Ο κυτταρομεγαλοϊός (Cytomegalovirus, CMV) είναι συχνή αιτία μολύνσεων και ασθενειών παγκοσμίως.
Ο κυτταρομεγαλοϊός ανήκει στην οικογένεια των ερπητοιών, δηλαδή στην ίδια οικογένεια των ιών που προκαλούν την ανεμοβλογιά, τον έρπητα ζωστήρα, τον έρπητα των χειλιών ή του στόματος και των γεννητικών οργάνων.
Προσβάλλει τους ανθρώπους σε όλες τις ηλικίες. Μπορεί επιπλέον να μολύνει το έμβρυο προκαλώντας έτσι σοβαρή, εκ γενετής λοίμωξη του παιδιού.
Η εκ γενετής λοίμωξη του παιδιού από τον κυτταρομεγαλοϊό
Η μόλυνση του εμβρύου από τον κυτταρομεγαλοϊό μπορεί να προκαλέσει σοβαρότατα προβλήματα.
Τα νεογέννητα που έχουν συμπτώματα της εν λόγω μόλυνσης είναι πολύ πιθανότερο να αναπτύξουν μακροχρόνια προβλήματα.
Περίπου 90% των βρεφών με μόλυνση από τον κυτταρομεγαλοϊό δεν θα εκδηλώσουν οποιαδήποτε σημεία της μόλυνσης. Ωστόσο το 10% των παιδιών αυτών θα παρουσιάσουν απώλεια ακοής νωρίς στην παιδική ηλικία.
Οι πιθανές συνέπειες της εκ γενετής μόλυνσης από τον τον κυτταρομεγαλοϊό περιλαμβάνουν τα εξής:
- Κώφωση
- Πνευματική αναπηρία που δυνατόν να είναι σοβαρής μορφής
- Εγκεφαλική παραλυσία
- Ανεπάρκεια όρασης
- Σπασμούς
- Στο νεογνό μπορεί να υπάρχει ίκτερος, ηπατίτιδα και χαμηλός αριθμός αιμοπεταλίων. Οι ανωμαλίες αυτές υποχωρούν από μόνες τους στα περισσότερα παιδιά
- Ανεπάρκεια ανάπτυξης του παιδιού κατά τη διάρκεια της κύησης
- Μικροκεφαλία
Η μόλυνση από τον κυτταρομεγαλοϊό παιδιών σε μεγαλύτερη ηλικία και σε ενήλικες χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα υγείας
Στους ενήλικες και σε μεγαλύτερα παιδιά, η μόλυνση από τον κυτταρομεγαλοϊό δεν προκαλεί ιδιαίτερα προβλήματα εάν ο ασθενής δεν ανήκει σε ευπαθή ομάδα λόγω κάποιας άλλης ασθένειας.
Κάποτε είναι δυνατόν να υπάρχει ένα γριπώδες σύνδρομο με πυρετό, κούραση ή εξάνθημα. Συχνά αυτό υποχωρεί απαρατήρητο.
Η μόλυνση από τον κυτταρομεγαλοϊό των ασθενών με μειωμένη άμυνα, ανοσοκατασταλμένοι ασθενείς
Σε άτομα με μειωμένη άμυνα, η μόλυνση από τον κυτταρομεγαλοϊό δυνατόν να προκαλέσει σοβαρότατα προβλήματα που δυνατόν ακόμη να θέσουν τη ζωή του ασθενούς σε κίνδυνο.
Πολλοί άνθρωποι έχουν μολυνθεί στη ζωή τους από τον κυτταρομεγαλοϊό αλλά δεν το γνωρίζουν. Ο ιός δεν φεύγει από το σώμα τους αλλά παραμένει για πάντα.
Σε ανθρώπους χωρίς πρόβλημα στο ανοσοποιητικό τους σύστημα, ο κυτταρομεγαλοϊός δεν επαναδραστηριοποιείται και δεν τους προκαλεί προβλήματα. Αντίθετα στους ανοσοκατασταλμένους ασθενείς, επειδή το σύστημα άμυνας τους είναι αδύναμο, ο κυτταρομεγαλοϊός μπορεί να ενεργοποιηθεί και να προκαλέσει σοβαρότατα προβλήματα.
Στους ασθενείς με μειωμένη άμυνα του οργανισμού που κινδυνεύουν από τον κυτταρομεγαλοϊό περιλαμβάνονται οι καρκινοπαθείς ή οι λευχαιμικοί που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία ή μεταμόσχευση μυελού των οστών, οι ασθενείς που υποβάλλονται σε άλλη μεταμόσχευση και οι ασθενείς που πάσχουν από AIDS.
Η μόλυνση ανοσοκατασταλμένων ασθενών από τον κυτταρομεγαλοϊό μπορεί να συμβεί είτε λόγω νέας ενεργοποίησης του ιού που υπήρχε ήδη στο σώμα τους λόγω μιας παλαιότερης μόλυνσης από τον ιό είτε λόγω του ότι μολύνθηκαν για πρώτη φορά από τον ιό.
Στους ασθενείς αυτούς η μόλυνση από τον κυτταρομεγαλοϊό προκαλεί διάμεση πνευμονία που είναι σοβαρή μόλυνση των πνευμόνων που θέτει τη ζωή τους σε κίνδυνο. Επίσης μπορεί να προκαλέσει απώλεια όρασης μέχρι την τύφλωση, ανεπάρκεια του μυελού των οστών και ηπατίτιδα.
Η πρόληψη μετάδοσης του κυτταρομεγαλοϊού
Η απαραίτητη προϋπόθεση για τη διακοπή και αποφυγή της μετάδοσης του κυτταρομεγαλοϊού είναι η καλή ατομική και συλλογική υγιεινή. Εξάλλου η βασική αυτή αρχή ισχύει για την πρόληψη όλων των ιογενών μολύνσεων.
Το συχνό και προσεκτικό πλύσιμο των χεριών είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για την αποφυγή του ιού. Αυτό ισχύει για όλους άλλα ιδιαίτερα οι ασθενείς με μειωμένη άμυνα του οργανισμού και το προσωπικό που τους περιθάλπει πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί. Το ίδιο ισχύει για αυτούς που αλλάζουν τα πανάκια παιδιών που πιθανόν προσβλήθηκαν από τον ιό ή που έρχονται σε επαφή με υγρά του σώματος.
Οι έγκυες γυναίκες και οι ανοσοκατασταλμένοι να δίνουν μεγάλη σημασία στο πλύσιμο των χεριών και να αποφεύγουν την επαφή με υγρά του σώματος άλλων ανθρώπων. Ο κυτταρομεγαλοϊός μεταδίδεται από το αίμα, το σάλιο, τις βλέννες και τα ούρα.
Στους ασθενείς που είναι ανοσοκατασταλμένοι, ιδιαίτερα εάν δεν ήσαν ήδη μολυσμένοι από τον ιό, μεταγγίζεται κατά προτίμηση εάν είναι δυνατό αίμα από άτομα που ποτέ δεν μολύνθηκαν από τον κυτταρομεγαλοϊό. Το αίμα από εθελοντές δότες αίματος ελέγχεται για την παρουσία του κυτταρομεγαλοϊού όπως ελέγχεται για την παρουσία του ιού HIV και τους ιούς της ηπατίτιδας.
Η θεραπεία της μόλυνσης από τον κυτταρομεγαλοϊό
Υπάρχουν αντιιικά φάρμακα που είναι ενεργά κατά του κυτταρομεγαλοϊού όπως η γανκυκλοβίρη. Τα φάρμακα αυτά χρησιμοποιούνται σε ασθενείς με σοβαρή μείωση της άμυνας του οργανισμού τους και σε νεογέννητα που εκδηλώνουν σημεία μόλυνσης από τον κυτταρομεγαλοϊό.
Τα εν λόγω φάρμακα έχουν σοβαρές παρενέργειες. Για το λόγο αυτό χρησιμοποιούνται μόνο σε ασθενείς με επιβεβαιωμένη και σοβαρή μόλυνση από τον κυτταρομεγαλοϊό.