ελπίδα.
Είναι ευερέθιστα και λυπημένα. Στο σχολείο δημιουργούνται προβλήματα λόγω της αναποφασιστικότητας τους και των δυσκολιών, που έχουν για να συγκεντρωθούν.
Η κατάθλιψη στα παιδιά μειώνει την ενέργεια τους και δημιουργεί προβλήματα ύπνου. Μπορεί να έχουν πονοκέφαλους και πόνους στο στομάχι.
Οι θλιβερές, κακές σκέψεις που έχουν τα παιδιά με κατάθλιψη, μπορούν να εξελιχθούν σε ιδέες αυτοκτονίας. Κάποτε μάλιστα προχωρούν σε απόπειρες αυτοκτονίας.
Για διάφορους λόγους οι ενήλικες δυσκολεύονται να αποδεχθούν το γεγονός, ότι τα παιδιά μπορούν να εισέρχονται σε δυσάρεστες ψυχολογικές καταστάσεις όπως η κατάθλιψη. Σε σύγκριση με τα ερευνητικά βιβλιογραφικά δεδομένα που υπάρχουν για τους ενήλικες, τα στοιχεία που υπάρχουν για την αποτελεσματικότητα των θεραπειών της κατάθλιψης στα παιδιά είναι περιορισμένα.
Έρευνα στην Αυστραλία, έδειξε ότι στα παιδιά ηλικίας 6 έως 12 ετών, 3,7% των αγοριών και 2,1% των κοριτσιών είχαν τουλάχιστο ένα επεισόδιο κατάθλιψης στους 12 μήνες που προηγήθηκαν. Συνολικά δηλαδή, 5,8% των παιδιών στην ηλικιακή αυτή ομάδα παρουσίασαν πρόβλημα κατάθλιψης.
Ο μέσος όρος διάρκειας ενός καταθλιπτικού επεισοδίου σε νέους ανθρώπους, είναι περίπου 9 μήνες. Η πιθανότητα υποτροπής του επεισοδίου στα 5 χρόνια που ακολουθούν είναι της τάξης του 70%.
Φαίνεται ότι υπάρχει μια συνέχεια μεταξύ της κατάθλιψης στην παιδική ηλικία και της κατάθλιψης στην ενήλικη ζωή. Όσο το παιδί μεγαλώνει και περνά από την εφηβική ηλικία προς την ενηλικίωση, τόσο περισσότερο τα καταθλιπτικά επεισόδια μοιάζουν με την κλινική εικόνα που υπάρχει στην ενήλικη ζωή.
Η κατάθλιψη στα παιδιά είναι συνήθως το αποτέλεσμα του συνδυασμού μιας γενετικής προδιάθεσης, προβλημάτων των πρώιμων αναπτυξιακών εμπειριών και της έκθεσης σε πιέσεις, εντάσεις και άγχος. Κάποτε όμως τα καταθλιπτικά σύνδρομα στα παιδιά, μπορεί να είναι το αποτέλεσμα συνεπειών επιπλοκών σωματικών ασθενειών, όπως ιογενείς λοιμώξεις που μπορεί να συμβαίνουν ταυτόχρονα με σύνδρομα κούρασης.
Οι γιατροί βλέπουν τα παιδιά με κατάθλιψη όταν παρουσιάζονται με σωματικά προβλήματα ή λόγω συμπεριφοράς αυτοκτονίας. Τα παιδιά αυτά επισύρουν την προσοχή στο σχολείο για διάφορους λόγους όπως η μείωση της απόδοσης τους, οι πολλές απουσίες και η προβληματική συμπεριφορά.
Όμως πολλά παιδιά με κατάθλιψη υποφέρουν σιωπηλά. Τα συμπτώματα περνούν απαρατήρητα, διότι η κατάθλιψη στα παιδιά έχει τάση να ξεκινά με ύπουλο τρόπο και διότι η ένταση των συμπτωμάτων τους έχει τάση να αυξομειώνεται.
Ακόμη ένας λόγος για τον οποίο η κατάθλιψη στα παιδιά μπορεί να περνά απαρατήρητη είναι διότι το βάρος των ευθυνών τους είναι λιγότερο απ' ότι στους ενήλικες με αποτέλεσμα η μείωση της αποδοτικότητας τους να είναι λιγότερο εμφανής. Παράλληλα τα συμπτώματα κατάθλιψης πιθανόν να συγχυστούν με άλλες παθολογικές καταστάσεις που πιθανόν να συνυπάρχουν όπως ανωμαλίες της συμπεριφοράς και υπερκινητικότητα.
Όταν υπάρχει υποψία ότι ένα παιδί πάσχει από κατάθλιψη, μαζί με τις πληροφορίες που δίνουν οι γονείς και οι δάσκαλοι, χρειάζονται συνέντευξη και παρατήρηση του παιδιού. Ακόμη και μικρά παιδιά μπορούν να απαντούν σε ερωτήσεις που επιτρέπουν τη διάγνωση της κατάθλιψης.
Δεν υπάρχουν δεδομένα που με αυστηρό τρόπο να τεκμηριώνουν την αποτελεσματικότητα των θεραπειών της κατάθλιψης σε παιδιά.
Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι μόνο λίγες θεραπευτικές δοκιμές διαχωρίζουν τα δεδομένα για τα παιδιά από εκείνα για τους έφηβους. Η διαφοροποίηση αυτή είναι σημαντική διότι τα παιδιά ανταποκρίνονται διαφορετικά στις θεραπείες από ότι οι έφηβοι και οι ενήλικες.
Όσον αφορά στην αποτελεσματικότητα των διαφόρων μορφών ψυχοθεραπείας, μόνο η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία δοκιμάσθηκε σε παιδιά πριν από την εφηβική ηλικία. Η θεραπεία αυτή βρέθηκε να είναι ανώτερη άλλων ψυχοθεραπειών για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης στα παιδιά.
Η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία είναι μια πολλά υποσχόμενη μορφή θεραπείας για την κατάθλιψη των παιδιών. Φαίνεται μάλιστα ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και για την πρόληψη καταθλιπτικών καταστάσεων σε έφηβους με προδιάθεση για κατάθλιψη.
Το πρόβλημα με τη γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία είναι ότι δυστυχώς, οι έμπειροι γιατροί με την κατάλληλη εκπαίδευση που μπορούν να κάνουν αυτού του είδους τη θεραπεία, είναι λίγοι.
Τα στοιχεία για την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων για την κατάθλιψη των παιδιών είναι περιορισμένα. Τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά (αμιτριπτυλίνη, νορτριπτυλίνη, ιμιπραμίνη, χλωριμιπραμίνη, δοξεπίνη) έχουν δοκιμασθεί σε πολύ μικρό αριθμό παιδιών.
Οι κλινικές δοκιμές δεν έδειξαν σημαντικά καλύτερα αποτελέσματα των τρικυκλικών από ότι τα εικονικά φάρμακα. Παράλληλα τα τρικυκλικά έχουν σοβαρές παρενέργειες γεγονός που δεν πρέπει να παραγνωρίζεται. Οι κίνδυνοι τους υπερτερούν των ωφέλιμων ενεργειών τους στα παιδιά.
Όσον αφορά στο λίθιο, δεν βρέθηκε ότι επιτυγχάνεται σημαντική βελτίωση των παιδιών με κατάθλιψη που το ελάμβαναν σε μια θεραπευτική δοκιμή που συμπεριέλαβε 30 παιδιά ηλικίας 6 έως 12 ετών.
Από τα νεώτερα αντικαταθλιπτικά φάρμακα, η φλουοξετίνη και η μοκλοβεμίδη, έδειξαν σε κλινικές θεραπευτικές δοκιμές καλά αποτελέσματα όσον αφορά στην αξιολόγηση από τους γιατρούς που έκαναν τις έρευνες. Όμως επισημαίνεται ότι οι γονείς και οι ασθενείς δεν εκτίμησαν ότι υπήρξε διαφορά μεταξύ αυτών που έλαβαν τα εν λόγω φάρμακα και αυτών που έλαβαν εικονικά φάρμακα.
Είναι γεγονός ότι χρειάζονται φαρμακολογικές και κλινικές έρευνες για την ανεύρεση αποτελεσματικών ψυχοτρόπων φαρμάκων για τα παιδιά. Οι προσπάθειες προς την κατεύθυνση αυτή συναντούν μια αρνητική αντίδραση για τη χρήση φαρμάκων για τη θεραπεία της κατάθλιψης στα παιδιά.
Υπάρχει ο κίνδυνος ότι λόγω της περιορισμένης έρευνας που γίνεται για αποτελεσματικά φάρμακα κατά της κατάθλιψης στα παιδιά και λόγω της άρνησης για φαρμακευτική αντιμετώπιση της, πολλά παιδιά να μην παίρνουν τη θεραπεία που χρειάζονται.
Θα παρατηρείται δηλαδή κάτι ανάλογο όπως με τα φάρμακα κατά του πόνου όπου τα παιδιά έχουν λιγότερες πιθανότητες να πάρουν αποτελεσματική αναλγησία σε σύγκριση με τους ενήλικες.