Η κατάθλιψη είναι μια ασθένεια που μπορεί να επηρεάζει μέχρι και το 10% του πληθυσμού ετησίως. Εντούτοις η ανίχνευση και η διάγνωση του σοβαρού αυτού προβλήματος δεν γίνονται στο βαθμό που απαιτείται.
Έχει υπολογιστεί, ότι μόνο ένας στους τρεις ασθενείς με σοβαρής μορφής κατάθλιψη λαμβάνει την περίθαλψη που χρειάζεται. Για τους περισσότερους ασθενείς, ακόμη και για αυτούς με πολύ βαριά κατάθλιψη, υπάρχουν σήμερα αποτελεσματικές θεραπείες.
Όμως πολλοί ασθενείς, για διάφορους λόγους, δεν απευθύνονται στο γιατρό για βοήθεια. Η έλλειψη ενημερότητας, το γεγονός ότι η κατάθλιψη ως ψυχιατρική νόσος φέρει ένα κοινωνικό στίγμα, η δυσκολία που έχουν μερικοί γιατροί να αναγνωρίζουν τη νόσο, συμβάλλουν στο να μένει αβοήθητος ένας μεγάλος αριθμός ασθενών.
Η κατάθλιψη συνοδεύεται από μεγάλο ψυχικό πόνο. Επηρεάζει την καθημερινή λειτουργία του ασθενούς και προκαλεί πόνο όχι μόνο στον ίδιο αλλά και στα άτομα του περιβάλλοντος του που ενδιαφέρονται και φροντίζουν για αυτόν.
Η κατάθλιψη σοβαρής μορφής μπορεί να καταστρέψει όχι μόνο τη ζωή του ασθενούς αλλά και αυτήν της οικογένειας του.
Ευτυχώς σήμερα, υπάρχουν φάρμακα ικανά να βοηθήσουν τους περισσότερους ασθενείς. Επίσης οι ψυχοκοινωνικές θεραπείες συμπληρώνουν την περίθαλψη των ασθενών με κατάθλιψη, μειώνοντας έτσι τον πόνο και τη δυστυχία που αισθάνονται.
Για να μπορέσει όμως να δοθεί η κατάλληλη θεραπεία είναι αρχικά απαραίτητο να γίνει η διάγνωση. Οι ασθενείς συνήθως δεν θέλουν να παραδεχθούν ότι πάσχουν από κατάθλιψη. Ή πολύ πιθανόν να μην μπορούν να αναγνωρίζουν ότι τα συμπτώματα τους οφείλονται στην κατάθλιψη τους.
Διάφορα σωματικά συμπτώματα, όπως η κούραση, η αδυναμία, ο πονοκέφαλος, προβλήματα στο στομάχι, δυσκολίες της σεξουαλικής λειτουργίας μπορεί να είναι η έκφραση μιας κατάθλιψης. Στις περιπτώσεις αυτές είναι σημαντικό η εξέταση από το γιατρό να αποκλείσει μια οργανική ασθένεια που να προκαλεί τα εν λόγω συμπτώματα.
Η διάγνωση της κατάθλιψης γίνεται πιο σαφής όταν ο ασθενής δηλώνει ότι δεν έχει πλέον καμία ικανοποίηση ή ευχαρίστηση από τη ζωή.
Τα αισθήματα λύπης, ενοχής χωρίς ιδιαίτερο λόγο, απελπισίας, απαισιοδοξίας για το μέλλον, απώλειας ενδιαφέροντος και ευχαρίστησης από δραστηριότητες που παλαιότερα ήσαν αρεστές, οι δυσκολίες της συγκέντρωσης και της μνήμης, που συνοδεύονται από αϋπνία, ανορεξία και απώλεια επιθυμίας για σεξ, είναι στοιχεία που δείχνουν έντονα προς την κατεύθυνση της κατάθλιψης.
Εάν υπάρχουν σκέψεις αυτοκαταστροφής και αυτοκτονίας, εάν ο ασθενής νιώθει ότι ο θάνατος θα είναι μια πόρτα εξόδου, μια λύτρωση από το μαρτύριο που ζει καθημερινά, τότε η βοήθεια του γιατρού καθίσταται επείγουσα. Η κατάθλιψη κάτω από τις περιστάσεις αυτές εάν δεν αντιμετωπισθεί, μπορεί να οδηγήσει σε αυτοκτονία.
Η ύπαρξη οικογενειακού ιστορικού κατάθλιψης, αυξάνει τον κίνδυνο προσβολής ενός ατόμου από την ίδια ασθένεια. Η κατάθλιψη μπορεί να προσβάλει όχι μόνο ενήλικες αλλά και παιδιά και έφηβους.
Είναι σημαντικό για το γιατρό που διερευνά ένα ασθενή με κατάθλιψη, να παίρνει πληροφορίες από το οικογενειακό περιβάλλον για την κατάσταση του ασθενούς. Πολλοί ασθενείς έχουν τάση να υποβαθμίζουν τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων τους ή ακόμη να μην αντιλαμβάνονται ορισμένες αλλαγές της συμπεριφοράς τους που προκαλούνται από την κατάθλιψη. Για τους λόγους αυτούς, οι πληροφορίες από άτομα του περιβάλλοντος του ασθενούς μπορούν να βοηθήσουν.
Εάν κάποιος παρουσιάζει 5 ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα για περισσότερο από 2 εβδομάδες είναι καλά να συμβουλευτεί το γιατρό του:
- Ψυχική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από επίμονα αισθήματα λύπης, αγωνίας και κακής διάθεσης
- Προβλήματα ύπνου που μπορεί να είναι είτε αϋπνίες ή ξυπνήματα πολύ νωρίς το πρωί. Αντίθετα μπορεί να παρατηρείται τάση για υπερβολικές ώρες ύπνου
- Μειωμένη όρεξη ή και απώλεια βάρους. Επίσης μπορεί να παρατηρηθεί και το αντίθετο με αυξημένη όρεξη ή βουλιμία με πρόσληψη βάρους
- Απώλεια ενδιαφέροντος για δραστηριότητες που συνήθως άρεσαν στον ασθενή συμπεριλαμβανομένου και του σεξ
- Ευερεθιστικότητα, νευρικότητα
- Ο ασθενής είναι δυνατόν να παρουσιάζει επίμονα σωματικά συμπτώματα τα οποία δεν υποχωρούν στις θεραπείες όπως για παράδειγμα πονοκέφαλοι, χρόνιοι πόνοι και πεπτικά προβλήματα
- Δυσκολίες συγκέντρωσης, αναποφασιστικότητα και προβλήματα μνήμης
- Επίμονη κούραση και αίσθημα του ασθενούς ότι δεν διαθέτει πλέον ενέργεια
- Αισθήματα ενοχής, απελπισίας και ο ασθενής νιώθει ότι δεν αξίζει πλέον τίποτα
- Απαισιοδοξία για το μέλλον, ανησυχίες ότι όλα θα είναι δύσκολα και δεν θα πανε καλά
- Σκέψεις αυτοκτονίας και θανάτου.
Συμπερασματικά θα τονίσουμε την ανάγκη για αύξηση της ενημερότητας του κοινού για το πρόβλημα της διάγνωσης της κατάθλιψης από την οποία πάσχει σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή το 5% του πληθυσμού.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η πάθηση αυτή μπορεί να αντιμετωπισθεί με επιτυχία και ότι δυστυχώς ένας μεγάλος αριθμός συνανθρώπων μας παραμένουν στη δυστυχία της κατάθλιψης επειδή η διάγνωση δεν γίνεται.